Για ένα σκηνικό που παρέπεμπε στην Πομπηία με καμένους ανθρώπους και μωρά να ζητούν απεγνωσμένα βοήθεια αλλά αυτή να μην έρχεται ποτέ, μίλησε σήμερα μάρτυρας στη δίκη για το Μάτι, η οποία έχασε τον σύζυγό της και τη μητέρα της στις φλόγες. Συγκλονιστική ήταν όμως και η κατάθεση άλλης μάρτυρα που προηγήθηκε η οποία είδε τον πατέρα της για τελευταία φορά εκείνο το μοιραίο απόγευμα. Όπως είπε η μάρτυρας, ο πατέρας της κατέληξε λίγες ημέρες μετά τη φονική πυρκαγιά. Τα εγκαύματα που είχε υποστεί στάθηκαν μοιραία για τη ζωή του.
Συγκεκριμένα, η μάρτυρας Ευανθία Σιδέρη, η οποία έχασε το σύζυγό της και τη μητέρα της εκείνη την ημέρα, ζήτησε δικαίωση από το δικαστήριο και περιέγραψε και εκείνη, όπως εξάλλου και άλλοι μάρτυρες ένα σκηνικό…..Αποκάλυψης. «Γύρω στις 5: 45 είδα καπνό. Τρέχω στο κομπιούτερ κλειστό. Είχε κοπεί το ρεύμα. Η κόρη μου μυρίζει καπνό και επειδή είχε μια παλαιότερη εμπειρία παθαίνει κρίση πανικού. «Θα καούμε, θα πεθάνουμε!». Εγώ πάγωσα. Βγήκαμε έξω. Αυτοκίνητα παντού και κάποιοι παγωμένοι. Έτρεχε μπροστά η κόρη μου η Περσεφόνη, πίσω εγώ και η μητέρα μου και πιο πίσω ο άντρας μου. Κάποια στιγμή τον χάσαμε» κατέθεσε η συγκεκριμένη μάρτυρας για να προσθέσει: «Μπήκαμε στο μονοπάτι. Η μαμά μου εκείνη την ώρα μου λέει «δε θα τα καταφέρω, άφησε με». Της λέω πάμε. Φτάσαμε στα σκαλοπατάκια και ξαφνικά η κόρη μου φωνάζει «μαμά καίγεσαι!». Πετάω ρούχα και πέφτω στη θάλασσα, βλέπω δευτερόλεπτα πριν την κόρη μου να αρπάζει τη μάνα μου και να την τραβάει στη θάλασσα. Τις έχασα. Έπεσε μαύρο πέπλο παντού. Βρήκα μια ξέρα και κάθισα. Ούρλιαζα για ώρες. Και που σώθηκα είναι σαν να έχω πεθάνει. … Καμένα μωρά, καμένες μανάδες. Καίγανε τα πάντα. Ήταν ένα πράγμα ασύλληπτο. Ήμασταν μόνοι μας τελείως. Μετά από ώρες ήρθε ένα μεγάλο καΐκι. Να γίνεται χαμός. «Τους καμένους πρώτα!» να φωνάζουν. Ήρθε ο άντρας μου κατάμαυρος και λιποθύμησε. Πήρα τη κόρη μου τηλέφωνο, μου είπε πως δεν έβρισκε τη γιαγιά. Άρχισαν να ψάχνω σε ξέρες μέσα στη θάλασσα. Τα είδα όλα. Πτώματα σε κατάσταση Πομπηίας. Τη χάσαμε τη μητέρα μου και ο άντρας μου μερικούς μήνες μετά κατέρρευσε από αυτό και πέθανε στο νοσοκομείο. Ζητώ δικαίωση για τη μνήμη της μητέρας μου, του αντρούλη μου, της Χρύσας Σπηλιωτη που ήταν φίλη μου και για όλους όσους χάθηκαν άδικα».
