Για πρώτη φορά τα κόμματα θα εμπλέξουν τις Ένοπλες Δυνάμεις στο προεκλογικό παιχνίδι και μάλιστα σε μία από τις δυσκολότερες για τα ελληνοτουρκικά συγκυρία.
Τo Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥΣΕΑ) ανανέωσε τη Δευτέρα για έναν ακόμη χρόνο τη θητεία του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, στρατηγού Κωνσταντίνου Φλώρου, η οποία έληγε, κάνοντας χρήση της δυνατότητας παράτασης που υπάρχει (για 3+1 χρόνια). Ο πρωθυπουργός εξέφρασε την απόλυτη εμπιστοσύνη του στο πρόσωπο του στρατηγού Φλώρου και εκείνος δήλωσε ότι θα συνεχίσει απερίσπαστος την εκτέλεση των καθηκόντων του.
Σε άλλες συνθήκες οι δηλώσεις αυτές θα εκλαμβάνονταν ως τυπικές και συνήθεις, όπως και η ίδια η παράταση της θητείας του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων, χωρίς να προκαλούν κάποιο ενδιαφέρον. Αυτήν τη φορά όμως όλα ήταν διαφορετικά και ασυνήθιστα, όχι μόνο λόγω της κατάστασης που υπάρχει με την Τουρκία, που απειλεί εδώ και καιρό ότι θα εισβάλει ξαφνικά, ένα βράδυ. Η ανανέωση της θητείας του στρατηγού Φλώρου έγινε μετά από μακρά περίοδο στοχοποίησής του, η οποία είχε ξεκινήσει πριν από τα Χριστούγεννα και αρκετοί τη συσχέτιζαν με τις προμήθειες εξοπλιστικών και τους ομίλους που δεν κατάφεραν να προωθήσουν τα προϊόντα τους.
Η ανακοίνωση του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας μιλούσε για πρωτοφανή στην ελληνική πολιτική ιστορία επίθεση λάσπης που «επεκτείνεται σε τεχνηέντως κατασκευασμένα αφηγήματα περί δήθεν περιουσίας του ιδίου ή μελών της οικογένειάς του».
Ορισμένοι έδιναν κι άλλες, πιο απλές εξηγήσεις, που απαντούσαν στο ερώτημα ποιος ωφελείται. Ακολούθησαν δημοσιεύματα περί παρακολούθησής του, τα οποία επικαλέστηκαν κάποιοι θέτοντας ευθέως θέμα παραίτησής του.
Η κλιμάκωση ήρθε με τις κατηγορίες για «αγορά σπιτιού με μαύρο χρήμα», αν και αυτές δεν συνοδεύτηκαν με στοιχεία που μπορούσαν να τις τεκμηριώσουν. Διπλωματικές πηγές ανέφεραν ότι οι εκάστοτε επικεφαλής των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων γνωρίζουν ότι από την πρώτη στιγμή που θα αναλάβουν τα καθήκοντά τους, οι υπηρεσίες συγκεκριμένης χώρας «θα κάνουν τα πάντα φύλλο και φτερό» αναζητώντας οποιοδήποτε στοιχείο εναντίον τους.
«Γι’ αυτό κανένας λογικός δεν θα τοποθετούσε σε τέτοια θέση κάποιον ευάλωτο».
Παρότι κανείς δεν προσάπτει στον στρατηγό Φλώρο κάποια κατηγορία σχετικά με τα καθήκοντά του αλλά και καμία άλλη κατηγορία, όπως αυτή περί αγοράς σπιτιού που δεν στοιχειοθετείται, ο ΣΥΡΙΖΑ έθεσε θέμα Φλώρου επιτακτικά, επικαλούμενος το δημοσίευμα της εφημερίδας «Documento» για παρακολούθησή του από την ΕΥΠ. Στον φιλικό προς την αξιωματική αντιπολίτευση Τύπο υπήρχαν άρθρα που έλεγαν ότι ο στρατηγός Φλώρος πρέπει να παραιτηθεί και η εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Πόπη Τσαπανίδου, ζήτησε από την κυβέρνηση να απαντήσει εάν η ΕΥΠ παρακολουθούσε τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων.
