Σε φυλάκιση 6 μηνών με αναστολή καταδίκασε το Αυτόφωρο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Βόλου δύο 27χρονους Ρομά, που κατηγορούνταν για κλοπή 39 ξύλινων παλετών, από βιοτεχνία ζυμαρικών στη Ν. Αγχίαλο το βράδυ της Κυριακής.
Οι κατηγορούμενοι, σύμφωνα με το magnesianews, παραδέχτηκαν την πράξη τους και ζήτησαν συγγνώμη, είχαν λευκό ποινικό μητρώο, κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάστηκαν, ενώ η κλοπή έγινε αντιληπτή από αστυνομικό εκτός υπηρεσίας που πήγαινε στο σπίτι του.
Ο μάρτυρας αστυνομικός είπε στο Δικαστήριο, ότι καθώς επέστρεφε στο σπίτι του στις 9.35 το βράδυ της Κυριακής, στη Ν. Αγχίαλο, είδε έξω από μια βιοτεχνία ζυμαρικών ένα λευκό αγροτικό αυτοκίνητο και δύο άγνωστους να περιεργάζονται τον χώρο. Ο ίδιος σταμάτησε και μετά από δύο λεπτά είδε το αυτοκίνητο να μετακινείται και να παρκάρει με την καρότσα σε ένα σημείο που υπήρχαν οι ξύλινες παλέτες και τα δύο άτομα να φορτώνουν το αυτοκίνητο.
Ο ίδιος είπε ότι διατηρεί φιλικές σχέσεις με τον γιο της ιδιοκτήτριας, του τηλεφώνησε και τον ενημέρωσε, ενώ παράλληλα ενημέρωσε την Άμεση Δράση. Σύμφωνα με τον αστυνομικό, αφού φόρτωσαν παλέτες, το αυτοκίνητο έφυγε, ο ίδιος το ακολούθησε σε απόσταση και διαπίστωσε ότι κινείται προς Βόλο. Ενημέρωσε ξανά την υπηρεσία του, και αστυνομικοί της ΟΠΚΕ σταμάτησαν το αυτοκίνητο και συνέλαβαν τους νεαρούς στο Πεδίον Άρεως.
Ως μάρτυρας κατέθεσε ο γιος της ιδιοκτήτριας που ανέφερε ότι οι παλέτες βρισκόταν στον χώρο της βιοτεχνίας που δεν είναι περιφραγμένος και οι παλέτες ήταν «ντανιασμένες» σε υπερυψωμένο χώρο της βιομηχανίας. Ο ίδιος είπε ότι οι δύο κατηγορούμενοι έδειξαν μεταμέλεια στο Δικαστήριο.
Ο πατέρας του ενός κατηγορούμενου και συμπέθερος του δεύτερου, είπε ότι τα παιδιά πήγαν για δουλειά, δεν βρήκαν παλιοσίδερα να μαζέψουν, παρασύρθηκαν και έκλεψαν τις παλέτες. Όπως κατέθεσε, τις ήθελαν για να βάλουν φωτιά και να κάνουν την ολονυχτία μιας γιαγιάς που πέθανε στον οικισμό Αλιβερίου.
Ο πρώτος κατηγορούμενος κατέθεσε ότι πήγαν με τον συνομήλικό του για να βρουν σίδερα, δεν βρήκαν και ενώ ήταν στην περιοχή τους τηλεφώνησαν ότι πέθανε η θεία του και αν έβρισκαν ξύλα ζήτησαν να τα πάνε στον οικισμό για να ανάψουν φωτιά και ζήτησε συγνώμη για την πράξη του.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος είπε τα ίδια και ότι χρειαζόταν να ξύλα για να ανάψουν φωτιά για να ξημερώσει η μέρα για το τελευταίο ταξίδι της θανούσας. Επίσης είπε ότι ο χώρος δεν ήταν περιφραγμένος, όταν βρήκαν στις παλέτες φώναξαν, αλλά δεν πήραν απάντηση και τελικά τις έκλεψαν.
Ο συνήγορος υπεράσπισης απέδωσε την πράξη των νεαρών σε λάθος της στιγμής και ζήτησε επιείκεια από το Δικαστήριο. Σημειώνεται ότι οι αστυνομικοί σε έλεγχο που έκαναν στο αυτοκίνητο, βρήκαν απομίμηση πολεμικού τυφεκίου (replica) και ηλεκτρική σέγα. Το όχημα και τα προαναφερθέντα αντικείμενα κατασχέθηκαν.