1. Είδαμε την προβολή που είχε η πρόσφατη τελετή αποφοίτησης των σπουδαστών της Σχολής Εθνικής Άμυνας (Σ.ΕΘ.Α). Ταυτόχρονα παρατηρήσαμε και τα σχόλια συναδέλφων: «Αυτοί καλά κάνουν και προβάλλουν τη Σχολή τους, εμείς τι κάνουμε με την αντίστοιχη; Πόσοι από τους Στρατηγούς της ΕΛAΣ έχουν βγάλει την Σχολή Εθνικής Ασφάλειας; Μάλλον δεν «ευκαιρούσαν»…Για να ακολουθήσει το σχόλιο άλλου συναδέλφου: « Στο δικό μας μετερίζι ένας κομματικός ή επιχειρηματικός εναγκαλισμός είναι αρκετός για την ιεραρχική αναρρίχηση. Για αυτό ουδέποτε η ιεραρχία θέλησε να καταστήσει τη φοίτηση στη Σχολή απαραίτητο τυπικό εφόδιο για ανέλιξη στους ανώτατους βαθμούς…».
2. Τονίζεται ότι σύμφωνα με το νόμο (άρθρο 29 παρ.1, εδ.γ΄ του π.δ.24/1997, όπως ισχύει) προακτέοι κρίνονται οι Αστυνομικοί Διευθυντές, Ταξίαρχοι και Υποστράτηγοι, που (εκτός της βαθμολογίας) επιπλέον διαθέτουν και (α) Ευρεία διοικητική και επιτελική πείρα και ικανότητα (β) Γενικότερη επαγγελματική κατάρτιση που συνάγεται από την όλη σταδιοδρομία τους ως αξιωματικών και ειδικότερα από την ευδόκιμη αποφοίτησή τους από τις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας (σ.σ. εδώ περιλαμβάνεται και η Σχολή Εθνικής Ασφάλειας) και την επίδοσή τους σε αυτές. Η κατοχή τίτλων σπουδών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, η γνώση ξένων γλωσσών και η ευδόκιμη αποφοίτηση από τις Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ενισχυτικά στοιχεία. Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα; Πως κρίνουν τα Συμβούλια; Εφαρμόζουν τη νομολογία; Μελετούν τα στοιχεία των αξιωματικών και κρίνουν με βάση αυτά; Ή μήπως τελικά υπογράφουν τις λίστες που προσάγονται;;;
3. Δυστυχώς επικρατεί ένα είδος «πελατειακού» συστήματος, όπου «επιλέγεται» (στην περίπτωση της Ηγεσίας της Αστυνομίας με απόλυτη διακριτική ευχέρεια-άρθρο 39 π.δ.24/1997) αυτός που θα φέρει τις μικρότερες αντιρρήσεις και θα κάνει τη δουλειά σύμφωνα με τις επιθυμίες. Αυτός που θα είναι απλός διαχειριστής ή με άλλα λόγια το …delivery boy. Το εν λόγω «σύστημα-καθεστώς», οδηγεί στην αδράνεια-απραξία γενικώς των αξιωματικών, οι οποίοι κοιτάζουν τις δημόσιες σχέσεις, να είναι δηλ. απλώς αρεστοί και όχι αποτελεσματικοί.
4. Το πρόβλημα επιτείνεται και από την έλλειψη συγκριτικής κρίσης. Στο ότι δηλαδή κάποιος δεν μπορεί να επικαλεστεί, ότι προήχθη ο άλλος με χαμηλότερες βαθμολογίες, έλλειμμα ουσιαστικών προσόντων και κυρίως χωρίς ευρεία διοικητική και επιτελική πείρα (κάποιοι δεν άσκησαν διοίκηση, δεν υπηρέτησαν καθόλου σε Τμήματα ή έκαναν μόνο τον «τροχονόμο»). Η κρίση είναι ατομική. Ο καθένας κρίνεται με τα στοιχεία του δικού του φακέλου. Έτσι τα συμβούλια, παρά την πάγια νομολογία και τη βεβαιότητα ακύρωσης των πράξεων, από τη μια μεριά αποστρατεύουν όποιον θέλουν και από την άλλη προάγουν ακόμη και αυτόν που έχει χειρότερες βαθμολογίες (ακόμη και «ποινικό βιογραφικό») και δεν συγκεντρώνει τα ελάχιστα προβλεπόμενα προσόντα, αφού κανείς (προφανώς ο ενδιαφερόμενος δεν το κάνει) δεν μπορεί να προσβάλει τις εν λόγω πράξεις. Το βλέπουμε και σήμερα. Με αυτό τον τρόπο στο Σώμα μπορεί να μένουν οι μέτριοι-καλοί και να αποστρατεύονται οι άριστοι. Γι αυτό είχαμε προτείνει ένα σύστημα προαγωγών, οιονεί συγκριτικό, με αντικειμενικά κριτήρια-μόρια!!!
5. Στην πράξη δηλ. ακολουθείται ένα «άτυπο σιωπηρό αλισβερίσι». Οι «κομμένοι» αξιωματικοί, αντί να καταγγείλουν τις αυθαιρεσίες, εγκλωβίζονται σε μια ιδιότυπη ετήσια ομηρία (βλ. άρθρο 55 παρ.1 π.δ.24/1997) και εξαναγκάζονται να υποβάλουν αίτηση επανάκρισης (σ.σ. ενδικοφανή προσφυγή) ενώπιον του Δευτεροβαθμίου Συμβουλίου Κρίσεων ευελπιστώντας (και εκλιπαρώντας) για αποκατάσταση. Και έτσι αποφεύγουν να στραφούν ενδεχομένως εναντίον των υπευθύνων με μηνύσεις και αγωγές. Σε κάθε περίπτωση φοβούνται την «εκδίκηση» της Διοίκησης.
6. Οι εν λόγω πρακτικές πρέπει να αλλάξουν. Τα ίδια τα μέλη των Συμβουλίων οφείλουν να αναλογιστούν τον όρκο τους και να αναλάβουν τις ευθύνες τους, απέναντι στο Σώμα αλλά και στην Κοινωνία. Δεν πρέπει να γίνονται «όργανα» πολιτικών, κομματικών ή άλλων επιδιώξεων. Πρέπει να σέβονται πρώτα τον εαυτό τους και μετά τους συναδέλφους τους, τους οποίους απομακρύνουν πρόωρα και «βάναυσα» και οι οποίοι τις περισσότερες φορές είναι και καλύτεροι από τους ίδιους. Το να δέχονται και να υπηρετούν τέτοιες πρακτικές ενέχει δόλο και συνιστά παράβαση καθήκοντος και προσβολή της προσωπικότητας των αξιωματικών. Επιτέλους ας εφαρμόσουν τη νομοθεσία και τη νομολογία!!!
Του Νικολάου Αθ. Μπλάνη Αντιστράτηγου Αστυνομίας ε.α.