Συνέντευξη στην εφημερίδα ΤΟ ΜΑΝΙFESTO έδωσε χθες ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Γιάννης Κεφαλογιάννης, στην οποία αναφέρθηκε στη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο, την επίσκεψη του Αλβανού πρωθυπουργού, τη στάση της Βόρειας Μακεδονίας και το νομοσχέδιο του ΥΠΕΘΑ που ψηφίσθηκε χθες από τη Βουλή.
Αναλυτικότερα:
Για τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο σχολίασε:
«Έγινε ένας ειλικρινής διάλογος μεταξύ των δύο πλευρών. Έχει εκλείψει το τελευταίο διάστημα η οποιαδήποτε εχθροπαθής ρητορική. Δε νομίζω ότι έχει αυταπάτες καμία πλευρά ως προς την προοπτική επίλυσης – τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα – των σημαντικών διμερών μας διαφορών. Όσο υφίστανται οι παράλογες αξιώσεις της γείτονος για το ζήτημα της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, δύσκολα θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε μακροπρόθεσμα την αποφυγή εντάσεων ή και κρίσεων.
Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν πρέπει να επιδιώκουμε καλές σχέσεις με τη γείτονα. Η Ελλάδα δεν αποκλίνει από τις πάγιες θέσεις της και θα υπερασπίζεται πάντα με αυτοπεποίθηση την εθνική της κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Το κάνουμε μάλιστα σήμερα από θέση μεγαλύτερης ισχύος, με τις Ένοπλες Δυνάμεις μας πολύ πιο ισχυρές και με το κύρος και τη δημόσια εικόνα της χώρας μας σε τελείως διαφορετικό επίπεδο από αυτό που ήταν πριν από πέντε χρόνια», τόνισε.
Όσον αφορά στην προκλητική ρητορική της γείτονος στο ζήτημα της δημιουργίας θαλάσσιων πάρκων και τη συνεργασία των δυο χωρών στο μεταναστευτικό ο κ. Κεφαλογιάννης ανέφερε: «Η Ελλάδα ασκεί την κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα στο Αιγαίο με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας. Είναι παντελώς αδικαιολόγητη η αντίδραση της Τουρκίας για μία πρωτοβουλία, η οποία στην τελική έχει περιβαλλοντικό χαρακτήρα. Η Ελλάδα συνεπώς θα προχωρήσει στη δημιουργία αυτών των θαλάσσιων πάρκων.
Σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό, η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών και ειδικά μεταξύ της Αστυνομίας και του Λιμενικού έχει αποδώσει απέναντι στις παράνομες ροές. Αυτή η συνεργασία πρέπει να συνεχιστεί και να ενταθεί. Και οι δύο χώρες έχουν πιεστεί από μεταναστευτικά κύματα. Γι’ αυτό και συμφωνούμε στη χρηματοδότηση της Τουρκίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως συμφωνούμε και με ένα ευρωπαϊκό σχέδιο που θα μειώσει την πίεση των μεταναστευτικών ροών στην Τουρκία μέσω οργανωμένων μετεγκαταστάσεων».
Για την επίσκεψη του Αλβανού πρωθυπουργού στην Ελλάδα, ανήμερα της επετείου ενός χρόνου από την σύλληψη του Φρέντη Μπελέρη ο κ. Κεφαλογιάννης σχολίασε ότι: «δεν ξέρω αν η πρόθεση του ήταν να ερμηνευτεί ως πρόκληση, δεν μπορούμε ωστόσο και να πούμε ότι συμβάλλει στην άμβλυνση της έντασης που έχει προκαλέσει η υπόθεση Μπελέρη.
Επανέλαβε δε ότι η εν λόγω υποθεση δεν είναι απλώς ένα διμερές ζήτημα, αλλά πρωτίστως ένα ζήτημα σεβασμού του κράτους δικαίου και, ως εκ τούτου, καταγράφεται ως ένα περιστατικό που αξιολογείται στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πορείας της γείτονος. Από εκεί και πέρα, ήταν μια μάλλον άκαιρη επίσκεψη.
Δεν επιδιώξαμε την επίσκεψη, δεν την διοργανώσαμε και δεν αφορούσε προφανώς μία διμερή συνάντηση. Ούτε προφανώς θα έθετε κανείς προσκόμματα για τη διενέργεια οποιασδήποτε εκδήλωσης από οποιονδήποτε στο πλαίσιο που ορίζει το Σύνταγμα και οι νόμοι».
Για την στάση της νέας ηγεσίας στη Βόρεια Μακεδονία παρατήρησε ότι: «προβληματίζει καταρχάς γιατί εντείνει μια κατάσταση ρευστότητας και ανησυχίας στα Δυτικά Βαλκάνια, σε ένα περιφερειακό σκηνικό όπου η εθνικιστική ρητορική και τα ζητήματα εθνικής ταυτότητας μοιάζουν να ανακτούν τη δυναμική τους. Υπογράμμισε δε ότι «η προκλητική αυτή συμπεριφορά δεν είναι βιώσιμη στο πλαίσιο καλής γειτονίας και προφανώς δεν πρόκειται να γίνει ανεκτή από εμάς.
Εκτός του ότι ακυρώνει κάθε πρόοδο στις διμερείς μας σχέσεις, υπονομεύει και την ευρωπαϊκή προοπτική της γείτονος. Και πιστεύω ότι αυτό κατέστη σαφές προς τα Σκόπια τόσο από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ».
Όσον αφορά στην προοπτική της αμυντικής βιομηχανίας σε σχέση με τη σύσταση του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας που προβλέπεται στο ψηφισθέν νομοσχέδιο ο κ. Κεφαλογιάννης είπε ότι: «το κύριο ζητούμενο της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας σήμερα είναι, αφενός, πώς θα επιτύχουμε την αύξηση του ποσοστού της εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής και τεχνολογίας στην υποστήριξη, συντήρηση και εκσυγχρονισμό υφιστάμενων και μελλοντικών οπλικών συστημάτων και αφετέρου πώς θα ενσωματωθεί αποτελεσματικά το οικοσύστημα των ιδιωτικών ελληνικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των νεοφυών, που παράγουν τεχνολογία και καινοτομία στις τρέχουσες και μελλοντικές ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων.
Είναι κρίσιμο ως εκ τούτου να βρεθεί ένας θεσμικός τρόπος δια του οποίου οι Ένοπλες Δυνάμεις θα επικοινωνούν με διαφάνεια τον μακροχρόνιο εξοπλιστικό τους προγραμματισμό και τις ανάγκες τους για νέα συστήματα. Και αυτό επιχειρούμε να κάνουμε με τη σύσταση του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας».
Τέλος για την τροπολογία που εντάχθηκε στο ψηφισθέν νομοσχέδιο σχετικά με τον τρόπο των κρατήσεων των νέων αξιωματικών και των υπαξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων διευκρίνισε ότι με αυτή:
«επιμηκύνουμε τη χρονική περίοδο της καταβολής των κρατήσεων που αναλογούν στα έτη φοίτησής τους από 4 σε 35, αυξάνοντας έτσι το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημα κατά περίπου 90 ευρώ σε έναν νέο αξιωματικό και περίπου το ίδιο σε έναν νέο υπαξιωματικό. Θεωρούμε ότι είναι μια σημαντική μεταρρύθμιση, η οποία, χωρίς κανένα δημοσιονομικό κόστος ή επιβάρυνση για τα ταμεία, δίνει μια σημαντική βοήθεια στους νέους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, οι οποίοι την έχουν ανάγκη, πιο πολύ από όλους».