Παρέμβαση για τις γυναικοκτονίες έκανε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης του ε άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα Σαββατοκύριακο», υπό τον τίτλο «Ας δώσουμε νόημα στον όρο “γυναικοκτονία”».
Την ανάγκη να προσεγγίσουμε τις αιτίες της απειλής και τις συνθήκες που τη διαμορφώνουν, υπογραμμίζει ο πρωθυπουργός.
Αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι «τους τελευταίους μήνες σκιάζουν, δυστυχώς, συχνές ειδήσεις ενδοοικογενειακής βίας και ωμών δολοφονιών γυναικών από τους συντρόφους τους. Πρόκειται για την πιο ανατριχιαστική εκδοχή της αντίληψης ότι ο άνδρας είναι, τάχα, και ιδιοκτήτης όποιας βρίσκεται δίπλα του. Για μία συμπεριφορά εξουσιαστικής επιβολής του πιο δυνατού στον πιο αδύναμο. Και, τις περισσότερες φορές, για την αιματηρή κορύφωση μιας χρόνιας σωματικής και ψυχικής κακοποίησης που έχει προηγηθεί στον οικογενειακό μικρόκοσμο ή στα υπόγεια των διαπροσωπικών σχέσεων».
Επισημαίνοντας ότι οι γυναικοκτονίες μας αφορούν όλους, Πολιτεία, φορείς και πολίτες καθώς και ότι «η θέση μας είναι μόνο μία: δίπλα στη γυναίκα, απέναντι στη βία!», τονίζει ότι ως πατέρας δύο κοριτσιών και σύζυγος συμμερίζεται την αγανάκτηση που προκαλούν αυτά τα εγκλήματα, αλλά και ότι ως πρωθυπουργός θα συνεχίσει να μάχεται για να εκριζωθούν από την κοινωνία μας.
Ακολούθως αναφέρεται αναλυτικά στις απαντήσεις που δίνει η Πολιτεία (44 συμβουλευτικά κέντρα που έχουν βοηθήσει 44.200 γυναίκες με προβλήματα στο σπίτι, 19 δομές που λειτουργούν σε ισάριθμες πόλεις, γραμμή SOS για συμπαράσταση όλο το 24ωρο, 6 γραφεία σε αστυνομικά τμήματα και εκπαιδευμένα στελέχη της ΕΛΑΣ για την ενδοοικογενειακή βία).
«Απέναντι σε τέτοια φαινόμενα κανείς δεν αρνείται ότι κάθε κρατική δράση μοιάζει μικρή μπροστά στις ανάγκες που μεγεθύνονται», επισημαίνει. Ακόμη πως «μία κοινωνία οφείλει να βλέπει κατάματα τα προβλήματά της ακόμη και αν πρέπει να στραφεί με τόλμη στον καθρέφτη της».
Κλείνοντας υπογραμμίζει ότι είναι γόνιμο να ακουστούν οι θέσεις όλων. «Όμως ολοκληρωμένα και τεκμηριωμένα. Η κυβέρνηση κάνει ήδη πράξη τις δικές της. Μένει έτοιμη, ωστόσο, να υιοθετήσει κάθε άλλη πρόταση ευθύνης».
Το άρθρο του Κυριάκου Μητσοτάκη
«Κάθε γυναίκα, όμως, είναι η κόρη, η αδελφή, η φίλη μας. Κι ακόμη, η γειτόνισσα με την οποία ανταλλάσσουμε μία «καλημέρα». Ή η άγνωστη περαστική στον δρόμο μας. Όλες αυτές έχουν, πριν απ’ όλα, δικαίωμα στη ζωή. Οι γυναικοκτονίες, συνεπώς, μας αφορούν όλους. Πολιτεία, φορείς, πολίτες. Γι’ αυτό και η θέση μας είναι μόνο μία: δίπλα στη γυναίκα, απέναντι στη βία! Ως πατέρας δύο κοριτσιών και σύζυγος, λοιπόν, πρώτος εγώ συμμερίζομαι την αγανάκτηση που προκαλούν αυτά τα εγκλήματα. Και ως πρωθυπουργός θα συνεχίσω να μάχομαι για να εκριζωθούν από την κοινωνία μας.
