Η Πανελλαδική Ομοσπονδία Ενώσεων Στρατιωτικών (ΠΟΕΣ) εξέδωσε ανακοίνωση με θέμα: «Μέτρα Μέριμνας Προσωπικού».
Η ανακοίνωση
Κύριε Υπουργέ.
Με οργή και αγανάκτηση οι Ελληνίδες και οι Έλληνες στρατιωτικοί είδαν μόλις τρεις ημέρες πριν τις εκλογές να δημοσιεύεται η νέα, (γ) σχετική ΥΑ, η οποία στο πλαίσιο του εμπαιγμού και της συστηματικής απαξίωσης που έχει καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια, ονομάστηκε με περισσό θράσος «ευεργετικά μέτρα και διοικητικές διευκολύνσεις», προς αντικατάσταση της (β) σχετικής που ίσχυε από το 2011 και που, όπως έχουμε αναδείξει κατ’ επανάληψη στο παρελθόν, έχρηζε πολλών διορθώσεων. Ωστόσο, αντί διορθώσεων επήλθε ένας ακόμα Αρμαγεδδών εις βάρος του «συντελεστή ισχύος».
Η νέα «ευεργετική» ΚΥΑ που αναμένεται να ταλαιπωρήσει χιλιάδες στελέχη και τις οικογένειές τους, φέρνει ελάχιστες θετικές ρυθμίσεις που καθίστανται σχεδόν αμελητέες από σειρά εξοντωτικών προϋποθέσεων και όρων, προκειμέ νου να υπάρξει αξιοποίηση των «ευεργετικών μέτρων». Ο σκοπός της ΚΥΑ δεν μπορεί να κρυφτεί: όπως θα αποδείξουμε και στη συνέχεια, η ΚΥΑ προορίζεται να αποκλείει το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό δικαιούχων. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα κείμενο που εξυπηρετεί την Υπηρεσία και όχι τους στρατιωτικούς.
Τα πολύ σοβαρά προβλήματα που (μεταξύ άλλων) εμπεριέχει μπορούν να παρατεθούν ως εξής:
α. Ήδη από τους ορισμούς δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα σε στελέχη που σχετίζονται με ΑμεΑ, τα οποία για έναν ανεξήγητο λόγο αντιμετωπί ζονται από εχθρικά έως εκδικητικά. Πιο συγκεκριμένα:
(1) Αυστηροποιείται ο ορισμός των ΑμεΑ αφού προστίθεται, κατ’ ε μάς εντελώς αυθαίρετα, η προϋπόθεση για «ανικανότητα για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα ή εργασία και τα ανήλικα άτομα με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%)» (άρθρο 1, παρα.β). Το γεγονός αυτό, που μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί.
(2) Ενώ μέχρι σήμερα απαιτείτο η πιστοποίηση (γνωμάτευση) της αναπηρίας ή ασθένειας από το «οικείο Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ)», πλέον προστίθεται η προϋπόθεση της πιστοποίησης της «ανικανότητας για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα ή εργασία», ενέργεια που προκαλεί εύλογες απορίες για την, εμφανώς, σκόπιμη ασάφειά της, προφανώς για να παρέχει τη δυνατότητα μεγάλου εύρους ερμηνειών στην Υπηρεσία (άρθρο 1, παρα.γ).
(3) Στην καταργηθείσα (β) σχετική (άρθρο 2, παρα.1α-β) οι αντίστοι χες διατάξεις του μέτρου αφορούσαν όσους «έχουν ανήλικο τέκνο που είναι ΑμεΑ». Πλέον στη νέα ΚΥΑ (άρθρο 2, παρα.1β-γ) το «έχουν» μετατρέπεται σε «ασκούν κατ’ αποκλειστικότητα την επιμέλεια». Πρόκειται σαφώς για ένα ακόμα παιχνίδι με τις λέξεις προκειμένου η Υπηρεσία να μπορεί να αυστηροποιεί και ελαχιστοποιεί κατά το δοκούν τις προϋποθέσεις, με βάση τις περιβόητες υπηρε σιακές ανάγκες και όχι την πραγματική κατάσταση των στελεχών.
(4) Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι ουδεμία πρόνοια για τους δικαστικούς συμπαραστάτες θεσμοθετείται, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να ισχύει η υφιστάμενη διακριτή (δυσμενής) αντιμετώπιση, παρά το γεγονός ότι έχουμε προτείνει στο παρελθόν ρεαλιστική λύση του προβλήματος.
