Την ώρα που οι εισαγγελικές αρχές εξετάζουν το ενδεχόμενο να ασκήσουν νέα δίωξη σε βάρος του Δημήτρη Λιγνάδη για το αδίκημα του βιασμού, εκείνος επιμένει στη γραμμή της άρνησης των όσων του έχουν αποδοθεί και υποστηρίζει πως τα όσα του καταμαρτυρεί ο τρίτος μηνυτής του, είναι προϊόν μυθοπλασίας του δικηγόρου του. Παράλληλα, εξαπολύει «πυρά» και κατά του προέδρου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών Σπύρου Μπιμπίλα, ο οποίος, όπως λέει, «βρίσκεται πίσω από αυτή την σε βάρος μου σκευωρία».
Με εξηγήσεις που έδωσε ο Δημήτρης Λιγνάδης αναφέρει πως δεν γνωρίζει και δεν βίασε τον τρίτο μηνυτή του, μέσα στο διαμέρισμά του το 2018, όπως εκείνος υποστηρίζει. Μεταξύ άλλων ο προφυλακισμένος σκηνοθέτης ανάφερε στις εισαγγελικές αρχές: «Τον μηνυτή, όχι μόνο δεν τον βίασα, αλλά δεν τον γνωρίζω καν…». Παράλληλα, έκανε λόγο για «μυθοπλασίες χωρίς κανένα αντικειμενικό στοιχείο που να επιβεβαιώνει όσα ψευδώς ισχυρίζεται» ο καταγγέλλων, αφού δεν μπορεί να υπάρξει «ιατροδικαστικός έλεγχος ή τοξικολογική εξέταση ή εξέταση DNA, παρά μόνο είναι ο λόγος του ενάντια στο λόγο μου».
Ο κατηγορούμενος αναφέρει ακόμη τα εξής για τον τρίτο άνδρα που τον κατάθεσε μήνυση εναντίον του για βιασμό του: «Ανάμεσα στην γνωριμία μας και τον υποτιθέμενο βιασμό μεσολάβησαν κάποιες ημέρες, άρα θα ήταν αναμενόμενο και φυσιολογικό στο μεσοδιάστημα αυτόν να έχει αναφέρει (σ.σ. ο μηνυτής) την γνωριμία μας και την υποτιθέμενη μετάβασή του στο διαμέρισμά μου ως σημαντικό γεγονός στο οικογενειακό και φιλικό του περιβάλλον, όπως επίσης θα ήταν αναμενόμενο να έχει αναφέρει και τον δήθεν ραντεβού που δήθεν δώσαμε για την επόμενη φορά. Δε συμβαίνει κάθε ημέρα να γνωρίζει κανείς και να επισκέπτεται έναν γνωστό ηθοποιό και σκηνοθέτη στο σπίτι του!».
Ακόμη, ο Δ. Λιγνάδης υποστηρίζει πως ο καταγγέλλων είναι ένας «στρατευμένος μάρτυρας, ο όποιος με την προσδοκία απόκτησης οικονομικού οφέλους» υπέβαλε σε βάρος του μία ψεύδη καταγγελία. «Ο δικηγόρος του, ο οποίος όλως τυχαίως είναι συνήγορος και του εταίρου φερόμενο βιασθέντα από εμένα, προσπάθησε να καταστήσει αληθοφανή την ιστορία του δήθεν βιασμού του εντολέως του από εμένα, αλλά δε σκέφτηκε ότι η προσπάθειά του αυτή θα αποκαλυφθεί, αφού πλέον με τη συνδρομή του διαδικτύου τίποτα δε μένει κρυφό» ανέφερε ο κατηγορούμενος στις αρχές για να προσθέσει: «Σύμφωνα μάλιστα με έρευνα που έγινε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook και instagram προέκυψε ότι άτομο με τα στοιχεία του μηνυτή είχε ερωτική σχέση με μία γυναίκα, την Φ.Κ, η οποία συνέχεια παντρεύτηκε τον ηθοποιό Δ.Μ., ο οποίος ήταν συμφοιτητής μου και είναι προσωπικός φίλος του Σπύρου Μπιμπίλα, προέδρου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, για τον οποίο έχω καταγγείλει και στο απολογητικό μου υπόμνημα ότι βρίσκεται πίσω από αυτή την σε βάρος μου σκευωρία».
Αναφερόμενος, δε, σε συνέντευξη που είχε δώσει ο μηνυτής του, ο Δ. Λιγνάδης αναφέρει: «Ο φερόμενος βιασθείς στην συνέντευξη του δήλωσε και μάλιστα επανέλαβε ότι μετά την κατανάλωση του ενός ποτού δήθεν ξύπνησε στην κρεβατοκάμαρα μου, ενώ στην μήνυση που αναφέρει ότι μετά την κατανάλωση δύο ποτηριών ουίσκι σωριάστηκε λιπόθυμος στον καναπέ του σαλονιού και όταν ξύπνησε βρέθηκε ξαπλωμένος εκεί και όχι στην κρεβατοκάμαρα μου!».
Όσον αφορά στην περιγραφή του σπιτιού του, ο Δ. Λιγνάδης υποστηρίζει ότι το διαμέρισμά του είχε παρουσιαστεί σε περιοδικό ενώ ισχυρίζεται πως η περιγραφή του μηνυτή έχει πολλά λανθασμένα σημεία για τους χώρους του σπιτιού του, οι οποίοι δεν είχαν φωτογραφηθεί.
