Προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας, επί της ουσίας, την ακύρωση του διορισμού της νέας ηγεσίας της Δικαιοσύνης από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, κατέθεσε ο σύμβουλος Επικρατείας, Νίκος Μακρής, ο οποίος είχε επιλεγεί για τη θέση του αντιπροέδρου του ΣτΕ επί ΣΥΡΙΖΑ αλλά μετά τις εκλογές ουδέποτε τοποθετήθηκε στη συγκεκριμένη θέση.
Η προσφυγή, την οποία εκτός από τον κ. Μακρή υπογράφουν και οι δικηγόροι Μ. Φωτάκης και Δ. Ιωαννίδης, εφόσον γίνει δεκτή από το Συμβούλιο της Επικρατείας, θα δημιουργήσει μείζον νομικό ζήτημα για όλα τα πρόσωπα που τοποθετήθηκαν στην κορυφή της πυραμίδας της Δικαιοσύνης αμέσως μετά της εκλογές – με απόφαση δηλαδή του υπουργικού συμβουλίου της κυβέρνησης της ΝΔ – συμπεριλαμβανομένης και της τοποθέτησης του νέου προέδρου και του νέου εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Το ιστορικό
Υπενθυμίζεται ότι την 1η Ιουνίου, ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, είχε ανακοινώσει ότι το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να τοποθετήσει πρόεδρο του Αρείου Πάγου την Ειρήνη Καλού, εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την Δήμητρα Κοκοτίνη και αντιπροέδρους του ΣτΕ την Ευαγγελία Νίκα και τους Κων. Κουσούλη και Δημήτριο Μακρή.
Ωστόσο, η προηγούμενη κυβέρνηση είχε, ήδη, ανακοινώσει την προκήρυξη εκλογών. Η Νέα Δημοκρατία ως αντιπολίτευση, τότε, δεν είχε συναινέσει στις παραπάνω τοποθετήσεις στη Δικαιοσύνη, επισημαίνοντας πως η όλη διαδικασία είναι αντισυνταγματική. Σύμφωνα με τη Νέα Δημοκρατία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει παραιτηθεί και άρα δεν νομιμοποιούνταν να προχωρά σε τέτοιες αποφάσεις από την στιγμή που απαγορεύονται οι διορισμοί σε προεκλογική περίοδο.
Ούτε, όμως, και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, υπέγραψε τα Προεδρικά Διατάγματα με τις επιλογές της προηγούμενης κυβέρνησης στην ηγεσία της Δικαιοσύνης – τα επέστρεψε ανυπόγραφα – με αποτέλεσμα να ανοίξει ο δρόμος για το διορισμό νέας ηγεσίας από την νέα κυβέρνηση που προέκυψε μετά τις εκλογές.
Την άρνηση αυτή του Προέδρου της Δημοκρατίας να υπογράψει τα Προεδρικά Διατάγματα με τους διορισμούς των δικαστικών λειτουργών και δη των τριών επιλεγέντων από την προηγούμενη κυβέρνηση ως αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας, προσβάλλει τώρα με την προσφυγή του ο κ. Μακρής και οι δυο δικηγόροι. Συγκεκριμένα, ο προσφεύγων σύμβουλος Επικρατείας και οι κ.κ. Φωτάκης και Ιωαννίδης στρέφονται κατά της παραλείψεως οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας εκδόσεως του προεδρικού διατάγματος προαγωγής των επιλεγέντων δικαστικών λειτουργών στις θέσεις των τριών Αντιπροέδρων του ΣτΕ.
Την αίτηση ακύρωσης που κατατέθηκε στο ΣτΕ, υπογράφει ο καθηγητής του Διοικητικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Παν. Λαζαράτος, ο οποίος σε σχετική δήλωσή του αναφέρει: «Πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική υπόθεση, η οποία αφορά τα άκρως επίκαιρα ζητήματα της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, καθώς και του ακριβούς ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας στο πολίτευμά μας. Το Σύνταγμα, εκτός από πολιτικό, είναι ιδίως νομικό κείμενο, ερμηνευμένο με αυστηρούς μεθοδολογικούς κανόνες, ανάλογους με αυτούς που ισχύουν σε όλα τα πεδία του δικαίου. Τούτους τους αυστηρούς κανόνες προσπαθεί να υπηρετήσει το δικόγραφο που κατατέθηκε σήμερα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως μείζονος εγγυητού της ορθής νομικής ερμηνείας του Συντάγματος».
Τα επιχειρήματα
Μεταξύ άλλων, στην προσφυγή που κατέθεσαν στο ΣτΕ, ο κ. Μακρής και οι δυο δικηγόροι, αναφέρεται ότι «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρανόμως παρέλειψε την έκδοση των διαταγμάτων προαγωγής, αναφορικά με τις θέσεις δικαστικών λειτουργών στον Άρειο Πάγο και το Συμβούλιο της Επικρατείας» και πως πράξη του αυτή αποτελεί παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας.
Οι τρεις προσφεύγοντες επικαλούνται μια πλειάδα νομικών ισχυρισμών για να στηρίξουν το αίτημά τους για ακύρωση των διορισμών αντιπροέδρων του ΣτΕ από τη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Μεταξύ άλλων υποστηρίζουν [ως η επίμαχη άρνηση του Προέδρου της Δημοκρατίας να υπογράψει τα Προεδρικά Διατάγματα:
1. Παραβιάζει ευθέως το άρθρο 90 παρ. 5 του Συντάγματος, κατά το οποίο, εν προκειμένω, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε δέσμια αρμοδιότητα να εκδώσει το επίμαχο προεδρικό διάταγμα.
2. Παραβιάζει την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, ερμηνευομένη σε συνδυασμό με τα άρθρα 26 παρ. 2, 35 παρ. 1, 50, 30 παρ. 1, 82 παρ. 1 και 85 Συντ., τα οποία ορίζουν τον θεσμικό ρόλο και τις (συγκεκριμένες) αρμοδιότητες που διαθέτει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ενόψει των οποίων δεν επιτρεπόταν σε αυτόν να απόσχει από την έκδοση του επίμαχου προεδρικού διατάγματος.
3. Παραβιάζει την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, σε συνδυασμό με τις συνταγματικές, αλλά και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις (άρθρα 26 παρ. 3, 87 παρ. 1 και 2, 88, 20 παρ. 1 Συντ. και 2, 19 ΣΕΕ, 47 ΧΘΔΕΕ και 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ), οι οποίες κατοχυρώνουν το κύρος και την ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και από τις οποίες απορρέουν η αρχή της συνέχειας των κρατικών λειτουργιών, ειδικότερα δε η συνταγματική επιταγή για ομαλή λειτουργία των ανωτάτων δικαστηρίων.