20.2 C
Athens
13.9 C
Thessaloniki
Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024
More

    Λάδι στη φωτιά ρίχνει ο Δοξιάδης στη κόντρα με Καλπαδάκη και Μηταράκη με νέα του ανάρτηση

    Με πρόσφατο άρθρο του στο protagon.gr ο συγγραφέας Απόστολος Δοξιάδης είχε προβεί σε βαριές καταγγελίες κατά της κυβέρνησης Τσίπρα για κατασκοπεία, παράνομες επανοπροωθήσεις και έναν παρολίγο πόλεμο. Στο άρθρο ο Δοξιάδης προχωρούσε σε νέες αποκαλύψεις για τη συμβίωση του διπλωματικού συμβούλου του Αλέξη Τσίπρα, Βαγγέλη Καλπαδάκη, ανιψιού του Νίκου Βούτση, με την Τουρκάλα διπλωμάτη Feyza Barutçu διαπιστευμένη στην πρεσβεία της Τουρκίας στην Αθήνα, την οποία εμμέσως πλην σαφώς χαρακτήριζε ως «κατάσκοπο».
    Ο Δοξιάδης παρουσίαζε τη «σκιά» και τις επιπτώσεις του δεσμού αυτού στη διαχείριση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ της υπόθεσης των «Οχτώ», στη οποια ο Δοξιάδης ήταν βασικός υπέρμαχος κατά της έκδοσής τους, καθώς και στις σχέσεις Τσίπρα-Ερντογάν. Στο κείμενο είχε αφήσει αιχμές και για τον σημερινό διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου, κ. Καραβία, ως κολλητό των αδελφών Τζανακόπουλου και εγκάθετο του συριζαίικου Μαξίμου, αλλά και κατά του σημερινού υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής, κ. Μηταράκη.
    Όπως ήταν αναμενόμενο τόσο ο κ. Καλπαδάκης απάντησε στις αιτιάσεις Δοξιάδη με επιστολή, τόσο και ο κ. Μηταράκης απάντησε με ανάρτηση όπου αποκαλεί τον συγγραφέα «οπλαρχηγό του Κολωνακίου». Ο κ. Δοξιάδης σχολιάζει τις δύο απαντήσεις, για τις οποίες λέει ότι στην ουσία δεν είναι καν απαντήσεις, με νέα του ανάρτηση. Μάλιστα ως σχόλια στην ανάρτηση κοινοποιεί και όλη η σχετική αρθρογραφία που πυροδότησε το άρθρο του.
    Ολόκληρη η ανάρτηση του κ. Δοξιάδη για τις απαντήσεις Καλπαδάκη και Μηταράκη:
    ΔΥΟ ΑΝΟΥΣΙΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ, ΜΙΑ ΕΡΩΤΗΣΗ ΚΑΙ ΜΙΑ ΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ
    Στο άρθρο μου που δημοσίευσε το Protagon.gr (official), θέτω το θέμα της σκανδαλώδουςς σχέσης του Διευθυντή του Διπλωματικού Γραφείου του τέως πρωθυπουργού με ανώτατη εν ενεργεία τουρκάλα διπλωμάτη, και αναφέρομαι στα απομεινάρια της ερντογανοφοβικής στάσης που φαίνεται ότι κληρονόμησε ο Σύριζα, στο θέμα των τούρκων φυγάδων, στη σημερινή Υπηρεσία Ασύλου και τον πολιτικό προϊστάμενο. Υπήρξαν δύο απαντήσεις από θιγόμενους, που η πρώτη έκανε τα πράγματα χειρότερα για τον άνθρωπο που απαντά και η δεύτερη επιβεβαιώνει πράγματα που γνώριζα, εγώ τουλάχιστον, για τον δεύτερο.
    Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΚΑΛΠΑΔΑΚΗ
    Ο κ. Καλπαδάκης, μη σχολιάζοντας καμία από τις κατηγορίες μου επί της ουσίας, μην μπαίνοντας καν στην ουσία, μου απαντά περίπου τα εξής:
    α. Ότι εγώ κινούμαι στον «πολιτικό βούρκο» (sic) ενώ αυτός είναι περήφανος για τα όσα κάνει, αγνός πατριώτης που υπηρετεί πιστά την πατρίδα, όπως γνωρίζουν «όσοι έχουν εικόνα». (Μα και εγώ έχω εικόνα).