Τι υποστηρίζει ο μηνυτής
«Ξαφνικά ένιωσα το σώμα μου να πυρακτώνεται, το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου, θόλωσε η όραση μου και άρχισα να χάνω την αίσθηση του περιβάλλοντος. Σωριάστηκα λιπόθυμος στον καναπέ. Όταν ξύπνησα, δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, βρέθηκα ξαπλωμένος στον καναπέ και γυμνός από τη μέση και κάτω… Ζαλισμένος όπως ήμουν και χωρίς να έχω επανακτήσει πλήρως τον έλεγχο των αισθήσεων μου, τον ρώτησα «τι έγινε», τι μου έκανες;» κι αυτός με σαρκαστικό ύφος μου απάντησε «έλα τώρα που δε σ’ άρεσε»….. ».
Με αυτά τα λόγια περιγράφει ο καταγγέλλων στην μήνυση του τα όσα, όπως λέει, υπέστη από το Δημήτρη Λιγνάδη μέσα στο διαμέρισμά του το 2018. Μάλιστα, ο μηνυτής υποστηρίζει πως ο σκηνοθέτης τον βίασε, αφού του είχε δείξει προηγουμένως πορνογραφικό υλικό στον υπολογιστή του και του είχε προσφέρει ναρκωτικά και αλκοόλ.
«Με προσκάλεσε να καθίσουμε μπροστά στον υπολογιστή, άνοιξε ένα ηλεκτρονικό φάκελο και άρχισε να μου δείχνει πορνογραφικές φωτογραφίες με νεαρά αγόρια σε διάφορες ερωτικές περιπτύξεις με μεσήλικα πρωταγωνιστή, του οποίου δεν φαινόταν το πρόσωπο, και οι οποίες περιλάμβαναν στοματική και πρωκτική διείσδυση…» αναφέρει χαρακτηριστικά ο μηνυτής για τον προφυλακισμένο σκηνοθέτη και σε άλλο σημείο υπογραμμίζει: «Θεωρούσε τον εαυτό του ως τον μεγαλύτερο ηθοποιό και σκηνοθέτη της εποχής, …ότι έχει πολύ μεγάλες και ισχυρές γνωριμίες στο χώρο της πολιτικής και στο χώρο της τέχνης…. «Είμαι ο βασιλιάς της σκηνής, έχω δικά μου 10 θέατρα και τα υπόλοιπα στα πόδια μου» μου είπε χαρακτηριστικά, καμαρώνοντας» αναφέρει ο καταγγέλλων.
Αναφερόμενος, τέλος, στο αδίκημα του βιασμού για το οποίο καταγγέλλει τον σκηνοθέτη ο μηνυτής αναφέρει: «…Μου πρόσφερε ουίσκι και καπνίσαμε μαριχουάνα… Στο πάτωμα, δίπλα στο τραπέζι, ήταν μία μεγάλη τσάντα. Την έβαλε πάνω στο τραπέζι, την άνοιξε και άρχισε να βγάζει από μέσα και να μου επιδεικνύει διάφορα ερωτικά βοηθήματα κάθε είδους και μεγέθους. Μετά άνοιξε και μια άλλη, μικρότερη τσάντα, που επίσης ανασήκωσε από το πάτωμα και ανοίγοντας την μου επέδειξε μία συσκευή με καλώδια, εξηγώντας μου, ότι είναι βοήθημα και ιδιαίτερα σκληρά σαδομαζοχιστικά «παιχνίδια». Μου ανέφερε, ότι υπάρχει ένας ιδιωτικός χώρος που βρίσκεται στην περιοχή των Πατησίων, που ενοικιάζεται με την ώρα και στον οποίο συναντώνται περιστασιακά άτομα μυημένα σε τέτοιου είδους σαδομαζοχιστικές πρακτικές. … Κάποια στιγμή ο μηνυόμενος πήγε στην κουζίνα και επέστρεψε, φέρνοντας μου ένα επιπλέον ποτήρι ουίσκι, το οποίο λόγω της εντονότατης ψυχικής υπερδιέγερσης και αμηχανίας που ένιωθα, ήπια μονορούφι. Ξαφνικά ένιωσα το σώμα μου να πυρακτώνεται, το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου, θόλωσε η όραση μου και άρχισα να χάνω την αίσθηση του περιβάλλοντος. Σωριάστηκα λιπόθυμος στον καναπέ. Όταν ξύπνησα, δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, βρέθηκα ξαπλωμένος στον καναπέ και γυμνός από τη μέση και κάτω…. Ζαλισμένος όπως ήμουν και χωρίς να έχω επανακτήσει πλήρως τον έλεγχο των αισθήσεων μου, τον ρώτησα «τι έγινε», τι μου έκανες;» κι αυτός με σαρκαστικό ύφος μου απάντησε «έλα τώρα που δε σ’ άρεσε»….. Ουρλιάζοντας του είπα «ρε π…., τι μου έκανες ρε κ….»και ταυτόχρονα με όση δύναμη είχα του έριξα ένα πολύ δυνατό χαστούκι. Ήμουν τόσο οργισμένος που παρά τη σωματική αδυναμία και την ζάλη που ένιωθα, όρμησα επάνω του για να τον χτυπήσω. Αυτός όμως οπισθοχώρησε και αφού προφυλάχτηκε πίσω από μια καρέκλα, με απείλησε ότι αν δε φύγω αμέσως θα καλέσει την αστυνομία, θα πει ότι αποπειράθηκα να το ληστέψω και θα με στείλει φυλακή…».