«Η κόρη μου δε μου έχει πει κάτι όλο αυτό τον καιρό για την σχέση της με τον συγκεκριμένο άντρα. Δεν ξέρω αν περνούσε καλά ή όχι. Αν και προσπαθώ να είμαι κοντά της, αυτή πολλές φορές είναι κλειστή και δε μου έλεγε τι την απασχολεί». Αυτά αναφέρει, μεταξύ άλλων στην κατάθεση που έδωσε στους αστυνομικούς η μητέρα της 19χρονης κοπέλας από την Ηλιούπολη, την οποία φέρεται να βίαζε ο πατέρας της και να κακοποιούσε και να εξέδιδε ένας αστυνομικός.
Συγκεκριμένα, η μητέρα της 19χρονης ανάφερε στην κατάθεση της στους αστυνομικούς, ότι δεν γνώριζε τίποτα για τα όσα βίωνε η κόρη της. Ωστόσο, ανέφερε πως ο σύζυγος της ήταν αυστηρός και τσακωνόταν συχνά με τα παιδιά.
Η μάρτυρας ανέφερε στην κατάθεσή της: «Έχω μία κόρη την Δ., η οποία είναι δίδυμη με το γιο μου και μέχρι πριν περίπου ένα μήνα έμενε μαζί μας, αλλά μετά έφυγε και μένει στο σπίτι ενός παιδιού, με το οποίο έχει σχέση. Ξέρω ότι το παιδί αυτό το λένε (…), είναι πάνω από 30 χρονών, όπως μου έχει πει η κόρη μου και ότι είναι αστυνομικός…Η κόρη μου έφυγε από το σπίτι πριν περίπου ένα μήνα, γιατί μάλωνε συνέχεια με τον πατέρα της. Ειδικά από την ηλικία των 16 χρονών και μετά μάλλον συνέχεια, σε καθημερινή σχεδόν βάση. Και τα δύο παιδιά μάλωναν με τον πατέρα τους, αλλά ειδικά η κόρη μου μάλωνε συνεχώς».
Καταθέτοντας για τον σύζυγο της, που σήμερα προφυλακίστηκε μετά την απολογία του, η μητέρα της 19χρονης είπε στους αστυνομικούς «Ο σύζυγος μου ήταν απότομος και πολύ αυστηρός με τα παιδιά, κυρίως από μία εγχείρηση που έκανε πριν 8-9 χρόνια και μετά. Από τότε έγινε πολύ αυστηρός, τους φώναζε συνέχεια και γι’ αυτό το λόγο μάλωνα και εγώ συνέχεια μαζί του. Γενικά είχαμε πολλά προβλήματα στο σπίτι και η κόρη μου, πριν ένα μήνα δεν άντεξε άλλο και έφυγε. Για να καταλάβετε πόσα προβλήματα υπήρχαν, κάποια στιγμή του είχα πει να πάει να δει ένα ψυχολόγο και αυτός μου έλεγε ότι δεν είναι τρελός και ότι εμείς πρέπει να πάμε να μας δει γιατρός….Τον τελευταίο καιρό ο άντρας μου με ρωτούσε συνέχεια που είναι η κόρη μας, αλλά εκείνη μου είχε ζητήσει να μην του πω τίποτα και να μην του πω που μένει.
Σε άλλο σημείο της κατάθεσης της η μάρτυρας αναφέρεται στην ημέρα που η κόρη της κατάφερε να απαλλαγεί από τον εφιάλτη που βίωνε. Επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Στις 10 Ιουλίου με πήρε τηλέφωνο η κόρη μου από ένα κινητό που δεν ήξερα και μου είπε ότι το δικό της έχει χαλάσει και με καλεί από το σύντροφό της. Μου είπε ότι είναι καλά και δε μιλήσαμε πολύ ώρα. Μετά από λίγη ώρα με πήρε τηλέφωνο από το ίδιο κινητό ο σύντροφός της και μου είπε ότι η κόρη μου έφυγε από το σπίτι και δεν ξέρει που έχει πάει κι αν μπορώ να πάω από κει να μιλήσουμε. Εγώ αγχώθηκα, πήρα ένα ταξί και πήγα στο σπίτι του όπου με περίμενε μόνος και μου είπε ότι μαλώσανε και της έδωσε ένα χαστούκι και εκείνη έφυγε απ’ το σπίτι. Τον ρώτησα γιατί το έκανε αυτό και μου είπε ότι νευρίασε, γιατί την είδα με δύο νεαρούς έξω από το σπίτι…».