β. Η οικογένεια, θεσμός θεμελιώδης και μάλιστα σε μια εποχή που η Πατρίδα μας μαστίζεται από υπογεννητικότητα, θεσμός που αποδεδειγμένα πλήττεται καθημερινά για πλήθος λόγους, αντί να στηρίζεται, διώκεται μέσα από τη θέσπιση εξοντωτικών προϋποθέσεων που αναιρούν ακόμα και τις ελάχιστες ευεργετικές διατάξεις:
(1) Κατ’ αρχάς με την παρα.4 εισάγεται ένας νέος όρος, πέραν του άρθρου 1 (ορισμοί) και αφορά στρατιωτικούς που «συνοικούν» με το τέκνο τους, δηλαδή συγκατοικούν. Άραγε, γιατί διευκρινίζεται η συγκατοίκηση; Υποκρύπτεται κάποια εξαίρεση με τον καινοφανή αυτό όρο; Η Υπηρεσία δεν μας έχει συνηθίσει σε τέτοιου είδους λεκτικές «καινοτομίες» δίχως να υποκρύπτεται κάτι άλλο.
(2) Μια ακόμα σοβαρή καινοτομία, όχι θετική βεβαίως, είναι η καθιέ ρωση του όρου «επιφυλακή υπηρεσιών». Πιο συγκεκριμένα, εάν η επιμέλεια ασκείται από κοινού, τότε οι γονείς δεν τίθεται σε επιφυλακή υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι όροι που θα σχολιάσουμε στην επόμενη υποπαρά γραφο. Εδώ τίθεται ένα πολύ σοβαρό ερώτημα: η επιφυλακή δεν απαιτεί φυσική παρουσία των στελεχών αλλά κατάσταση stand by. Εντούτοις, η κατάσταση αυτή είναι γνήσια ετοιμότητα προς εργασία και ως εκ τούτου θεωρείται εργάσιμος χρόνος. Για ποιον λόγο λοιπόν, πέραν των μηνιαίων υπηρεσιών και των ασκήσε ων, θεσμοθετούνται ως άτυπες, πλην επίσημες υπηρεσίες οι επιφυλακές με αποτέλεσμα να αποτελούν τροχοπέδη για τα ευεργετικά μέτρα; Σε μία κατάσταση επιφυλακής τα προβλήματα του προσωπικού παύουν να υπάρχουν; Τι αντίμετρα έχει η Υπηρεσία για να υποστηρίξει τις οικογένειες των στελεχών σε μια τέτοια περίπτωση; Η ΚΥΑ αποφεύγει επιμελώς να θεσμοθετήσει.
(3) Αποτέλεσμα της προαναφερθείσας καινοτομίας της εν λόγω α παράδεκτης διάταξης, είναι η θεσμοθέτηση από το παράθυρο της άνευ προ ϋποθέσεων κατάργησης όλων των ανωτάτων ορίων μηνιαίου αριθμού υπηρεσιών, ενέργεια που δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά στο προσκήνιο. Δυστυχώς, το χειρότερο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι αυτό επιχειρείται να γίνει διά της στοχοποίησης των παιδιών των οικογενειών: εάν έχεις παιδιά, και υπάγεσαι στις διατάξεις της εν λόγω παραγράφου, τις επιφυλακές που σου αναλογούν (δηλαδή να βρίσκεσαι διαρκώς και δίχως αποζημίωση στη διάθεση της Υπηρεσίας) θα τις επωμιστούν άλλοι.
