16.3 C
Athens
12.5 C
Thessaloniki
Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025
More

    Αλέξης Τσίπρας από το Βελλίδειο: «Χρειαζόμαστε μια Νέα Εθνική Πυξίδα, έναν Νέο Πατριωτισμό»

    Στο βήμα του συνεδρίου του Economist, στο Βελλίδειο, βρέθηκε ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας απευθύνοντας ομιλία προς το ακροατήριο.

    «Ομολογώ, ότι είχα μια ανησυχία, καθώς θέση της κυβέρνησης, που ανακοινώθηκε πριν λίγες μέρες από τον εκπρόσωπό της, είναι πως για όσα λέω ενδιαφέρονται μόνο βιαστές, εμπρηστές και εν γένει εγκληματίες.

    Ευτυχώς, βλέποντάς σας, κατάλαβα ότι η ανησυχία μου ήταν αβάσιμη. Μπορώ, απλώς να πω, ότι η τοξικότητα βλάπτει σοβαρά το δημοκρατικό διάλογο. Και το θέμα του Συνεδρίου σας, είναι κατ’ εξοχήν θέμα που απαιτεί ψύχραιμη ανταλλαγή σκέψεων, επιχειρήματα και διάλογο», ανέφερε αρχικά ο κ. Τσίπρας.

    Η οικονομία και η Ελλάδα του 2030. Αποτελεί μια πρόκληση για όλους μας. Γιατί, προσπαθώντας να μιλήσεις για το μέλλον έχεις την πολυτέλεια, να δεις καλύτερα τη μεγάλη εικόνα.

    Να δεις το αύριο, με όρους οράματος, αλλά και ρεαλισμού.

    Και να ψηλαφήσεις το σήμερα, φυσικά, που προδιαγράφει αυτό το αύριο. Γιατί, στο σήμερα κυοφορείται το αύριο.

    Βλέποντας, λοιπόν, αυτή τη μεγάλη εικόνα για τη χώρα, θέλω εξαρχής να σας πω ότι δεν έχω ευχάριστα νέα.

    Δεν θα είμαι συνεπώς ευχάριστος για κανέναν.

    Θα προσπαθήσω να είμαι χρήσιμος για τον προβληματισμό σας, για τον τόπο και το μέλλον του, αλλά αυτό σημαίνει ότι δεν μπορώ να είμαι ευχάριστος.

    Όποιος θέλει να ακούσει ευχάριστα πράγματα, μπορεί να περιμένει την αυριανή ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.

     

    Εκεί, θα δώσει τη δική του εικόνα, κατασκευασμένη από φωτεινά χρώματα, αισιοδοξία, και κάποιες παροχές.

    Πακέτο παροχών, διαβάζω ότι θα εξαγγείλει.

    Θα επιστρέψει, δηλαδή, ένα μέρος από το τερατώδες πρωτογενές πλεόνασμα, που στο πρώτο επτάμηνο άγγιξε τα 8 δισ. Ενώ για το 2024 ήταν 6,4 δισ. ευρώ πάνω από τον στόχο.

    Προσέξτε, αναφέρομαι σε μεγέθη πέρα και πάνω από αυτά που χρειάζονταν για να επιτευχθούν οι δεδηλωμένοι στόχοι του προϋπολογισμού και να διατηρηθεί το δημόσιο χρέος σε τροχιά βιώσιμη.

    Και παρακαλώ να μη βιαστούν κάποιοι να πουν πως η υπέρβαση αυτή είναι καρπός της οικονομικής ανάπτυξης καθώς, ειδικά το 2024, ο πραγματικός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας ήταν σημαντικά μικρότερος του ρυθμού πάνω στον οποίο στηρίχθηκε η κατάρτιση του προϋπολογισμού.

    Και κύρια πηγή της μεγάλης και συστηματικής αυτής υπέρβασης, αποτελούν τόσο οι έμμεσοι φόροι όσο και ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων – φόροι που κατά κανόνα επιβαρύνουν δυσανάλογα τα ευάλωτα και μεσαία εισοδηματικά στρώματα.

    Και ο λόγος αυτής της μόνιμης και διαρκούς επιβάρυνσης δεν είναι η αποκατάσταση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας της χώρας, ή η δημιουργία ενός ικανού ταμειακού αποθέματος ώστε να μπορέσουμε να βγούμε από τα μνημόνια, όπως συνέβη το 16-18.

    Ο μοναδικός στόχος τώρα είναι η εκλογική πελατεία και η ψηφοθηρία.