Είχε προηγηθεί η κατάθεση της μάρτυρα Μαγδαληνής Τσέκου, η οποία έχασε τον πατέρα της. Με λυγμούς η μάρτυρας μίλησε για όσα βίωσε εκείνη την ημέρα. «Το σπίτι μου βρίσκεται 200 μέτρα από τη λεωφόρο Μαραθώνος. Στις 17.15 βλέπω καπνούς στο πίσω μέρος του βουνού. Σήκωσα τους γονείς μου, ο ουρανός μαύριζε», είπε η κ. Τσέκου στο δικαστήριο και συνεχίζοντας ανέφερε: «Κανένα κανάλι δεν έδινε κάποιο στοιχείο. Στις 17.30 φάνηκε και κόκκινο που σημαίνει ότι υπήρχα φωτιά. Σε κάποιο κανάλι είδαμε για φωτιά στην Καλλιτεχνούπολη. Ο αέρας ήταν πολύ δυνατός. Έμοιαζε η φωτιά να πηγαίνει Νέα Μάκρη. Δεν περνούσε ποτέ τη Μαραθώνος, λέγαμε. Συνεχώς δυναμώνει. Ένα κουκουνάρι πέρασε τη Μαραθώνος και ο πατέρας μου φωνάζει «φεύγουμε τώρα!». Μαζέψαμε χαρτιά. Είχε κοπεί το ρεύμα. Κάποια στιγμή οι φλόγες έρχονται πιο κοντά. «Μπροστά εσύ με τη μαμά και εγώ από πίσω σας με το αμάξι» μας είπε. Είχαμε δώσει ραντεβού να βρεθούμε όλοι στη Ραφήνα. Έφυγα με το αμάξι και τη μητέρα μου. Ο δρόμος ήταν γεμάτος φωτιά. Ένας άνθρωπος πήδηξε στο καπό του αυτοκινήτου. …. Σε όλη τη διαδρομή δεν έχω δει κανέναν υπεύθυνο. Καμία σειρήνα, καμπάνα, κάτι! Μόνο άνθρωποι φώναζαν. Στη διασταύρωση με τη Ραφήνα, πήρα ξανά τον πατέρα μου. Δεν το σήκωνε. Συναντιέμαι με την αδελφή μου και λέμε να γυρίσουμε στο λιμάνι της Ραφηνας γιατί ο μπαμπάς μπορεί να πέρασε το δρόμο με τη φωτιά. Φτάσαμε στο λιμάνι ρωτούσαμε για τον πατέρα μας. Κανείς δεν τον έχει δει».
Όπως είπε η μάρτυρας κατάφερε εν τέλει να μάθει μέσω μιας συγγενούς της ότι ο πατέρας της είχε διακομιστεί στον «Ευαγγελισμό». «Τον είδαμε μπαίνει στην εντατική. Είχε 85% εξωτερικά εγκαύματα και 35% εσωτερικά, ήταν από τις χειρότερες περιπτώσεις. Τον διασωλήνωσαν. Μας είπαν να περιμένουμε» είπε η κυρία Τσέκου και συνέχισε: «Ο πατέρας μου έφυγε στις 27 Ιουλίου. Από εκείνο το απόγευμα που φύγαμε από το σπίτι, δεν κατάφερα να του ξαναμιλήσω ποτέ…. Ο πατέρας μου προσπάθησε να βοηθήσει μια οικογένεια που είχαν ένα ανάπηρο άνθρωπο. Εγκλωβίστηκαν μέσα στο αμάξι, που είχε πάρει φωτιά. Ο πατέρας μου σύρθηκε στο έδαφος. Αυτό συνέβη στις 19.30 και μέχρι τις 21.00 κείτονταν κάτω. Τα ξέρω αυτά γιατί η γειτόνισσα κατάφερε να επιβιώσει και έδωσε συνέντευξη και τα έμαθα. Ο ανάπηρος σύζυγός της απανθρακώθηκε μαζί με την τετραμελή οικογένεια στης οποίας το αμάξι βρισκόταν. Αργότερα πέθανε κι εκείνη από επιπλοκές».
Πριν την έναρξη τω καταθέσεων, ο συνήγορος υπεράσπισης Θρασύβουλος Κονταξής, υπέβαλλε αίτημα στο δικαστήριο για αυτοεξαίρεση της προέδρου επειδή επέτρεψε την τοποθέτηση μέσα στην αίθουσα φωτογραφιών θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς. «Κλονίζεται η αμεροληψία σας έναντι των κατηγορουμένων. Δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας» είπε μεταξύ άλλων ο συνήγορος με το δικαστήριο, έπειτα από διάσκεψη να απορρίπτει το αίτημα αυτό. «Δεν τίθεται για κανένα μέλος της σύνθεσης ζήτημα αποχής ή αυτοεξαίρεσης. Ο καθένας από εμάς μπορεί να ασκήσει αμερόληπτα τα καθήκοντα του», είπε η πρόεδρος.
Η δίκη συνεχίζεται.