(4) Οι δυσμενείς νέες προϋποθέσεις που θέτει η εν λόγω παρά γραφος συνεχίζονται: αν και εξαιρεί (σωστά) τον ένα γονέα όταν ο δεύτερος «αδυνατεί για πραγματικούς λόγους να επιμεριστεί τα τρέχοντα ζητήματα ανατρο φής και μέριμνας του τέκνου», δημιουργεί ένα πολύ σοβαρό προηγούμενο: το ζητούμενο σε αυτή την περίπτωση είναι ο όρος «πραγματικοί λόγοι». Υπάρχουν και ψεύτικοι λόγοι που γίνονταν δεκτοί από την Υπηρεσία; Ποιος βεβαιώνει αυτούς τους πραγματικούς λόγους; Με ποια κριτήρια; Και πως αποδεικνύονται με τρόπο που να είναι αποδεκτός η Υπηρεσία εάν εμπεριέχονται ευαίσθητες πληροφορίες; Πχ θα κάνει εφόδους στα σπίτια των στελεχών η Υπηρεσία για να διαπιστώνει τι ισχύει;
(5) Ακόμα σοβαρότερα, το λεκτικό της «πολύ πλούσιας» παρα.4 δη μιουργεί πεδίο για την εμφάνιση ενός ακόμα πάρα πολύ σοβαρού ζητήματος. Τι ισχύει για την περίπτωση που σχετίζονται πληροφορίες που προστατεύονται από το Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (εφεξής ΓΚΠΔ/GDPR); Μήπως με την εν λόγω ρύθμιση επιβάλλεται αποκάλυψή τους στην Υπηρεσία με τρόπο καταχρηστικό; Ποια είναι τα φυσικά πρόσωπα που έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν ποιες πληροφορίες και για ποιον λόγο; Ο νόμος απαιτεί να διευκρινίζονται εκ των προτέρων αυτές οι λεπτομέρειες, κάτι που διαπιστώνουμε ότι στις διαδικασίες που θεσμοθετεί η ΚΥΑ δεν ισχύει.
(6) Επιπλέον, θεσμοθετείται η αυθαίρετη χιλιομετρική απόσταση των σαράντα (40) χλμ για τα διαζευγμένα ζευγάρια. Πως επελέγησαν τα 40 χιλιόμετρα ως ελάχιστο όριο; Έχουν συνυπολογιστεί τυχόν επιμέρους ιδιαιτερότητες (πχ αστικό κέντρο, γεωγραφικό ανάγλυφο, οδικό δίκτυο κλπ);
(7) Θεσμοθετείται αυθαίρετα ως ελάχιστο διάστημα απουσίας οι τριάντα (30) ημέρες, μέτρο που κατά κύριο λόγο διαφαίνεται ότι αφορά κυρίως στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού. Δηλαδή, για να γίνει απολύτως κατανοητό, εάν ένας (συζευγμένος) γονέας απουσιάζει επί είκοσι εννέα (29) μέρες σε ταξίδι δεν τίθεται θέμα μέριμνας, αλλά για τριάντα μία (31) μέρες υπάρχει πρόβλεψη; Άραγε ποιος θα επιμελείται το τέκνο ή τα τέκνα για τον σχεδόν ένα μήνα; Και τι ισχύει στην περίπτωση διαζευγμένων γονέων όπου μένουν σε απόσταση άνω των 40 χιλιομέτρων ο ένας απουσιάζει για 40 μέρες; Αν τα στελέχη τύχει να απουσιά σουν ταυτόχρονα σε πολυήμερες αποστολές (πχ πλόες όπως για παράδειγμα στην άσκηση Παρμενίων) και τα καθήκοντά τους είναι τέτοια που δεν τους επιτρέ πουν απουσία από τις Υπηρεσίες τους, ποιος θα αναλάβει την επιμέλεια των τέκνων; Αν και, προφανώς, θα υπάρξουν θιγόμενοι και εκτός ΠΝ από το συγκε κριμένο «μέτρο μέριμνας», είναι αδύνατον να μην θίξουμε το γεγονός ότι η προη γούμενη Ηγεσία του ΥΠΕΘΑ έδειξε ένα αδιανόητο μένος και απέχθεια συνολικά προς το προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού η οποία συνεχίστηκε ως την τελευταία στιγμή (υπενθυμίζουμε την εξαίρεση από το πάλαι ποτέ «επίδομα
Στόλου»).
(8) Προκειμένου να μην υπάρχουν αμφιβολίες για την απόλυτη α διαφορία της πολιτικής Ηγεσίας για τη μέριμνα ως προς τα στελέχη του Πολεμι κού Ναυτικού, το επόμενο εδάφιο ξεκαθαρίζει πέραν πάσης αμφιβολίας τα πράγ ματα: το στρατιωτικό προσωπικό που υπάγεται στις (έστω καταχρηστικές και
εξοντωτικές) προϋποθέσεις της παρα.4, «συμμετέχει σε ασκήσεις και αποστολές, μειωμένες κατά το ήμισυ», ένα μέτρο που σαφέστατα είναι ευεργετικό εφόσον το στέλεχος δεν υπηρετεί στο ΠΝ.