    Έχω ωστόσο την αίσθηση ότι αυτή τη φορά δεν πρόκειται να πετύχει τον στόχο της.

    Γιατί καμιά εξαγγελία, και καμιά παροχή, γενναία, ή λιγότερο γενναία, δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο, τη μεγάλη εικόνα.

    Που είναι όχι μόνο απογοητευτική. Αλλά και δυσοίωνη.

    Και μας τραβάει απαιτητικά από το μανίκι: Να υπάρξουν αποφάσεις, τώρα, που θα αλλάξουν τη ρότα του σκάφους, γιατί οδηγούμαστε στα βράχια.

    Και αναφέρομαι σε θεμελιώδεις αποφάσεις αλλαγής οικονομικού, και κυρίως παραγωγικού μοντέλου.

    Αποφάσεις που απαιτούν πολιτική βούληση, σωστή ανάγνωση των καιρών, κοινωνική ευαισθησία και εναρμονισμό με τις νέες ανάγκες και τις νέες απαιτήσεις.

    Ένα σχέδιο ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, που θα δώσει τη δυνατότητα να μεταστρέψουμε τη σημερινή πορεία διεύρυνσης των ανισοτήτων, διαρκούς απόκλισης της οικονομίας μας από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και μετατροπής της Ελλάδας σε βαλκανική εκδοχή καθυστέρησης.

    Γιατί αυτή είναι η πορεία μας. Σε όλους τους τομείς. Στην οικονομία, τους θεσμούς, το πολιτικό σύστημα.

    Πριν από 7 χρόνια, η πατρίδα μας βγήκε από μια οικονομική και κοινωνική κρίση, που είχε προσλάβει χαρακτηριστικά ανθρωπιστικής κρίσης.

    Θυμόμαστε, όλοι φαντάζομαι, πως και ποιοι την είχαν οδηγήσει εκεί.

    Και ποιοι και πώς κατάφεραν, με τις θυσίες του ελληνικού λαού, να την απαλλάξουν από την επιτροπεία.

    Και με μια εξαιρετικά ευνοϊκή ρύθμιση του χρέους της, να ανακτήσουν την οικονομική της κυριαρχία, αλλά και την γεωπολιτική της αξιοπιστία.

    Αυτή η έξοδος στο ξέφωτο, ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα, να πορευτεί πια, χωρίς τις παθογένειες που οδήγησαν στην κρίση.

    Δυστυχώς, όμως, αποδείχθηκε χαμένη ευκαιρία.

    Γιατί, σήμερα, η πατρίδα μας πορεύεται για μια ακόμη φορά με πυξίδα τις παλιές χρεοκοπημένες συνταγές.

    Με ένα εντελώς ξεπερασμένο παραγωγικό μοντέλο, που βασίζεται στο real estate και τον τουρισμό.

    Με μια ρηχή οικονομία, και μια φτηνή και άδικη ανάπτυξη, που βασίζεται στη κατανάλωση λίγων.

    Με ένα διαβρωμένο κράτος, που όχι μόνο δεν προστατεύει τον πολίτη, αλλά εμποδίζει και την υγιή επιχειρηματικότητα.

    Και με μια γενικευμένη διαφθορά, που δεν αφήνει ανέγγιχτο κανένα τομέα της δημόσιας και οικονομικής ζωής.

    Και είναι χωρίς προηγούμενο, την περίοδο της μεταπολίτευσης, σε έκταση, σε μεγέθη, και σε βάθος.

    Μια χαμένη ευκαιρία.

    Γιατί, χρόνο με το χρόνο, απομακρυνόμαστε από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Πριν την κρίση, το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ελλάδα ήταν κοντά στο 80%, του μέσου όρου της Ε.Ε.

    Σήμερα είναι κοντά στο 60%.

    Ο μέσος μισθός υπολείπεται περισσότερο από 50% από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό, ενώ η αγοραστική δύναμη είναι 30% μικρότερη.

    Και οι ανισότητες είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της Ελλάδας του 2025.

    Το οξύμωρο δε, είναι ότι, μετά την έξοδο από τα μνημόνια και τις απείρως πιο ευνοϊκές δημοσιονομικές δυνατότητες, οι ανισότητες, αντί να συρρικνώνονται, διευρύνονται.

    Τη περίοδο 15-19, παρά τις δυσκολίες, υπήρξε σαφής και μετρήσιμη βελτίωση στους βασικούς κοινωνικούς δείκτες.

    Ενώ την περίοδο 20-25 υπήρξε αντίστροφη πορεία.

    Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό του πληθυσμού κάτω από το κατώφλι της φτώχειας το 2015, ήταν στο 21,4%.

    Το 2019, το παραδώσαμε στο 17,9%.

    Και παρά τις ασύγκριτα καλύτερες συνθήκες, η σημερινή κυβέρνηση «κατάφερε», να το ανεβάσει στο 19,6%.

    Η επιδείνωση είναι ακόμη πιο δραματική για τον πληθυσμό με χαμηλή εκπαίδευση – κατά κανόνα ευάλωτα εισοδηματικά στρώματα.

    Το αντίστοιχο ποσοστό το 2019, ήταν στο 22,5% και σήμερα βρίσκεται στο 28,2%.

    Είναι το μεγαλύτερο μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις οποίες έχουμε στοιχεία, με εξαίρεση τη Βουλγαρία.

    Μια χαμένη ευκαιρία.

    Γιατί οι δείκτες της προϊούσας κοινωνικής και οικονομικής αποσάθρωσης, προάγονται σε δείκτες ντροπής, αν προσθέσει κανείς ότι:

    Είμαστε 24οι στους 27 της ΕΕ, στην αποτελεσματικότητα του Δημοσίου.

    25οι στην ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης.

    26οι σε αγοραστική δύναμη.

    Αλήθεια, θα ήθελα να επιμείνω, με διάθεση διαλόγου:

    Τα γνωρίζει η κυβέρνηση όλα αυτά;

    Το ακούει κανείς στο Μέγαρο Μαξίμου, αυτό το καμπανάκι;

    Ας συζητήσουμε, επιτέλους, σοβαρά και με επιχειρήματα, χωρίς ανοησίες και ακρότητες, για το ποια είναι η πραγματικότητα. Και πώς μπορούμε να την αλλάξουμε προς το καλύτερο.

    Δεν είναι αλήθεια, ότι η κυβέρνηση της ΝΔ, παρέλαβε εύρωστο δημόσιο ταμείο, βιώσιμο δημόσιο χρέος, και προίκα από την ΕΕ το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας;

    Ένα χρηματοδοτικό εργαλείο μετασχηματισμού της παραγωγικής βάσης της χώρας, πρωτοφανές στην ιστορία της ΕΕ;

    Ότι είχε έτσι τη μοναδική, την ιστορική θα έλεγα ευκαιρία, να αναμορφώσει την οικονομική δομή, και να αναπροσανατολίσει την παραγωγική και αναπτυξιακή προοπτική της πατρίδας μας;

    Να ενισχύσει την ανθεκτικότητα της, και να την προετοιμάσει για τις προκλήσεις του μέλλοντος, σε ένα περιβάλλον υψηλού ρίσκου, λόγω της γεωπολιτικής αστάθειας, των κλιματικών προκλήσεων, αλλά και των εγγενών δυσκολιών ενός ρυθμισμένου μεν, αλλά ακόμη υψηλού χρέους;

    Ποιος λογικός άνθρωπος, όπου κι αν τοποθετεί πολιτικά τον εαυτό του, μπορεί να διαφωνήσει μ’ αυτά;

    Αλλά, αιτία ελομένου, Θεός αναίτιος, κατά τον Πλάτωνα.

    Την ευθύνη την έχει αυτός που επιλέγει, ο Θεός δεν είναι ο υπαίτιος.

    Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει όλη την ευθύνη.

    Γιατί δεν έκανε τίποτε από αυτά που η οικονομία χρειάζεται και η κοινωνία έχει ανάγκη.

    Με μια ακραία κοινωνική μεροληψία, μια βαλκανική θα έλεγα εκδοχή των “trickle down economics”, που τη διαπερνά η εκτεταμένη διαφθορά, χτίζει μια κοινωνία που εύλογα και με βάση επίσημα στοιχεία και μετρήσεις, μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει ως κοινωνία των χασμάτων.

    Μια κοινωνία του ενός πέμπτου, στην οποία το προνομιούχο ένα πέμπτο έχει τη δυνατότητα να ζει πλούσια, ή τουλάχιστον με τόση αυτάρκεια, ώστε να μπορεί να αποταμιεύει.

    Και στον αντίποδα η μεγάλη πλειοψηφία, τα τέσσερα πέμπτα, είτε τα βγάζουν πέρα ίσα-ίσα και με μεγάλη δυσκολία, είτε δεν τα βγάζουν πέρα και πνίγονται στα χρέη.

    Με έναν πληθωρισμό που εξαϋλώνει τον μισθό και το εισόδημα, όχι μόνο των πιο αδύναμων οικονομικά, αλλά και των μεσαίων στρωμάτων.

