Στις αλλαγές στο δικαστικό χάρτη της χώρας εστιάζει, σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογεώργης.
Χαρτογραφώντας κατ’ αρχάς τις πτυχές της μεταρρύθμισης, «στο υπουργικό συμβούλιο της 24ης Ιανουαρίου παρουσιάστηκε το σχέδιο για το νέο δικαστικό χάρτη της χώρας που θα ψηφιστεί άμεσα. Με την μεταρρύθμιση ενοποιούνται Ειρηνοδικεία και Πρωτοδικεία. Πλέον, περίπου 1.000 δικαστές προστίθενται στους 1.200 πρωτοδίκες και έτσι δημιουργείται μεγαλύτερη δεξαμενή δικαστών που θα δικάζει το σύνολο των υποθέσεων πρώτου βαθμού (σε αστικά και ποινικά) και θα αξιοποιείται πιο αποτελεσματικά κατά την κατανομή εργασίας. Επομένως, θα έχουμε περισσότερους δικαστές για να προχωρούν πιο γρήγορα οι υποθέσεις», συμπεραίνει και συνεχίζει:
«Επιπροσθέτως, τα δικαστήρια και οι δικαστές θα απαλλαγούν σύντομα από περαιτέρω φόρτο, αφού θα μεταφερθεί ύλη σε δικηγόρους, γεγονός που θα επιταχύνει κατά πολύ την έκδοση πράξεων όπως πχ τα κληρονομητήρια και οι αποδοχές κληρονομιάς, οι συναινετικές προσημειώσεις κα, με προφανές όφελος για τον πολίτη».
Η εξέλιξη αυτή, υπογραμμίζει ο Θ. Κοντογεώργης, «οδηγεί ταυτόχρονα και σε ένα νέο χωροταξικό σχεδιασμό των δικαστικών σχηματισμών στην Ελλάδα. Η ίδρυση των δικαστηρίων στη χώρα μας υπαγορευόταν κατά το παρελθόν από οδικές προσβάσεις και διασυνδεσιμότητες αλλά και τοπικά συμφέροντα ή πολιτικές σκοπιμότητες. Δεν διαθέταμε και δεν είχαμε φροντίσει να έχουμε έναν αξιόπιστο μηχανισμό συλλογής και επεξεργασίας στατιστικών δεδομένων που να αξιοποιείται προκειμένου να ξέρουμε πόσες υποθέσεις εισάγονται σε κάθε δικαστήριο, πόσες αντιστοιχούν σε κάθε δικαστή, πόσες διεκπεραιώνονται και σε τι χρόνους. Εντός του 2024 προχωρούν και ολοκληρώνονται τα μεγάλα έργα ψηφιακής διασύνδεσης των δικαστηρίων της χώρας και της λειτουργίας του Πληροφοριακού Συστήματος Συλλογής και Επεξεργασίας Στατιστικών Δεδομένων».
Κατόπιν τούτου, «πλέον κάθε περιφερειακή ενότητα (πρώην νομός) θα έχει ένα δικαστήριο πρώτου βαθμού και τα όρια της κάθε πρωτοδικειακής περιφέρειας, θα ταυτίζονται με τα διοικητικά όρια της περιφερειακής ενότητας. Με τον τρόπο αυτόν αντιμετωπίζονται ανακολουθίες σε διάφορους νομούς της χώρας με περισσότερα του ενός Πρωτοδικεία. Βέβαια, λαμβάνεται ειδική μέριμνα στα σύνορα και στα νησιά για εθνικούς λόγους».
Ενώ ειδικότερα σε Αθήνα και Πειραιά «εξελίσσονται παράλληλα δύο σχέδια. Για την Αθήνα, εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων στα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων, ενώ των αστικών υποθέσεων στο συγκρότημα κτιρίων πίσω από τον Άρειο Πάγο που στεγάζεται σήμερα το Ειρηνοδικείο, και ξεκινάει οσονούπω η κατασκευή του νέου κτιρίου που θα στεγάσει όλο το Πρωτοδικείο Αθηνών. Στον Πειραιά, διευρύνεται η χωρική του αρμοδιότητα για να περιλάβει όλο το παραλιακό μέτωπο της Αττικής, ενώ ξεκινάει και η κατασκευή του νέου κτιρίου. Επίσης τη διοίκηση στα μεγάλα δικαστήρια θα την έχουν πλέον τρίτα πρόσωπα, ιδίως για καθήκοντα, όπως ο έλεγχος συμβάσεων προμηθειών, η επισκευή/συντήρηση κλπ), και οι δικαστές θα είναι αφοσιωμένοι στο δικαιοδοτικό τους έργο!».
Ως εκ τούτου, «ταχύτητα, επομένως, στην απονομή», που, όμως, «πρέπει να συνοδεύεται και από ποιότητα. Δικαστικοί λειτουργοί και υπάλληλοι επιτελούν το έργο τους καλύτερα όταν έχουν δεξιότητες και εξειδίκευση σε τομείς αιχμής. Η εξέλιξη στην ιεραρχική βαθμίδα εξαρτάται από την επιθεώρηση και την επιμόρφωση. Ήδη το νέο σύστημα λειτουργεί και παράγει αποτελέσματα, πιο εμφανή από το επόμενο δικαστικό έτος που θα έχει ολοκληρωθεί η πρώτη διετία της λειτουργίας. Ταυτόχρονα, οι δικαστές εφοδιάζονται με δεξιότητες για να εξοπλίσουν με ταχύτητα και ποιότητα τις δικαστικές αποφάσεις, σε λίγους μήνες θα λειτουργήσει και η Δικαστική Αστυνομία ενώ ήδη λειτουργεί η Σχολή Δικαστικών Υπαλλήλων».
Και, στο «δια ταύτα», «όλα τα παραπάνω φαντάζουν αυτονόητα. Και είναι ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι. Οι καθυστερήσεις και οι αναστολές του παρελθόντος είναι ανεπίκαιρες στο παρόν και αδιάφορες για το μέλλον. Δική μας υποχρέωση ήταν να εξασφαλίσουμε πόρους, με την ενίσχυση και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, να σχεδιάσουμε σωστά, σε συνεργασία με όλους τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης και να προχωρήσουμε γρήγορα και μεθοδικά, σε όσα πρέπει να γίνουν. Με επιμονή, τα αποτελέσματα θα είναι σίγουρα θετικά και ορατά για τον κάθε πολίτη και λειτουργό της Δικαιοσύνης», καταλήγει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.