Διότι εάν υπηρετεί, τότε η Ηγεσία οφείλει να διευκρινίσει με ποιον τρόπο (και κυρίως με τίνος έξοδα) η/ο στρατιωτικός θα φύγει στη μέση του πλου (που συνήθως είναι άσκηση ή επιχείρηση) και από που.
Κοινώς, καθίσταται σαφές ότι η πρόσθετη προϋπόθεση, να λαμβάνονται «υπόψιν ο χαρακτήρας και η φύση των καθηκόντων και της άσκησης» ακυρώνει μετά βεβαιότητας στο 100% το εν λόγω μέτρο σχεδόν για το σύνολο των στελεχών του ΠΝ και θεωρούμε βέβαιο ότι θα επεκταθεί σταδιακά και στο υπόλοιπο στρα τιωτικό προσωπικό.
(9) Πέραν όλων των προαναφερθέντων (και όπως θα διαφανεί και στη συνέχεια), από καμία διάταξη δεν προστατεύεται η συνεπιμέλεια. Δηλαδή μία ή ένας διαζευγμένος γονιός με συνεπιμέλεια αποκλείεται από το σύνολο της εν λόγω ΚΥΑ, είτε επειδή δεν έχει «αποκλειστική επιμέλεια», είτε επειδή δεν «συνοι
κεί» κλπ. Εν λόγω παρατήρηση ισχύει και για τον ορισμό του μονογονέα, καθ’ όσον παύει να ισχύει η προϋπόθεση της αποκλειστικότητας.
γ. Το άρθρο 5 δημιουργεί πρόσθετες απορίες και προβλήματα, όπου τουλάχιστον ένα ιδιαίτερα σοβαρό που σχετίζεται άμεσα με το ΓΚΠΔ/GDPR και χρήζει πολλών διευκρινίσεων. Ειδικότερα:
(1) Εισάγει την αδιανόητη καινοτομία, άλλοι να εξετάζουν την προσφυγή και άλλοι να γνωμοδοτούν! Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση της εξέτασης συμμετέχουν οι Διευθυντές των Διευθύνσεων Προσωπικού (πιθανώς δίχως δικαίωμα ψήφου καθ’ όσον αυτό δεν προσδιορίζεται όπως στην ακόλουθη υποπαράγραφο 2β), ενώ στην έκδοση γνωμοδοτήσεων συμμετέχουν οι Διευθυ ντές των Διευθύνσεων Υγειονομικού (πιθανώς με δικαίωμα ψήφου καθ’ όσον αυτό δεν αποκλείεται από στην ακόλουθη υποπαράγραφο 3β).
(2) Εισάγει, έστω δίχως να το προσδιορίζει ρητώς, την ψήφιση των γνωμοδοτήσεων, κάτι που θεωρούμε αδιανόητο να λαμβάνει χώρα (αφού διευκρι νίζει ότι οι αρμόδιοι Τμηματάρχες θα συμμετέχουν ως εισηγητές δίχως δικαίωμα ψήφου). Ωστόσο, οι γνωμοδοτήσεις υποτίθεται ότι αποτελούν πορίσματα που βασίζονται σε επιστημονικές απόψεις και τεκμήρια που δεν επιδέχονται ερμηνειών. Συνεπώς τι είναι αυτό που δύναται να ψηφίζεται; Η ύπαρξη του προβλήματος; Ένα πόρισμα δεν δύναται να τίθεται προς ψήφιση διότι επιβάλλεται εκ των πραγμά των να είναι αντικειμενικό, η δε εισήγηση εκτιμούμε ότι έχει νόημα μόνο στην περίπτωση της εξέτασης της προσφυγής και όχι στη φάση της γνωμοδότησης (ως παρα.3).
