«Όχι» στην αποστολή στοιχείων στη Μόνιμη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής της προκαταρκτικής πειθαρχικής διαδικασίας που αφορά στην πρώην εισαγγελέα της ΕΥΠ Βασιλικής Βλάχου, λέει ο Άρειος Πάγος απαντώντας σε σχετικά αιτήματα που είχαν υποβάλει ο ΣΥΡΙΖΑ -Προοδευτική Συμμαχία και ΠΑΣΟΚ -Κίνημα Αλλαγής.
Υπενθυμίζεται ότι η κ. Βλάχου είχε βρεθεί στο επίκεντρο πειθαρχικού ελέγχου για την έγκριση που έδωσε ώστε να παρακολουθηθούν τα κινητά τηλέφωνα του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. Νίκου Ανδρουλάκη και του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη. Η πειθαρχική έρευνα σε βάρος της κ. Βλάχου ωστόσο αρχειοθετήθηκε με απόφαση απόφασης της προέδρου της Επιθεώρησης του Αρείου Πάγου, αντιπροέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ελένης Φραγκάκη.
Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ υπέβαλλαν αίτημα ώστε να κληθούν να καταθέσουν στην επιτροπή της Βουλής τόσο η κ. Φραγκάκη, όσο και η Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Ευδ.Πούλου, που εισηγήθηκε την αρχειοθέτηση.
Απαντώντας σε αυτό το αίτημα ο Άρειος Πάγος αναφέρει σε κοινό δελτίο Τύπου που εξέδωσε με την εισαγγελία του Δικαστηρίου: «Θεμελιώδης αρχή του Δημοκρατικού Πολιτεύματος είναι η διάκριση των Λειτουργιών του Κράτους, της Νομοθετικής, της Εκτελεστικής και της Δικαστικής. Ουσιώδης έκφραση της αρχής αυτής είναι η ανεξαρτησία των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η απαγόρευση των άλλων λειτουργιών να παρεμβαίνουν με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτήν.
Στο πνεύμα αυτό ο συνταγματικός και ο κοινός νομοθέτης, ρυθμίζοντας τις σχέσεις των λειτουργιών, μεταξύ άλλων, έχουν καθορίσει ότι ο πειθαρχικός έλεγχος όλων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών κάθε βαθμίδος δεν μπορεί να αναφέρεται στην δικαιοδοτική τους κρίση και διεξάγεται αποκλειστικά από τα αρμόδια κατά περίπτωση δικαστικά όργανα, με διαδικασία η οποία είναι μυστική έναντι πάντων, με μόνη εξαίρεση την δημόσια συνεδρίαση πειθαρχικών δικαστηρίων.
Στο άρθρο 43Α παρ.1 του Κανονισμού της Βουλής προβλέπεται ότι η Μόνιμη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας μπορεί να καλεί σε ακρόαση τον Πρόεδρο και τους Αντιπροέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων , τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον γενικό επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τον γενικό επίτροπο των διοικητικών δικαστηρίων «για θέματα που αφορούν σε λειτουργικά ζητήματα της δικαιοσύνης προς το σκοπό της ενίσχυσης της διαφάνειας». Από τη σαφή και ρητή διατύπωση της ανωτέρω διάταξης ουδόλως προκύπτει ότι στα ζητήματα αυτά ανήκει ο εξατομικευμένος πειθαρχικός έλεγχος δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών.
Συνεπώς, η εκ μέρους των δικαστικών αρχών διαβίβαση εγγράφου ή αναφορά στο περιεχόμενο πειθαρχικής διαδικασίας, πολλώ δε, μάλλον, η παροχή εξηγήσεων και πληροφοριών σχετικών με δικαιοδοτική κρίση επί πειθαρχικής διαδικασίας εκ μέρους δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, ενώπιον της ανωτέρω Επιτροπής, ή οποιουδήποτε άλλου πολιτειακού οργάνου είναι αντίθετες προς τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και της νομοθεσίας. Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι ως Εισαγγελέας της Ε.Υ.Π. κατά το άρθρο 5 παρ.3 του ν. 3649/2008 ορίσθηκε με σημερινή απόφαση του αρμοδίου προς τούτο, δυνάμει του άρθρου 48 του Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, Ανωτάτου, Δικαστικού Συμβουλίου ο Αντεισαγγελέας Εφετών κ. Νικ.Ορνεράκης σε αντικατάσταση της Εισαγγελέως Εφετών κ. Β. Βλάχου. Επιπλέον η Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγιου Κ. Ευδ.Πούλου έχει οριστεί ως εισαγγελέας του άρθρου 4 παρ.2 του ν. 5002/2022 και όχι ως εισαγγελέας του άρθρου 5 παρ.3 του ν. 3649/2008.
Από τις ανωτέρω διατάξεις καθίσταται σαφές ότι τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα του Αρείου Πάγου και της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ένα μόνον τρόπο γνωρίζουν για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της Δικαστικής Λειτουργίας : την αυστηρή τήρηση του Συντάγματος και των Νόμων.
Αντίστοιχα, σαφές είναι ότι η αυστηρή τήρηση των ανωτέρω αρχών και κανόνων είναι καθήκον και υποχρέωση όλων».