Αυτή είναι οπωσδήποτε μια πολύ παράξενη κατάσταση, στην οποία η χώρα τα τελευταία πολλά χρόνια δεν έχει ξαναβρεθεί και σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα θα αποτελούσε τουλάχιστον σκάνδαλο η αξιωματική αντιπολίτευση να λέει ότι παρακολουθείται ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και η κυβέρνηση να λέει ότι δεν το γνωρίζει και τελικά όλοι να αντιδρούν σαν να μη συμβαίνει και κάτι τρομερό. Τόσο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ όσο και το Μαξίμου αντιπαρατίθενται με μισόλογα, μαρτυρώντας ότι και οι δύο γνωρίζουν περισσότερα απ’ όσα λένε. Κυρίως κανένας από τους δύο δεν κατονομάζει την πηγή των πληροφοριών περί παρακολούθησης του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων, είτε για να την επικαλεστεί ως τεκμήριο εγκυρότητας της πληροφορίας είτε για να την καταγγείλει, ζητώντας διερεύνηση της υπόθεσης.
Το πινγκ πονγκ
Το τελευταίο επεισόδιο ξεκίνησε με την ανακοίνωσή του ΣΥΡΙΖΑ, που ακολούθησε την ανακοίνωση της υποψηφιότητας Μητσοτάκη στον Έβρο: «Αντί ο κ. Μητσοτάκης να παριστάνει τον εγγυητή της εθνικής ασφάλειας και να ανακοινώνει την υποψηφιότητά του στον Έβρο, καλό είναι να εξηγήσει στον ελληνικό λαό για ποιον λόγο παρακολουθούσε όλη την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων», ανέφεραν. «Εκτός κι αν όλα είναι ψέματα», αλλά, «αν είναι ψέματα, γιατί τρέμει τον έλεγχο της ΑΔΑΕ στους παρόχους και με θράσος καλεί την Ανεξάρτητη Αρχή να συμμορφωθεί με τον νόμο συγκάλυψης που ψήφισε;» ρωτούσαν.
Την ίδια μέρα ο ΣΥΡΙΖΑ επανήλθε με νέα ανακοίνωση, επικαλούμενος αυτήν τη φορά «νέες αποκαλύψεις της εφημερίδας «Documento», σύμφωνα με τις οποίες η ΕΥΠ, που υπάγεται στον κ. Μητσοτάκη, όχι μόνο παρακολουθούσε τον Α/ΓΕΕΘΑ κ. Φλώρο αλλά είχε καταγράψει και ενδείξεις για μαύρο χρήμα», και κάλεσε τον πρωθυπουργό να απαντήσει αν «παρακολουθούσε τον κ. Φλώρο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για να τον εκβιάζει αναφορικά με τις αποφάσεις για τα εξοπλιστικά προγράμματα δισεκατομμυρίων που ήθελε να ελέγχει το Μέγαρο Μαξίμου». Και προσέθετε: «Διαψεύδει τις αποκαλύψεις; Διότι εάν ισχύουν, ο μόνος λόγος για να τον κρατά στη θέση του είναι για να εκβιάζει τον αρχηγό του στρατεύματος».
Δεν ανέφερε ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ τι σημαίνει το να μην ισχύουν οι αποκαλύψεις, αφού, όπως φαίνεται από την υποθετική πρόταση που χρησιμοποιεί η ανακοίνωση σε αυτό το σημείο, δεν εκφράζει απόλυτη βεβαιότητα για την εγκυρότητα των αποκαλύψεων που επικαλείται.
