Αποκαλυπτική ήταν η κατάθεση του τρίτου κατά σειρά φίλου του αδικοχαμένου Άλκη Καμπανού, ο οποίος ήταν ένα από τα θύματα της άγριας επίθεσης που δέχθηκαν τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου, στην περιοχή της Χαριλάου.
Ο 20χρονος Τ.Ν. αφού εξήγησε πως είχαν ραντεβού να βρεθούν, καθώς είχαν μιλήσει νωρίτερα μέσα την μέρα, για να βρεθούν στον σύνδεσμο του Άρη, όπου όπως ανέφερε ο ίδιος, δεν πήγαινε συχνά, παρά μόνο για να παρακολουθήσει κάποιον ποδοσφαιρικό αγώνα ή για να πιουν καφέ, στη συνέχεια επιχείρησε να περιγράψει με τη δική του οπτική την φονική επίθεση που δέχθηκαν, αυτός και οι φίλοι του (σ.σ. πέντε άτομα).
«Κατά τις 19:30 το απόγευμα, πήγα στον σύνδεσμο του Άρη, είχα μιλήσει με τον Σ. και τον Δ. και καθίσαμε εκεί. Λίγο αργότερα φύγαμε με τον Σ. για να φάμε στη γειτονιά. Έπειτα γυρίσαμε πάλι στον σύνδεσμο και συναντήσαμε τον Άλκη και τον Άγγελο και πήγαμε όλοι μαζί στο πάρκο του Άρη, κι από εκεί στα σκαλιά της πολυκατοικίας (σ.σ. στο σημείο της δολοφονίας)».
Ο αποκαλυπτικός διάλογος μεταξύ των δραστών πριν την επίθεση
Σύμφωνα με τον Τ.Ν. κάθισαν στα σκαλιά για περίπου μισή ώρα. Το σημείο ήταν γνώριμο καθώς είχαν ξαναπάει κάποιες φορές, ωστόσο εκείνη την νύχτα επιλέχθηκε τυχαία. «Μετά από περίπου μισή ώρα που καθόμασταν, εγώ ήμουν όρθιος μπροστά στην είσοδο της πολυκατοικίας, και αντίκρισα μπροστά μου (σ.σ. στα σκαλιά) 5-6 άτομα που έρχονταν κατά πάνω μας και μας ρώτησαν “τι ομάδα είστε;”. Εκείνη τη στιγμή, δεν άκουσα κάποιον φίλο μου να απαντάει, παρόλα αυτά μετά μου είπαν πως ένας από εμάς απάντησε Άρης».
Ο Τ.Ν. είναι ο μοναδικός μάρτυρας, μέχρι στιγμής, που κατέθεσε πως άκουσε έναν από τους κατηγορουμένους, εκείνη την στιγμή, να λένε πως “δεν είναι αυτοί, δεν τους ξέρω”, ενώ άλλος απάντησε “στα αρχ@@ μου, πάμε”.
«Και τοτε ήρθαν καταπάνω μας. Εγώ επιχείρησα να κατέβω τα σκαλιά και ένας με έπιασε και μου έριξε μπουνιές. Κάποιος άλλος κρατούσε μαχαίρι και ένα άλλο αιχμηρό αντικείμενο, σαν λοστό. Εγώ καλύφθηκα με τα χέρια μου, δεν κατάφεραν να με χτυπήσουν πολύ. Όλοι είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους με full face και χειρουργικές μάσκες».
«Νομίζαμε πως κατάφεραν να ξεφύγουν όλοι»
Στη συνέχεια, όπως περιγράφει ο μάρτυρας, έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα αυτός που τον χτυπούσε, τον άφησε και τότε κατάφερε να ξεφύγει. «Έφυγα από την πόρτα και κινήθηκα προς αριστερά, προς την οδό Πλαστήρα. Πριν βγω εκεί, κάποιος πήγε να με κυνηγήσει αλλά δεν βγήκε μαζί μου στον δρόμο.
Τότε (σ.σ. βρισκόμενος στην Πλαστήρα), είδα ένα άσπρο αυτοκίνητο σταματημένο, από το οποίο βγήκε ένας από την θέση του οδηγού. Αυτός έκανε μερικά βήματα προς το μέρος μου, εγώ έφυγα και δεν με ακολούθησε. Τότε, είδα κάποια άτομα από την γειτονιά που ήρθαν να βοηθήσουν και μετά είδα τους κατηγορουμένους να μπαίνουν στα οχήματά τους και να φεύγουν».
Ο ίδιος κινήθηκε προς την οδό Παπαναστασίου σε μια καφετέρια, όπου εκεί συνάντησε τον Δ. και τον Σ., και συνειδητοποίησαν πως ο Δ. είναι χτυπημένος.
«Καθίσαμε να δέσουμε την πληγή του γιατί αιμορραγούσε. Πήγαμε σε ένα στενό πιο πάνω (σ.σ. οδός Παπαναστασίου), μαζί με ένα άλλο παιδί από την Χαριλάου και τον Δ. μέχρι να δούμε τι θα γίνει. Πέρασε ένα ασθενοφόρο το οποίο δεν είχαμε καλέσει εμείς, και ο Δ. μπήκε μέσα γιατί δεν άντεχε άλλο. Ο Σ. δεν ήταν μαζί μας εκείνη την στιγμή. Εμένα δεν με άφησαν να μπω στο ασθενοφόρο, οπότε κάλεσα τον πατέρα μου για να πάμε στο νοσοκομείο. Εκεί, μας είπαν ότι ο Άλκης δεν τα κατάφερε και ότι ο Άγγελος νοσηλεύεται.
Μέχρι εκείνη την στιγμή, νομίζαμε (σ.σ. οι τρεις φίλοι) πως και οι υπόλοιποι είχαν ξεφύγει (σ.σ. ο Άλκης και ο Άγγελος). Δεν είχαμε καταλάβει τι είχε γίνει πραγματικά».
Η δίκη συνεχίζεται με την εξέταση του μάρτυρα από τους δικηγόρους υπεράσπισης.
Πηγή: Thesstoday