Γιατρός καταδικάστηκε σε φυλάκιση 12 μηνών, με 3ετή αναστολή, για τον θάνατο, από αμέλεια, ασθενούς, ο οποίος υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου πάνω στο τιμόνι του αυτοκινήτου του, μόλις μία ώρα αφότου απευθύνθηκε για εξέταση σε Κέντρο Υγείας, παραπονούμενος για πόνο που παρέπεμπε σε καρδιολογικό επεισόδιο.
«Ήταν σε εξέλιξη το έμφραγμα», είπε η εισαγγελέας της έδρας, καταλογίζοντας στον γιατρό ότι δεν προέβη στις απαραίτητες ιατρικές ενέργειες για να αποκλείσει τον κίνδυνο που διέτρεχε ο ασθενής, επιμένοντας ότι το πρόβλημά του ήταν μυϊκό.
Η υπόθεση εξετάστηκε σε δεύτερο βαθμό από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που μείωσε την ποινή του γιατρού κατά 8 μήνες σε σχέση με το πρωτόδικο δικαστήριο και του αναγνώρισε ένα επιπλέον ελαφρυντικό (αυτό της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς, εκτός από τον πρότερο σύννομο βίο που είχε λάβει από το πρώτο δικαστήριο).
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το περιστατικό συνέβη τον Ιούνιο του 2017 στη Σκύδρα Πέλλας, όταν ο 63χρονος ασθενής επισκέφθηκε το Κέντρο Υγείας της περιοχής, με συμπτώματα έντονου άλγους στην πλάτη και εφίδρωσης.
Ο κατηγορούμενος εφημερεύον γιατρός που τον είδε, φαίνεται να υποεκτίμησε την κατάσταση της υγείας του και περιορίστηκε μόνο στο να ρωτήσει τον ασθενή εάν έκανε κάποια κοπιώδη εργασία το προηγούμενο 24ωρο, ενώ αποφάνθηκε κατηγορηματικά ότι ο πόνος ήταν μυϊκός, αποκλείοντας να προέρχεται από καρδιολογικό πρόβλημα, όπως περιγράφεται στο ίδιο κατηγορητήριο.
Χωρίς να προβεί σε εργαστηριακές εξετάσεις, όπως για παράδειγμα καρδιογράφημα, ή να τον παραπέμψει σε νοσοκομείο -εφόσον οι εξετάσεις αυτές δεν μπορούσαν να διενεργηθούν στο Κέντρο Υγείας- ο ίδιος γιατρός έκανε στον ασθενή δύο ενδομυϊκές ενέσεις, τού συνέστησε να πάρει για δύο μέρες παυσίπονα χάπια και πριν εκείνος αποχωρήσει, τον διαβεβαίωσε πως ο πόνος θα περάσει σε μία ώρα.
Ακριβώς μία ώρα αργότερα όμως, σύμφωνα με τη δικογραφία, ο 63χρονος υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου, καθώς οδηγούσε το αυτοκίνητό του στην εθνική οδό Θεσσαλονίκης – Έδεσσας, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του.
Στην απολογία του, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κατηγορούμενος -με ειδικότητα γενικού γιατρού- αρνήθηκε την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, τονίζοντας ότι δεν υπήρχε υποψία εμφράγματος. Υπεραμύνθηκε των ιατρικών των πράξεων, τονίζοντας ότι επέδειξε επιμέλεια και συνέπεια στην αξιολόγηση του περιστατικού, ενώ ανέφερε πως ακόμη κι αν γινόταν καρδιογράφημα δεν είναι βέβαιο ότι θα αποτρεπόταν το αποτέλεσμα.