    β. Ότι εγώ επινοώ «ψεύδη και ευφάνταστες θεωρίες» χωρίς όμως να κάνει τον κόπο όμως να μου πει ποια από όσα λέω για αυτόν είναι ψευδή και ποια ευφάνταστες θεωρίες–γιατί τότε ξέρει ότι θα φανεί πολύ καλά και το πόσα και ποια είναι η αλήθεια.
    γ. Ότι η σχέση του με την ανώτατη πολιτική υποστηρίκτρια του Ερντογάν στην τουρκική πρεσβεία, μετά τη 15 Ιουλίου 2016, ενώ ήταν Διευθυντής του Διπλωματικού του γραφείου του Τσίπρα, είναι η «προσωπική ζωή» του (τον χαβά του αυτός).
    δ. Τέλος, αφού λέει πόσο αντικειμενικός, αμερόληπτος και ακομμάτιστος είναι, υπογράφει με το όνομα και την ιδιότητά του: «Διπλωματικός Σύμβουλος του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ».
    Η απάντησή του με έκανε άθελά μου να θυμηθώ κάτι που μου είχε πει ο Άγγελος Βλάχος, ο μεγάλος έλληνας διπλωμάτης, και συγγραφέας του «Ο κύριος μου Αλκιβιάδης», αγαπημένου βιβλίου πολλών στην εφηβεία μας, αλλά και γνωστός ευφυολόγος όπως και φαρμακόγλωσσος: «Ξέρετε, όταν βλέπω μερικούς συναδέλφους μου, σκέφτομαι ότι μερικές φορές δεν αρκεί να είσαι ηλίθιος για να μπείς στο Διπλωματικό Σώμα. Δίνεις και εξετάσεις για να το αποδείξεις.»
    Φυσικά έχουμε και λίγους σπουδαίους και αρκετούς καλούς διπλωμάτες, και ένα μεγάλο αριθμό ευσυνείδητων ανθρώπων. Αλλά κάτι θα ήξερε και ο Βλάχος, μια ζωή στο Διπλωματικό Σώμα, για άλλες περιπτώσεις.
    Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΜΗΤΑΡΑΚΗ
    Αν είμαι ακριβέστερος πρέπει να την πω «σχόλιο», αφού την έβαλε στον τοίχο του στο φβ, μάλιστα με attachment ένα πρόσθετο σχόλιό μου για την πολιτική του στο άσυλο–έτσι, φαντάζομαι, για να το δούνε όσοι δεν το είχαν δει–και φυσικά δεν απαντά σε τίποτε από ότι του καταμαρτυρώ.
    Εκεί, με λίγα λόγια, μιλώντας ως υπεράνω ατόμων του φυράματός μου, λέει ότι «κάποιοι» (εγώ) «με αξιοπρόσεκτη επιπολαιότητα,» «αναλύουν την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου και αντιπροτείνουν τη χάραξη της εθνικής μεταναστευτικής πολιτικής.» Τίποτε άλλο.
    Κοινώς, μου λέει ότι δεν είμαι του πνευματικού του επιπέδου. Εντάξει, να συμφωνήσω. Δεν είμαι.
    Η ΕΡΩΤΗΣΗ
    Η απορία που θέτω αναλυτικά στο άρθρο μου, για τη σιωπή για το θέμα της σχέσης Καλπαδάκη-Barutçu επί Σύριζα, ενώ μόνο κάποιοι λίγοι εις μάτην την καταγγέλαμε δημόσια, τότε, δυστυχώς παραμένει και για τις αντιδράσεις στο άρθρο.
    Σημειώνω εκεί ότι αυτό το πρώτης τάξης πολιτικό και διπλωματικό σκάνδαλο, που σε άλλες χώρες θα είχε οδηγήσει σε μπόλικες παραιτήσεις, αν όχι και πτώση της κυβέρνησης, στην Ελλάδα πέρασε ασχολίαστο από τον Τύπο και τους πολιτικούς (πλην ελαχίστων, λαμπρών εξαιρέσεων που αναφέρω) όσο ήταν στην κυβέρνηση ο Σύριζα. Σιωπή στη Βουλή–πλην της εξαίρεσης. Σιωπή στις σοβαρές εφημερίδες, και τις φιλοκυβερνητικές τότε, φυσικά, αλλά και τις αντιπολιτευόμενες.