«Δεν είμαι βιαστής»
Από την πλευρά του ο πατέρας της 19χρονης αρνήθηκε σήμερα στην ανακρίτρια την κατηγορία του βιασμού που του αποδίδεται λέγοντας στο απολογητικό του υπόμνημα ότι όλα είναι «προϊόν άδηλων ψυχοσυναισθηματικών διεργασιών της φερόμενης ως παθούσης κόρης μου».
Μάλιστα, κατά την παρουσία του στο ανακριτικό γραφείο ζήτησε την κατ’ αντιπαράσταση εξέταση του με την κόρη του, αλλά και την κλήση ως μάρτυρα του «δίδυμου αδελφού της που τυγχάνει αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας των οικογενειακών υποθέσεων», αλλά και της συζύγου του, προκειμένου να αποδειχθεί όπως φέρεται να είπε ότι δεν είναι βιαστής αλλά ότι υπήρξε ένας αυστηρός γονέας με παραδοσιακές και ηθικές αρχές…
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι λόγω προβλημάτων υγείας δεν θα μπορούσε να προχωρήσει σε ενέργειες σαν και αυτές που του καταλογίζονται, αφού όπως εξήγησε, εξαιτίας του θέματος αυτού, κατέφυγαν με τη σύζυγο του στη μέθοδο της εξωσωματικής.
Ακόμη αναφέρει ότι ενδιαφέρονταν για την κόρη του. «Είναι δεδομένο ότι είχα προστρέξει στο Αστυνομικό Τμήμα Αργυρουπόλεως για να δηλώσω την εξαφάνιση της κόρης μου διότι ανά τακτά χρονικά διαστήματα έφευγε από το σπίτι και η ίδια η κόρη μου. Μου είχε διαμηνύσει ότι σε περίπτωση που θα την ψάξω θα δηλώσει ότι την έχω βιάσει».
Επιπλέον, ο κατηγορούμενος αφήνει αιχμές για την σύζυγο του και συγκεκριμένα ότι του απέκρυπτε πληροφορίες για τη 19χρονη κόρη του. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η σύζυγός μου αν και γνώριζε τις κινήσεις της, φρόντιζε εντέχνως να με παραπλανά και να μου αποκρύψει την αλήθεια. Είχα εκφράσει πλειστάκις την ανησυχία μου για τις επαφές της με κάποιον D. και η σύζυγος μου με διαβεβαίωνε ότι πρέπει να διαχειριστεί το θέμα η λογοθεραπεύτρια – εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής Ρ.Γ».
Στο υπόμνημα του ο κατηγορούμενος προβάλλει τέσσερις ισχυρισμούς, προκειμένου να πείσει την ανακρίτρια ότι δεν έχει προβεί στην πράξη αυτή. Συγκεκριμένα υποστήριξε τα εξής:
«-Είναι αδιανόητο, πραγματικά και νομικά αδύνατο να βιάζεται η κόρη μου από τα 11 έτη και να μην έχει εξομολογηθεί το τραυματικό και κακοποιητικό γεγονός είτε στην μητέρα της, είτε στο δίδυμο αδερφό της είτε στη λογοθεραπεύτρια της, είτε σε κάποια φίλη της, είτε σε δημόσια αρχή ή δομή.
-Τυγχάνει αδιανόητο το γεγονός να ενθυμείται τον βιασμό της από τον πατέρα της στα πλαίσια διερευνώμενης υπόθεσης για εμπορία ανθρώπων.
-Είναι δεδομένο ότι ως πατέρας επιχειρούσα να έχω τον έλεγχο των εφήβων παιδιών μου, ετύγχανα αυστηρός αλλά ουδέποτε μετείλθα σωματικής βίας σε βάρος τους και ουδέποτε υπήρξα βιαστής, άλλως πατέρας – τέρας όπως παρουσιάζομαι.
-Η εν λόγω καταγγελία είναι πασιφανώς εκβιαστική και εκπορεύεται από σκοτεινά κίνητρα Και θεωρώ ότι ο ρόλος της συζύγου μου τυγχάνει πολλαπλώς ύποπτος, αφού αυτή είχε στενές επαφές με τον προαγωγό της κόρης μου αστυνομικό και σε κάθε περίπτωση αν δεν υπεθαλπτε έκνομες ενέργειες, είχε γνώμης αυτών».
Τέλος ο κατηγορούμενος ζητά να μην προφυλακιστεί και να αφεθεί ελεύθερος ή να του τεθούν περιοριστικοί όροι.