Δεν μπορεί να επιβληθεί η διοικητική κύρωση του πολλαπλού τέλους μετά από αμετάκλητη αθωωτική ποινική απόφαση για υποθέσεις λαθρεμπορίας.
Αυτό έκρινε με απόφασή της η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), αναφέροντας σε απόφαση που εξέδωσε ότι η διοικητική κύρωση του πολλαπλού τέλους έχει από μόνη της ποινικό χαρακτήρα.
Με την απόφασή της αυτή (359/2020), η Ολομέλεια ξεκαθάρισε το τοπίο γύρω από ζήτημα της αρχής «ne bis in idem» (κανείς δεν διώκεται ούτε τιμωρείται δυο φορές για το ίδιο αδίκημα) για περιπτώσεις πολλαπλών τελών που επιβάλλονται για λαθρεμπορία.
Ακολουθώντας τη νομολογία των Τμημάτων του, το ΣτΕ αποφάνθηκε για περίπτωση διπλής δικαστικής μεταχείρισης (ποινικής και διοικητικής) κατά του ίδιου προσώπου για την ίδια παράβαση λαθρεμπορίας (επιβολή πολλαπλού τέλους λαθρεμπορίας). Δηλαδή, στο ίδιο πρόσωπο του επιβλήθηκε πολλαπλό τέλος-πρόστιμο λόγω λαθρεμπορίας και παράλληλα καταδικάστηκε αρχικά από τα ποινικά δικαστήρια, αλλά τελικά αθωώθηκε για τα αδικήματα αυτά.
Ωστόσο, όπως έκρινε η Ολομέλεια μετά από αμετάκλητη αθωωτική ποινική απόφαση δεν μπορεί να επιβληθεί η διοικητική κύρωση του πολλαπλού τέλους, η οποία από μόνη της έχει ποινικό χαρακτήρα.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας στην απόφαση που εξέδωσαν ερμηνεύουν τα άρθρα 26, 94 και 96 του Συντάγματος, το άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, την αρχή ne bis in idem κατά το ενωσιακό δίκαιο αλλά τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με την απόφαση της Ολομέλειας αναμένεται απώλεια εσόδων για το ελληνικό δημόσιο καθώς τα πολλαπλά τέλη που επιβάλλονταν σε υποθέσεις λαθρεμπορίας περιλαμβάνουν ποσά ίσα με το πολλαπλάσιο των διαφυγόντων δασμών και λοιπών φόρων κ.ά.