    Αναρωτιέμαι γιατί αυτή η σιωπή συνεχίζεται. Δεν έχω καταλήξει, αλλά κάνω διάφορες σκέψεις:
    Ότι ο κ. Καλπαδάκης είναι διπλωμάτης, και μέσα στο Διπλωματικό Σώμα υπάρχει τρομακτική αλληλεγγύη, το λεγόμενο esprit de corps, που σίγουρα συχνά επεκτείνεται και στην πολιτική και στον Τύπο–κακώς. Παρεμπιπτόντως, μου είχε κάνει αλγεινή εντύπωση–το είχα γράψει και δημόσια–ότι, επί Σύριζα, ο αρμόδιος βουλευτής της ΝΔ για κάποιο θέμα, τέως διπλωμάτης, είχε υποστηρίξει κατά προκλητικό τρόπο ένα άθλιο νομοσχέδιο του Σύριζα, απλώς επειδή έβγαινε από προκαταλήψεις κάποιων διπλωματών.
    Πως οτιδήποτε άπτεται των εθνικών μας θεμάτων, και κυρίως αυτών της ασφάλειας (όπως το εν προκειμένω) φοβίζει τους πάντες που γράφουν δημόσια. Δυστυχώς, η τουρκοφοβία–άλλο ο λελογισμένος φόβος του σοβαρού ανθρώπου και άλλο η φοβία–ενδημεί στους με τα κοινά ασχολούμενους στην Ελλάδα, πράγμα που έγινε χειρότερο από την πόλωση τα τελευταία χρόνια, που τείνει να χωρίσει όσους γράφουν για τα ελληνοτουρκικά στους (όπως βρίζονται, εκατέρωθεν) «εθνομηδενιστές» και τα «εθνίκια». Αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι. Υπάρχει και ο ίσιος δρόμος, όπου με στοιχεία, με φρόνηση και με πίστη στις δημοκρατικές αξίες, μπορεί κάποιος να συζητάει ακόμα και τα πιο καυτά θέματα. Το γεγονός ότι αυτή η φοβικότητα, που υπάρχει και σε πολλούς στο Διπλωματικό Σώμα, απλώθηκε μέχρι και το θέμα Καλπαδάκη, επί Σύριζα, κάνοντας τους πάντες (πάλι, πλην ελαχίστων), να σιωπούν, δείχνει ότι αυτή η φοβικότητα δυστυχώς έχει πάρει επικίνδυνες διαστάσεις στον πολιτικό και δημόσιο χώρο.
    Εντυπωσιάζει επίσης ένας, ας μου επιτραπεί να πω, αναλφαβητισμός (κατά τη χρήση στο «computer illiteracy») σε θέματα ιστορίας, διεθνών σχέσεων αλλά και των διεθνώς τεκταινομένων σήμερα, που κυριαρχεί δυστυχώς σε αρκετούς που έχουν μπει τις τελευταίες δεκαετίες στην πολιτική και την δημοσιογραφία, βάσει του οποίου οι πραγματικές διαστάσεις του σκανδάλου Καλπαδάκη-Barutçu δεν μπορούν να εκτιμηθούν–γιατί απλούστατα οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι αυτοί δεν ξέρουν, δεν έχουν τις γνώσεις οι άνθρωποι, με τι να το συγκρίνουν. Όταν το μόνο που ξέρεις από πολιτική είναι το τι ακούς στις κομματικές νεολαίες και οργανώσεις, και από ιστορία και τη διεθνή κατάσταση, παλιότερα και σήμερα, τα όσα διαβάζεις στα ελληνικά φίλια μέσα ή ακούς στο δελτίο που εκφράζει καλύτερα τις απόψεις σου, γιατί να σε σοκάρει η σχέση Καλπαδάκη-Barutçu; Σε σχέση με τι; Με ποια γνώση του τι γίνεται και τι δεν γίνεται, ιστορικά και διεθνώς, τι επιτρέπεται και δεν επιτρέπεται; (Αντίθετα, ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, εμπειρότατος ευρωπαίος πολιτικός με βαθιά μόρφωση, όταν άκουσε την περίπτωση χαρακτήρισε αμέσως την τουρκάλα διπλωμάτη «επίσημη κατάσκοπο».) Βέβαια, εδώ μου μένει η απορία για τους παλιότερους (που θυμούνται τουλάχιστον τα διεθνή) ή και αρκετούς νεότερους που έχουν και γνώσεις και συναίσθηση ιστορίας και της διεθνούς κατάστασης. Φοβάμαι ότι ετούτοι γενικά πειθάρχησαν σε κάποια γραμμή, ή κομματική, φανερή ή αφανή, ή εκδοτική, για να μην πούνε κάτι για το θέμα. Κυριάρχησε το «ου μπλέξεις», κοινώς. Όσο για το γιατί υπήρξε αυτή η στάση, αναφέρω κάποια παραπάνω και κάποια στο τέλος, στην «Παρατήρηση».