    Τους προηγούμενους μήνες, είδαν το φως της δημοσιότητας μετρήσεις, που στο ερώτημα πότε ήσασταν καλύτερα, το 2019 ή σήμερα, οι πολίτες όλως παραδόξως απαντούσαν, κατά πλειοψηφία: το 2019.

    Το 2019, που βγαίναμε τραυματισμένοι από τα μνημόνια!

    Και όμως, δεν πρόκειται για κάποια κατασκευή, ή για το πνεύμα αντιλογίας των Ελλήνων.

    Εξηγείται, αν δει κανείς την αγοραστική δύναμη της πλειοψηφίας, τότε και τώρα.

    Τα 1300 ευρώ ενός μισθού σήμερα, αντιστοιχούν σε 900 ευρώ το 2019.

    Δηλαδή, ο μισθός, έχει χάσει το ένα τρίτο της αξίας του.

    Την ίδια στιγμή, όμως, που ο μέσος Έλληνας δεν τα βγάζει πέρα, παρακολουθεί τα τρομακτικά υπερκέρδη, που αποκομίζουν τα καρτέλ και οι «μεγάλοι παίκτες».

    Μόνο οι δέκα μεγαλύτερες εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, είχαν πέρυσι ρεκόρ κερδών δεκαπενταετίας:

    11,5 δισεκατομμύρια συνολικά.

    Έτσι, όμως, ούτε η οικονομία, ούτε η κοινωνία, ούτε η πατρίδα μας μπορεί να αντικρύζει με σιγουριά το μέλλον.

    Γιατί ευημερία και ανάπτυξη, χωρίς κοινωνική συνοχή και στοιχειώδη δικαιοσύνη, δεν υπήρξε ποτέ και ούτε μπορεί να υπάρξει.

    Κάποτε λέγαμε ευημερούν οι αριθμοί αλλά δυστυχούν οι άνθρωποι.

    Σήμερα ανατρέπεται και αυτό.

    Ούτε και οι αριθμοί πλέον ευημερούν.

    Το έλλειμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, από τα 2,9 δις το 2019, έφτασε τα 15,1 δις το 2024.

    Η χώρα μας εισάγει πέντε φορές περισσότερα αγαθά από όσα εξάγει.

    Και δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς, πόσο αυτό το στοιχείο υπονομεύει την οικονομία, δημιουργεί μόνιμη ανάγκη εξωτερικής χρηματοδότησης, περιορίζει κάθε δυνατότητα ανεξάρτητης αναπτυξιακής πορείας.

    Εισάγουμε, υποθηκεύοντας το μέλλον.

    Οι άμεσες ξένες επενδύσεις τα τελευταία χρόνια μειώθηκαν, ενώ όσες γίνονται κατευθύνονται επι το πλείστον στους κλάδους του τουρισμού και της κατοικίας.

    Χρηματοδοτούμενες από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, που όμως αρνείται να χρηματοδοτήσει την εγχώρια μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα.

    Μια οικονομία, όμως, που στερείται σοβαρών άμεσων ξένων επενδύσεων, και δημιουργεί πλούτο – τροφοδοτώντας την ιδιωτική κατανάλωση – κυρίως μέσω της αύξησης των τιμών της ακίνητης περιουσίας και του τουρισμού, είναι μια μη βιώσιμη οικονομία.

    Που επιπλέον, παράγει και αναπαράγει ανισότητες.

    Αν στα παραπάνω, που εντελώς ενδεικτικά παρέθεσα, συνυπολογίσουμε τη σκανδαλώδη αναδιανομή εις βάρος των καταναλωτών με το καρτέλ του ρεύματος,

    το υψηλό ιδιωτικό χρέος,

    την απαξίωση της εργασίας,

    τη στεγαστική κρίση,

    τη δημογραφική γήρανση

    και τους κινδύνους της κλιματικής κρίσης και των γεωπολιτικών ανισορροπιών,

    τότε θα συνειδητοποιήσουμε ότι η οικονομία και η χώρα εκπέμπουν ήδη SOS.

    Σαν μια τεράστια φωτεινή επιγραφή που αναβοσβήνει πάνω από τη χώρα:

    Προσοχή, αδιέξοδο!



    0 Σχόλια
    Oldest
    Newest
    Inline Feedbacks
    Δείτε όλα τα σχόλια

    ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΕΙΤΕ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΡΟΗ ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ

    ΑΠΟΨΕΙΣ