Η κυβέρνηση, απαντώντας διά του εκπροσώπου της, μίλησε για «υπονόμευση των Ενόπλων Δυνάμεων από τον ΣΥΡΙΖΑ με ατεκμηρίωτο και απολύτως αναξιόπιστο υλικό από ρυπαρά δίκτυα» σε μια συγκυρία «κρίσιμη για την εθνική ασφάλεια». Ο κ. Οικονόμου άφησε και αιχμές όμως ‒στις οποίες και περιορίστηκε‒ προς τον ΣΥΡΙΖΑ, ρωτώντας ρητορικά: «Αλήθεια, ποια είναι η διαδρομή αυτού του υποτιθέμενου υλικού;». Ξανατόνισε ότι η κυβέρνηση περιβάλλει με «απόλυτη εμπιστοσύνη» την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων και ότι αυτή την εμπιστοσύνη δεν θα την κλονίσει κανείς. Υποστήριξε επίσης ότι η κυβέρνηση «είναι αποφασισμένη, και προπάντων ικανή, να μην επιτρέψει σε κανέναν, έσωθεν ή έξωθεν, να αποδυναμώσει και να πλήξει την Ελλάδα» και ότι η Δικαιοσύνη με το έργο της θα απαντήσει «με ποιον τρόπο και για ποιους σκοπούς διοχετεύεται συστηματικά, από ρυπαρά δίκτυα τέτοιο περιεχόμενο προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις».
Αυτά είπε επισήμως. Η κυβέρνηση δηλαδή, ενώ αφήνει σαφείς αιχμές, δεν δίνει στην ουσία καμία απάντηση ούτε για το αν παρακολουθούσαν ή δεν παρακολουθούσαν και ποιοι τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, αν και το θέμα, όπως αναγνωρίζει, αφορά την εθνική ασφάλεια της χώρας και είναι πολύ σοβαρό. Ανεπισήμως, τα κυβερνητικά στελέχη αφήνουν υπονοούμενα για δίκτυα μέσα στην ΕΥΠ που σχετίζονταν με τον ΣΥΡΙΖΑ ή και με επιχειρηματίες, τα οποία δρούσαν αυτόνομα χωρίς η κυβέρνηση να γνωρίζει τίποτα. Όλα αυτά τα αποδίδουν, χωρίς να το λένε ευθέως, σε ανικανότητα της προηγούμενης ηγεσίας της ΕΥΠ να εντοπίσει την δράση τους. Η προηγούμενη ηγεσία της ΕΥΠ, όμως, ήταν επιλογή του πρωθυπουργού, την οποία είχε υποστηρίξει με ένταση όταν δεχόταν κριτική ως ακατάλληλη. Τώρα τα κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονται ότι η κατάσταση στην ΕΥΠ είναι διαφορετική. «Ο διοικητής που ανέχθηκε ή δεν αντιλήφθηκε την κατάσταση αυτή άλλαξε, τα δίκτυα εντοπίστηκαν και όσοι έβλαψαν την ΕΥΠ έχουν απομονωθεί» λένε, αλλά όσο οι εξηγήσεις δεν δίνονται θεσμικά και με διαφάνεια, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τι πραγματικά έχει συμβεί.
Το πινγκ πονγκ, πάντως, συνεχίστηκε. Ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε μια μέρα έβγαλε τρεις ανακοινώσεις επιμένοντας: «Ο τελευταίος που δικαιούται να μιλά για υπονόμευση των Ενόπλων Δυνάμεων και της εθνικής ασφάλειας είναι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μιας κυβέρνησης που λειτουργεί ως παρακράτος, βάζοντας την ΕΥΠ να παρακολουθεί την ηγεσία του στρατεύματος», έλεγαν στην τρίτη ανακοίνωση. «Εάν ο κ Μητσοτάκης δεν διαψεύσει ρητά και κατηγορηματικά τις αποκαλύψεις για την παρακολούθηση από την ΕΥΠ της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων και ειδικότερα του αρχηγού ΓΕΕΘΑ κ. Φλώρου, απλώς επιβεβαιώνει πως θέλει τον αρχηγό του στρατεύματος στη θέση του εκβιαζόμενο», κατέληγαν.