    Η απόφανση την πρώτη μέρα του Τζανακόπουλου, ως κυβερνητικού εκπροσώπου, κατά του Ανδρέα Λοβέρδου, που πρώτος έθεσε το θέμα του απαράδεκτου της σχέσης, ότι «ντρέπεται» για λογαριασμό του, και οι επιθέσεις εναντίον του από όργανα του Σύριζα, στον ίδιο και όσους τόλμησαν να το σηκώσουν, για «σεξιστική επίθεση», έκαναν τη δουλειά τους, από τους άριστα εξασκημένους στην προπαγάνδα ανθρώπους του χώρου αυτού. Κάποιου είδους τρομοκρατία άσκησαν, σε ανθρώπους που όφειλαν να μην τρομοκρατούνται, ότι «κάτσε μην πω τίποτε και με πούνε σεξιστή» ή «μου πούνε ότι κρίνω την ερωτική ζωή του ανθρώπου» ή ότι «λασπολογώ» ή «ανήκω στον πολιτικό βούρκο»–θυμίζω ότι με την τελευταία κατηγορία αντιμετώπισε και ο Καλπαδάκης το άρθρο μου. Όμως, όσοι φοβήθηκαν τέτοια πράγματα, για ένα τόσο σοβαρό θέμα–εκτός από τις περιπτώσεις όπου υπάρχει ασύγγνωστη άγνοια–απλώς δεν στάθηκαν στο ύψος του λειτουργήματός τους, πολιτικού ή δημοσιογραφικού, που απαιτεί καθαρότητα σκέψης και ηθικό θάρρος.
    ΜΙΑ ΘΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ
    Αντίθετα από τον παραδοσιακό Τύπο, αρκετά από τα διαδικτυακά μέσα σήκωσαν το θέμα που έθεσε το άρθρο μου, είτε με σχολιασμένη αναπαραγωγή του άρθρου, είτε με δικά τους άρθρα (αναρτώ εδώ κάποια, ενδεικτικά, καθώς υπήρξαν και άλλα) έδωσαν συνέχεια στο θέμα–τη συνέχεια που δεν έδωσε ο φερόμενος ως σοβαρός Τύπος και οι πολιτικοί. Αυτό είναι παρήγορο, γιατί δείχνει ότι μέσα στη σαβούρα που κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο, με τα χίλια τόσα στραβά, δίνεται ταυτόχρονα ένα βήμα στις ανεξάρτητες φωνές, που μπορούν να σχολιάζουν χωρίς τη λογοκρισία των κατά περίπτωση προϊσταμένων. (Άλλωστε σε διαδικτυακό μέσο δημοσιεύθηκε και το άρθρο μου).
    Μα ακόμα πιο παρήγορο, και όχι άσχετο με το προηγούμενο, είναι ότι η κοινωνία των πολιτών, όπως εκφράζεται από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, αλλά και τον ζωντανό διάλογο, αντέδρασε εντονότατα στο θέμα και του έδωσε τη σημασία που του αρμόζει. Πολίτες με παρουσία στον δημόσιο λόγο, όπως ο Χρήστος Χωμενίδης, ο Στάθης Καλύβας, η Βίβιαν Ευθυμιοπούλου, η Βάσω Κιντή, ο Γιώργος Προκοπάκης (συγγνώμη αν ξεχνώ κάποιους) αλλά και άλλοι, πολλοί, δραστήριοι στα ΜΚΔ, αλλά και στην καθημερινή ζωή, ο καθένας στον δικό του χώρο, συζήτησαν το θέμα στις πραγματικές τους διαστάσεις.
    Γενικότερα, τα συμπεράσματά μου από την αντίδραση ως τώρα στο άρθρο–δεν σχολιάζω καν τις δύο φαιδρές απαντήσεις, που δεν είναι καν απαντήσεις–είναι ότι πέρασε ασχολίαστο και απαρατήρητο από την πολιτική και την έντυπη δημοσιογραφία. Και αυτό με βάζει σε σκέψεις δυσάρεστες. Αλλά αντέδρασε σε αυτό έντονα ο διαδικτυακός τύπος και η κοινωνία των πολιτών, πράγμα εξόχως αισιόδοξο.



    ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΕΙΤΕ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΡΟΗ ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ

    ΑΠΟΨΕΙΣ