Μπορεί η Ελλάδα να βρίσκεται πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε αυτόν το δείκτη της φρίκης. Μπορεί, επίσης, να μην πρόκειται για μια νέα μορφή εγκλήματος, καθώς, άλλοτε, τα περιστατικά αυτά ονομάζονταν -κακώς- «εγκλήματα πάθους». Εξωραΐζαμε, έτσι, τον θύτη και τα κίνητρά του, κάνοντας αόρατο για δεύτερη φορά το θύμα. Ο όρος, επομένως, είναι κοινωνικά και πολιτικά χρήσιμος. Διότι καταδεικνύει με την έμφαση που απαιτούν οι σύγχρονοι καιροί ένα παλιό έγκλημα. Αλλά υπογραμμίζει με νέους όρους και μία διαχρονική αδικία απέναντι στις γυναίκες.
Τα στοιχεία, ωστόσο, μαρτυρούν πως η απειλή πολιορκεί, πλέον, και τη δική μας χώρα: τα 10 τελευταία χρόνια είχαμε 10 γυναικοκτονίες ετησίως. Και μέσα στο 2022 θρηνούμε, ήδη, 7 επιβεβαιωμένα περιστατικά με γυναίκες-θύματα. Πρόκειται, λοιπόν, για πρόβλημα παγκόσμιο, διαρκές και διαταξικό. Που η πανδημία επέτεινε σε όλες τις χώρες. Και το οποίο απαιτεί μόνιμη στρατηγική. Διεθνή ανταλλαγή εμπειρίας. Και ενιαία κοινωνική απάντηση. Μακριά από εύκολα συνθήματα, επιπόλαιες προσεγγίσεις και ανέξοδες κομματικές πατρωνίες.
Εξηγούμαι: χρησιμοποιώ τη λέξη «γυναικοκτονίες» για να προσδιορίσω ακριβέστερα το είδος αυτών των εγκλημάτων -και όχι, προφανώς, για να τις ταξινομήσω νομικά. Γιατί τότε θα διαχώριζα την αξία της ανθρώπινης ζωής με μόνο κριτήριο το φύλο ή την ηλικία, υποτιμώντας άλλες, εξίσου απεχθείς πράξεις. Όπως την εξόντωση ενός μικρού παιδιού ή τον φόνο ενός ανήμπορου γέροντα. ‘Αλλωστε, το όνομα ενός αδικήματος ούτε το αποτρέπει, ούτε το τιμωρεί. Πολύ περισσότερο, που ο Ποινικός Κώδικας τον οποίο αλλάξαμε και ψηφίσαμε προβλέπει, πλέον, ισόβια για τέτοια εγκλήματα.
Αξίζει, συνεπώς, να μας απασχολήσουν κυρίως τα κίνητρα και το περιβάλλον μέσα στο οποίο δρομολογούνται οι γυναικοκτονίες. Αλλά με τρόπο νηφάλιο. Ώστε οι αρχές του Κράτους Δικαίου να μην υποτάσσονται στις εντυπώσεις της επικαιρότητας. Από την πλευρά της, η Πολιτεία δίνει τις πρώτες απαντήσεις της: τα 44 Συμβουλευτικά Κέντρα έχουν βοηθήσει έως τώρα 44.200 γυναίκες με προβλήματα στο σπίτι. Σχεδόν 4.000 γυναίκες και παιδιά φιλοξενήθηκαν σε 19 δομές που λειτουργούν σε ισάριθμες πόλεις. Και η «γραμμή SOS» 15900 παρέχει άμεση συμπαράσταση, όλο το 24ωρο.
