Στην απόρριψη της αίτησης που είχε καταθέσει η συνταξιούχος σήμερα εισαγγελέας Γ. Τσατάνη ζητώντας να ακυρωθεί η πειθαρχική ποινή της στέρησης μισθού 60 ημερών που της είχε επιβληθεί από πειθαρχικό συμβούλιο του Αρείου Πάγου σχετικά με τους χειρισμούς της στην υπόθεση του εκλιπόντος επιχειρηματία Ανδρέα Βγενόπουλου, προχώρησε το Γ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ).
Η απόρριψη της προσφυγής της κ. Τσατάνη ήρθε μετά από έξι χρόνια. Συγκεκριμένα στην πρώην εισαγγελέα είχε επιβληθεί πειθαρχική ποινή στέρησης μισθού 60 ημερών ενώ παράλληλα της αποδόθηκε και βαριά αμέλεια, κάτι που στοιχειοθετεί το πειθαρχικό παράπτωμα της τέλεσης ασυμβίβαστων προς το αξίωμά της πράξεων που θίγουν το κύρος της Δικαιοσύνης. Συγκεκριμένα, η πρώην εισαγγελέας τιμωρήθηκε πειθαρχικά εξαιτίας της αφαίρεσης της δικογραφίας της υπόθεσης Βγενόπουλου από τα χέρια των εισαγγελέων διαφθοράς λίγο πριν από το στάδιο των διώξεων και την εν συνέχεια αρχειοθέτησή της.
Το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ που εξέτασε την αίτηση ακύρωση της κ. Τσατάνη την απέρριψε ως απαράδεκτη με το σκεπτικό ότι είναι αναρμόδιο να επιληφθεί της πειθαρχικής υπόθεσης και αρμόδιο είναι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με έδρα το Λουξεμβούργο. Με την απόφαση που εξέδωσε το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι τα πειθαρχικά συμβούλια αποτελούν «δικαστήρια» κατά την έννοια των άρθρων 6 ΕΣΔΑ, 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. και 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ), ενώ κατά τα άρθρα 91 § 4 του Συντάγματος και 105 § 6 του νόμου 1756/1988 οι αποφάσεις τους δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως» ενώπιον του ΣτΕ.