(3) Το προαναφερθέν πρόβλημα υποδηλώνει ότι η συνολική διαδι κασία είναι εσφαλμένη. Το στέλεχος πρώτα συγκεντρώνει όλα τα απαιτούμενα τεκμήρια (πχ ιατρικές γνωματεύσεις, δικαστικές αποφάσεις κλπ). Σε πολλές εξ αυτών των περιπτώσεων μεσολαβεί η γνωμοδότηση Ανωτάτων Υγειονομικών Επιτροπών (κάτι που εξάλλου προβλέπεται και από το άρθρο 4 της ΚΥΑ). Όλα τα
τεκμήρια εξετάζονται πριν καν τον πρώτο βαθμό, σε αρχικό στάδιο, δηλαδή πριν καν την υποβολή του αρχικού αιτήματος να συμπεριληφθεί το στέλεχος στις/ους δικαιούχους των ευεργετικών μέτρων. Η περίπτωση της εξέτασης προσφυγής αποτελεί δεύτερο βαθμό εξέτασης του αιτήματος. Τα τεκμήρια, δηλαδή ιατρικές γνωματεύσεις, γνωμοδοτήσεις Ανωτάτων Υγειονομικών Επιτροπών, δικαστικές αποφάσεις κλπ, έχουν ήδη υποβληθεί στον πρώτο βαθμό, προφανώς έχουν απορριφθεί και επανεξετάζονται. Η θεσμοθέτηση της διπλής εισηγήσεως (παρα.2 και 3) δεν δύναται να δικαιολογηθεί επαρκώς.
(4) Επιπλέον των ανωτέρω, το λεκτικό της ΚΥΑ υποδηλώνει ξεκά θαρα ότι η εν λόγω επιτροπή θα εξετάζει στοιχεία που μετά βεβαιότητος υπάγονται στις πρόνοιες του ΓΚΠΔ/GDPR, ενώ μέρος αυτών πιθανώς να λογίζεται ως «ειδικά δεδομένα» (πρώην ευαίσθητα). Τίθεται, λοιπόν, το ιδιαίτερα σοβαρό ερώτημα, αν όλοι όσοι θα συμμετέχουν στην επιτροπή άρθρου 5 έχει τεκμηριωθεί επαρκώς και έχει εξασφαλιστεί η σχετική έγκριση, να λαμβάνουν γνώση επί τόσο σοβαρών προσωπικών θεμάτων που μπορεί να σχετίζονται με σοβαρή πάθηση, λεπτομέ ρειες της οικογενειακής κατάστασης κλπ.
(5) Επικουρικά ως προς το σύνολο των επισημάνσεών μας για το άρθρο 5, πρέπει να θέσουμε το ερώτημα, εάν υπάρχει λόγος να συμμετέχουν τόσα πολλά πρόσωπα υπό τη θεσμική τους ιδιότητα. Για παράδειγμα, για τις περιπτώσεις που αφορούν το προσωπικό του ΣΞ, γιατί να συμμετέχουν Διευθυ ντές του ΓΕΝ και του ΓΕΑ (και αντίστοιχα στις περιπτώσεις προσωπικού των άλλων Όπλων ή Σωμάτων). Ή γιατί να συμμετέχουν οι Διευθυντές των ΔΥΓ όλων των ΓΕ; Το εν λόγω άρθρο καθιστά σαφές ότι για την εξέταση της προσφυγής ενός στελέχους η επιτροπή θα απαρτίζεται από επτά (7) μόνιμα μέλη (παρα.1 και 2), ενώ για την έκδοση της γνωμοδότησης, ομοίως επτά (7) μόνιμα μέλη συν όσοι γιατροί απαιτούνται «με ειδικότητα αντίστοιχη με την πάθηση ή διαταραχή» της περιπτώσεως. Ακόμα σοβαρότερα, αποφεύγεται να διευκρινιστεί ότι οι συμμετέχο ντες γιατροί πρέπει να είναι οι θεράποντες.