Ταυτόχρονα, ιδρύθηκαν 6 Γραφεία σε αστυνομικά τμήματα, με 90 εκπαιδευμένα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. και αποκλειστικό προσανατολισμό την ενδοοικογενειακή βία. Μόνο στο πρώτο 7μηνο του 2022, και ύστερα από σχετικές επιχειρήσεις, οδηγήθηκαν στη Δικαιοσύνη 5.141 δικογραφίες. Ενώ περισσότεροι από 1.200 αστυνομικοί πήραν μέρος σε ειδικά σεμινάρια για εγκλήματα αυτής της κατηγορίας. Με άλλα λόγια, την φροντίδα των αθώων γυναικών συνοδεύει η τιμωρία των ένοχων ανδρών. Αλλά και στον τομέα αυτόν τα βήματα που απομένει να γίνουν είναι πολλά…
Η ζωή αποδεικνύει, πάντως, ότι η καταστολή είναι η μία μόνο όψη της αντιμετώπισης της έμφυλης βίας. Χρειάζεται διαρκής δουλειά και σε πολλά επίπεδα. Γι’ αυτό και το ίδιο πνεύμα προστασίας της γυναίκας διαπερνά οριζόντια όλες τις επιλογές μας: από την καθιέρωσή της στην Εργασία, ώστε να κινηθεί αυτόνομα και στην Κοινωνία, μέχρι το Ολοήμερο Σχολείο ή τις Νταντάδες της Γειτονιάς, ώστε να διευκολυνθεί και στην καθημερινή ζωή της. Και από τις ρυθμίσεις που την θωρακίζουν στο παρόν έως τα μαθήματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης που ωριμάζουν τις νέες γενιές στο μέλλον.
Απέναντι σε τέτοια φαινόμενα κανείς δεν αρνείται ότι κάθε κρατική δράση μοιάζει μικρή μπροστά τις ανάγκες που μεγεθύνονται. Θα πρέπει, όμως, και να αναγνωρίσει πως η οργανωμένη Πολιτεία είναι εδώ! Αφουγκράζεται, δρα και προσπαθεί! Όπως και κανείς δεν μπορεί να διεκδικεί το μονοπώλιο της ευαισθησίας, που προσωπικά διακρίνω σε όλες τις Ελληνίδες και όλους τους Έλληνες. Σε αυτήν απευθύνονται, άλλωστε, οι σκέψεις που καταθέτω. Προς προβληματισμό και συζήτηση. Όχι μόνο μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων. Αλλά και μέσα σε κάθε οικογένεια, σε κάθε παρέα.
Γιατί μία κοινωνία οφείλει να βλέπει κατάματα τα προβλήματά της ακόμη και αν πρέπει να στραφεί με τόλμη στον καθρέφτη της. Να συνειδητοποιεί ευθύνες, να κατανέμει ρόλους και να κρίνει αποτελέσματα. Αναλαμβάνοντας, ωστόσο, και η ίδια δράση στο μέτωπο της καθημερινότητας. Πώς; Σπάζοντας την ένοχη αδιαφορία και τη συνένοχη σιωπή. Καταγγέλλοντας την αδικία δίπλα μας. Απλώνοντας το χέρι σε όποια γυναίκα απειλείται. Και, βέβαια, διαπαιδαγωγώντας το περιβάλλον γύρω μας σε μία κουλτούρα ισότητας και δικαιωμάτων για όλους.
Όσο για τα κόμματα, θεωρώ ότι πέρα από την ονοματοδοσία είναι αναγκαίο να τα απασχολήσει κυρίως η ουσία του προβλήματος. Στον δημόσιο διάλογο, λοιπόν, ας συμφωνήσουμε στον όρο «γυναικοκτονία», αφήνοντας τη Δικαιοσύνη να προσδιορίζει εκείνη το βάρος κάθε ανθρωποκτονίας. Και ας προσεγγίσουμε τις αιτίες της απειλής και τις συνθήκες που τη διαμορφώνουν. Θα ήταν γόνιμο να ακουστούν οι θέσεις όλων. Όμως ολοκληρωμένα και τεκμηριωμένα. Η κυβέρνηση κάνει ήδη πράξη τις δικές της. Μένει έτοιμη, ωστόσο, να υιοθετήσει κάθε άλλη πρόταση ευθύνης».