Απάντηση έδωσε και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ με ανακοίνωση που έβγαλε το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας για πρώτη και τελευταία φορά για το θέμα, αναφερόμενο σε «επιχειρούμενη υπονόμευση του ηθικού κύρους και της ακεραιότητας του αρχηγού ΓΕΕΘΑ» που είναι «υποκινούμενη και εξυπηρετεί αλλότρια συμφέροντα».
Η ανακοίνωση του Γενικου Επιτελείου Εθνικής Άμυνας μιλούσε για πρωτοφανή στην ελληνική πολιτική ιστορία επίθεση λάσπης που «επεκτείνεται σε τεχνηέντως κατασκευασμένα αφηγήματα περί δήθεν περιουσίας του ιδίου ή μελών της οικογένειάς του». Ανέφερε ότι η οικονομική κατάσταση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ είναι αυτή που περιγράφεται λεπτομερώς στα «πόθεν έσχες» και είναι στη διάθεση των αρμοδίων.
«Οι δήθεν ισχυρισμοί είναι απολύτως ψεύτικοι, συκοφαντικοί, αναπόδεικτοι και εκτός πάσης πραγματικότητας», ανέφερε η ανακοίνωση, προειδοποιώντας στο τέλος ότι «ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ επιφυλάσσεται παντός νομίμου δικαιώματός του και συνεχίζει να ασκεί απρόσκοπτα τα καθήκοντα που η πατρίδα τού έχει αναθέσει, πιστός στον όρκο του, στο Σύνταγμα και στους νόμους του κράτους».
Με την απάντηση αυτή ο στρατηγός Φλώρος ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να παραιτηθεί για ισχυρισμούς που καταγγέλλει ως συκοφαντίες, ενώ αναμένεται να κινηθεί και νομικά, όπως περίπου προανήγγειλε. Το θέμα των παρακολουθήσεων, όμως, το αφήνει κατά κάποιον τρόπο ανοιχτό (αν έγιναν, από ποιους και γιατί), όπως και η κυβέρνηση, τονίζοντας όμως ότι η σχέση εμπιστοσύνης του με την πολιτική ηγεσία και το ΚΥΣΕΑ είναι ακλόνητη. Μη επιβεβαιωμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι ο στρατηγός Φλώρος έχει τις απαντήσεις για όσα έχουν συμβεί και δεν πρόκειται να επανέλθει με καμία άλλη ανακοίνωση. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι σε δεύτερο χρόνο θα κινηθεί δικαστικά.
Η κυβέρνηση εξακολουθεί να μη φωτίζει το θέμα των παρακολουθήσεων, καθώς δεν διαψεύδει την ύπαρξή τους. Απλώς δεν δέχεται ότι τις έκανε αυτή και αφήνει αιχμές για παράνομα και αυτονομημένα δίκτυα μέσα στην ΕΥΠ που έκαναν υποκλοπές εν αγνοία του (πρώην) διοικητή της και τα οποία τώρα διοχετεύουν το υλικό. Αυτό δεν το λέει επίσημα, καθώς μια τέτοια ομολογία θα την εξέθετε σχεδόν εξίσου με το αν έλεγε ότι αυτή παρακολουθούσε. Οπότε περιορίζεται στις αιχμές για «ρυπαρά δίκτυα», χωρίς να δίνει άλλες εξηγήσεις. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι η αξιοποίηση των παρακολουθήσεων είναι επικερδής γι’ αυτόν και δεν πρόκειται να τη σταματήσει μέχρι τις εκλογές, αν και υπάρχουν (λίγες) φωνές μέσα στο κόμμα που διαφωνούν με την εμπλοκή των Ενόπλων Δυνάμεων και θα ήθελαν να τις αφήσουν έξω από το σκληρό προεκλογικό παιχνίδι.
Πηγή: lifo.gr