(6) Η ανωτέρω διαδικασία θα δημιουργήσει προφανώς ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα, αφού οι συμμετέχοντες ιατροί προφανώς θα υποχρεούνται ενάντια στον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας και το απόρρητο που αυτός συνεπάγεται, να αναλύουν τα ιατρικά προβλήματα των οικογενειών των στελεχών ενώπιον θεσμικών προσώπων που πιθανότατα είναι αναρμόδια να λαμβάνουν γνώση επί των προσωπικών δεδομένων. Αντ’ αυτού, όπως σχολιάσαμε και στην ανωτέρω υποπαρα. γ(3) αρκεί λήψη γνώσης άρα και η επανεξέταση των υφιστάμενων γνωμοδοτήσεων και επισήμων εγγράφων, που ούτως ή άλλως προέρχονται από ιατρούς και Ανώτατες Υγειονομικές Επιτροπές. Και ως επιστέ γασμα τούτων, στο τέλος θα κληθεί και το στέλεχος για προφορική ακρόαση, η οποία αφήνεται να εννοηθεί ότι θα συνεκτιμηθεί με τις γνωμοδοτήσεις επιστημονι κού προσωπικού και τα λοιπά τεκμήρια. Διερωτώμαστε λοιπόν: ποιος είναι ο λόγος για τον πρωτοφανή αυτό διασυρμό στρατιωτικών που ήδη ταλαιπωρού νται από σοβαρά προβλήματα; Επιπρόσθετα, με ποιον τρόπο διασφαλίζεται η τήρηση του απορρήτου και η λήψη γνώσης μόνο από όσους πραγματικά έχουν λόγο γνώσεως;
(7) Επίσης, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η εν λόγω Επιτροπή πρέπει να είναι διαρκής. Δεν είναι δυνατόν να συνεδριάζει κάθε Απρίλιο (παρα.6). Εάν ένα στέλεχος αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα το Μάιο και υποβάλει τα δικαιολογητικά του τον Ιούνιο, είναι υποχρεωμένο να περιμένει ως τον επόμενο
Απρίλιο;
(8) Τέλος, επιθυμούμε να εκφράσουμε ιδιαίτερα σοβαρές επιφυ λάξεις ως προς την παρα.1 του άρθρου 4 της ΚΥΑ και απαιτούμε μια εμπεριστα τωμένη διευκρίνιση διότι αδυνατούμε να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίον θεσμικά πρόσωπα που εκ της ιδιότητάς τους (δηλαδή δεν είναι ιατροί) θα μπορούν να εκτιμούν τον τρόπο με τον οποίον μπορούν να εκτιμούν και γνωμοδοτούν «ως προς το εάν η θεραπεία ή η συμμετοχή σε κλινική μελέτη ή η συνέχιση αυτών σε εξειδικευμένους φορείς του εξωτερικού αποτελεί τη μοναδική δυνατότητα ίασης ή βελτίωσης ή θεραπευτικής αντιμετώπισης της πάθησης, του νοσήματος ή της διαταραχής.».
δ. Το άρθρο 6 στην προσπάθεια του να επιλύσει προβλήματα, δη μιουργεί νέα:
(1) Κατ’ αρχάς θέτει μια απολύτως καταχρηστική διπλή προϋπόθε ση: το συνδυασμό της κυριότητας ή της επικαρπίας κατοικίας και της ελάχιστης χιλιομετρικής απόστασης των είκοσι πέντε (25) χλμ. Δηλαδή αν υπάρχει κατοικία που με βάση το νόμο δύναται να χαρακτηριστεί κύρια, αλλά είναι ακατάλληλη να στεγάσει μια οικογένεια, η οικογένεια αυτή αποκλείεται από τα οικήματα; Όσον αφορά δε, την επικαρπία, αν μια πολύτεκνη οικογένεια έχει μεταβιβάσει ένα σπίτι σε ένα εκ των τέκνων της που σπουδάζει για υποστήριξη των σπουδών του, είναι δυνατόν η επικαρπία να αποτελεί λόγο αποκλεισμού; Μήπως οι όροι και προϋπο θέσεις έπρεπε να είναι ρεαλιστικοί και να σχετίζονται με βάση το εισόδημα και το είδος της κύριας κατοικίας ώστε να αποδεικνύεται εν τοις πράγμασι εάν μια υφι στάμενη κατοικία μπορεί όντως να στεγάσει μια οικογένεια;
(2) Με την υποπαρα.7ε γίνεται ρητώς λόγος μόνο για τις περιπτώ σεις αποκλειστικής επιμέλειας, αποκλείοντας έτσι όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις.
(3) Επιπλέον τίθεται αυθαίρετα ως μέγιστο το διάστημα της 5ετούς παραμονής σε οικήματα (παρα.8) με δυνατότητα επέκτασης για ένα έτος. Το μέτρο αυτό (που επεκτείνεται από τα 3 έτη που ίσχυε μέχρι πρότινος) προφανώς και είναι ευεργετικό για όσα στελέχη πληρούν τις προδιαγραφές. Εντούτοις τι ακριβώς ισχύει για το σύνολο του προσωπικού; Ήδη έχουν καταφτάσει διαμαρτυρίες από προσωπικό που συμπληρώνει τα τρία (3) έτη σε στρατιωτικά οικήματα και δεν γνωρίζει σε ποιο καθεστώς υπάγεται: πρέπει να εκκενώσουν τα οικήματα με βάση το παλαιό (καταργηθέν) καθεστώς, ή τους καλύπτει η νέα ρύθμιση; Δεν διευκρινί
ζεται και χρήζει άμεσης διευκρίνησης.
(4) Η επέκταση του διαστήματος διαμονής στο 1/7 της συνολικής σταδιοδρομίας του στελέχους, δύναται σε βάθος χρόνου να καλύψει το σύνολο του προσωπικού; Υπάρχουν αρκετά οικήματα για την υποστήριξη του εν λόγω μέτρου; Ή μήπως θα αποδειχθεί και αυτό (συνδυαστικά με τις προϋποθέσεις αποκλει
σμών) ως μια ακόμα ρύθμιση να εξυπηρετηθούν ημέτεροι;
ε. Το άρθρο 7 αντί να επιλύει τα υφιστάμενα προβλήματα, τα διαιωνίζει. Πρωτοβάθμιες Ενώσεις μέλη μας γίνονται διαρκώς αποδέκτες παραπόνων από συναδέλφισσες και συναδέλφους, σχετικά με την άνιση, σχεδόν τιμωρητική αντιμε τώπιση του προσωπικού. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ισχύν πλαίσιο μοριο δότησης, στελέχη με λίγα (ή καθόλου) παιδιά, ακόμα κι αν δεν βρίσκονται εντελώς χαμηλά στις σχετικές επετηρίδες, δεν θα μπορέσουν ποτέ να παραθερίσουν και ο
λόγος είναι απλούστατος: για κάθε έτος παραθερισμού εντός της τελευταίας 5ετίας αφαιρούνται 10 μόρια. Όταν όμως, κάθε έτος η ψαλίδα ανοίγει πάνω από 50-100 (ή και περισσότερα) μόρια ανά περίπτωση, πρακτικά αυτό συνεπάγεται ότι υπάρ χουν στελέχη που αποκλείονται εξ ορισμού για το σύνολο της σταδιοδρομίας τους. Είναι προφανές ότι το εν λόγω άρθρο οφείλει να αλλάξει εκ βάθρων με τρόπο δίκαιο, εξασφαλίζοντας σε όλες τις οικογένειες το δικαίωμα του παραθερι σμού στην πράξη και όχι μόνο στα χαρτιά.
στ. Αισίως φτάνουμε στο άρθρο 8, το οποίο πρόκειται για το άθλιο επιστέγασμα μιας ιδιαίτερα κακής (για μια ακόμα φορά) ΚΥΑ, με τις μνήμες των περικοπών στην αποζημίωση για τη νυκτερινή εργασία να είναι ακόμα νωπές:
(1) Κατ’ αρχάς η προηγούμενη Ηγεσία απέδειξε για μια ακόμα φορά ότι δεν επιθυμεί καμία συμμόρφωση με τον (α) σχετικό Κώδικα, παρά το γεγονός ότι αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για το σύνολο της καθημερινότητας και όχι μόνο για το επαγγελματικό περιβάλλον. Η έλλειψη βούλησης για συμμόρφωση αποδεικνύε
ται από το γεγονός ότι αδυνατεί να αντιληφθεί ότι, η χορήγηση απαλλαγής μετά από την εκτέλεση υπηρεσίας εμπίπτει στις διατάξεις περί επαγγελματικής υγείας και ασφάλειας και μόνο. Η απαλλαγή χορηγείται προκειμένου την επόμε νη μέρα να μην υπάρξει ατύχημα κατά τη διάρκεια της εργασίας λόγω κόπωσης ή/και έλλειψης ύπνου.
(2) Το γεγονός της μη συμμόρφωσης της ΚΥΑ με τα ισχύοντα απο δεικνύεται έτι περαιτέρω από την παρα.3 του εν λόγω άρθρου, η οποία (σε απόλυ τη εναρμόνιση με την παρα.4 του άρθρου 2 που ήδη σχολιάσαμε λεπτομερώς), όχι μόνο καταργεί πλήρως τους ανώτατους μηνιαίους αριθμούς υπηρεσιών, όχι μόνο θεσμοθετεί τη διαρκή διάθεση [άνευ όρων και αποζημίωσης] των εργαζόμε νων στον εργοδότη (ακόμα κι αν ανήκουν σε ευαίσθητες ομάδες) με το πρόσχημα της επιφυλακής υπηρεσιών, αλλά ακόμα σοβαρότερα θεσμοθετεί τη διενέργεια συνεχόμενων 24ωρων υπηρεσιών δίχως όριο! Εξυπακούεται ότι, ακόμα κι αν γινόταν κάτι τέτοιο μέχρι σήμερα (κατά παρέκκλιση των οικείων θεσμικών κειμέ νων), η χορήγηση ισάριθμων απαλλαγών προφανώς και καλυπτόταν ήδη από τις παρα.1 και 2 του παρόντος άρθρου. Τουναντίον, το γεγονός ότι προστίθεται παράγραφος 3, μπορεί μόνο εκ του πονηρού να ερμηνευθεί και, δυστυχώς, ερμηνεία υπάρχει μόνο μία: αυτή που αναφέραμε, για να συνηθίζουν οι στρατιωτι κοί στα νέα δεδομένα.
Κύριε Υπουργέ.
Έχετε περάσει από όλες τις καίριες θέσεις με κυριότερες αυτές των Α/ΓΕΣ και του Υφυπουργού και μάλιστα για θέματα που σχετίζονταν με το προσωπικό. Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά τα προβλήματα. Σας τα έχει μεταφέρει κατ’ ιδίαν το ίδιο το στρατιωτικό προσωπικό στις περιοδείες που συχνά κάνατε σε μονάδες της παραμεθορίου, σε βραχονησίδες, σε πολεμικά πλοία. Είμαστε βέβαιοι ότι μπορείτε να αντιληφθείτε την οργή και την αγανάκτηση των Ελληνίδων και των Ελλήνων στρατιωτικών συνολικά και όχι μόνο εκείνων που ανήκουν σε κοινωνικές ομάδες με πρόσθετα προβλήματα που καμία και κανείς δεν θα ήθελε να αντιμετωπίζει.
Η (γ) σχετική ΚΥΑ είναι απολύτως εκδικητική και τιμωρητική και ευτελίζει κάθε έννοια μέριμνας, ακόμα και τον ορισμό της λέξης. Ξεχνάει δε, ότι απευθύνεται σε προσωπικό που αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Είναι βέβαιο ότι θα αποκλείσει εκατοντάδες δικαιούχους, καθώς θεσμοθετεί νέες αδικίες και καταστρα-
τηγεί τα ήδη δυσμενή εργασιακά μας δικαιώματα. Η λύση σε όλα τα προβλήματα βρίσκεται στη «μετάγγιση νέου αίματος» (δηλαδή σε προσλήψεις) και όχι στην εσωτερική ανακατανομή με επιδείνωση των ισχύοντων θεσμικών και κανονιστικών κειμένων. Ακόμα και οι ελάχιστες θετικές ρυθμίσεις που φέρνει η ΚΥΑ, ουσιαστικά αναιρούνται από τις εξοντωτικές προϋποθέσεις που διαρκώς τίθενται. Παράλληλα, μόνο ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι ιδιαίτερα σοβαροί νόμοι (πχ ΚΝΥΑΕ και ΓΚΠΔ/GDPR) δεν διαφαίνεται να εφαρμόζονται (αν όχι, αγνοούνται), για μια ακόμα φορά.
Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά το σοβαρότατο πρόβλημα των παραιτήσεων και ότι αυτό πρώτιστα συνδέεται με τις συνθήκες εργασίας στις ΕΔ. Η εν λόγω ΚΥΑ, πολύ χειρότερη εκείνης που καταργεί, ουσιαστικά δεν πρόκειται για τίποτα περισσότερο παρά ένα έντυπο αίσχος με αριθμό φακέλου, που αναμένεται να επιδεινώσει έτι περαιτέρω αυτές τις συνθήκες.
Για το λόγο αυτό επικαλούμαστε όλες τις προηγούμενες ιδιότητές σας που είμαστε βέβαιοι ότι θα λειτουργήσουν ευεργετικά στα νέα σας, έστω προσωρινά καθήκοντα, του Υπουργού και με δεδομένο ότι η (γ) σχετική ΚΥΑ είναι τόσο κακή που θεωρείται αδύνατον να διορθωθεί, σας παρακαλούμε για την άμεση ανάκλη
σή της διότι μόνο χειρότερα μπορεί να κάνει τα πράγματα.
Παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση ή πληροφορία. Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Μεθενίτης Δημήτριος Τσακαλάκης Διονύσιος
Ανθυποπλοίαρχος (Ε) Συνταγματάρχης (ΜΧ)
6957831045 6944998221