Ένα αποτρόπαιο έγκλημα που αφορά στην άγρια δολοφονία ενός υπερήλικα μοναχικού άνδρα, 82 ετών, αποτυπώνεται σε απόφαση του Ζ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Η συγκεκριμένη υπόθεση απασχόλησε επί μακρόν τα δικαστήρια και έφτασε με το Ανώτατο Ποινικό Δικαστήριο, καθώς η «πρωταγωνίστρια» της φρικτής αυτής ιστορίας, μια γυναίκα από την Βουλγαρία καταδικασμένη σε ισόβια και 20 χρόνια κάθειρξη για τη δολοφονία και την ληστεία του 82χρονου, ζήτησε να επαναληφθεί η δίκη της.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην αρεοπαγίτικη απόφαση, η καταδικασθείσα είχε μπει στο σπίτι του υπερήλικα, ο οποίος έμεινε μόνος. Εκεί τον ξυλοκόπησε άγρια για να κάμψει τις αντιστάσεις του και στην συνέχεια τον φίμωσε. Όταν πια ο άτυχος άνδρας εξέπνευσε τον λήστεψε αφαιρώντας του τις οικονομίες του που ανέρχονταν σε 750 ευρώ.
Οι περιγραφές που εμπεριέχονται στη δικαστική απόφαση σοκάρουν: «Για να κάμψει την αντίσταση του θύματος, του προκάλεσε σωματικές βλάβες, ήτοι κακώσεις στην κεφαλή (αριστερή κογχική, υποκόγχιο ζυγωματική χώρα και τμήμα της αριστερής μετωπιαίας κροταφικής και στερνοκλειδομαστοειδούς χώρας), καθώς και μικροεκδορές και μικροεκχυμώσεις στη στοματική χώρα και κυρίως στην επιφάνεια του άνω και κάτω χείλους, κατόπιν δε, αφού του έδεσε τα χέρια και τα πόδια με αυτοκόλλητη ταινία και έβαλε γύρω από το λαιμό του μια υφασμάτινη πράσινη πυτζάμα και ταινία διάφανη, τον φίμωσε με μια πολύχρωμη πετσέτα και υφασμάτινο υποκάμισο και στη μέση του έβαλε μια υφασμάτινη ζώνη, προκαλώντας του έτσι “απόφραξη των έξω στομίων των αεροφόρων οδών με ξένο σώμα με έντονη τάση”, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε ασφυξία, από την οποία, ως μόνη ενεργό αιτία, επήλθε ο θάνατος του».
Για τις πράξεις της αυτές – ανθρωποκτονία από πρόθεση, κατά συναυτουργία και ληστεία, κατά συναυτουργία – η γυναίκα καταδικάσθηκε σε ισόβια και κάθειρξη 20 ετών, ωστόσο, όπως υποστήριζε στην αίτησή της για επανάληψη της δίκης που υπέβαλλε στον Άρειο Πάγο το Εφετείο την καταδίκασε άδικα «μέσα σε 20 λεπτά».
«Εμφανίσθηκα στη δίκη. Η σύνθεση του δικαστηρίου είχε διατεθεί εναντίον μου. Δύο από τους συνέδρους αποσύρθηκαν με τη δικαιολογία, ότι έχουν επείγουσα εργασία. Ο δικαστής έβαλε τις φωνές, ποιος θα εκδικάσει την υπόθεση» ανέφερε η καταδικασθείσα στην αίτηση της προς τον Άρειο Πάγο και συμπλήρωνε: «Η δίκη συνεχίστηκε με ελλιπή σύνθεση. Τα αιτήματά μου προς το δικαστήριο μέχρι στιγμής έμειναν χωρίς απάντηση. Ο δικαστής είπε, ότι εδώ δεν είμαι στη Βουλγαρία, δεν έχω χρόνο, έχω άλλη υπόθεση για εκδίκαση. Η δίκη τελείωσε σε 20 λεπτά. Έμεινα με την ίδια καταδίκη. Ο δικαστής δεν επέτρεψε στον διορισμένο αυτεπαγγέλτως δικηγόρο να απευθύνει ερωτήσεις σε δύο μάρτυρες, που κατέθεσαν…Δεν έχω οικογένεια, δεν είμαι αρμόδιο νομικών θεμάτων. Παρακαλώ να επανεξετασθεί η έφεσή μου από την αρχή. Δικαιούμαι δίκαιης δίκης. Παρακαλώ να επιτρέψετε να αποδείξω την αθωότητά μου και να πω την αλήθεια. Οι δύο προηγούμενες πρωτοβάθμιες δίκες απλώς δεν μου επέτρεψαν να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Συμβουλεύθηκα το Διεθνές Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της Βουλγαρίας, έγραψα με λεπτομέρειες ολόκληρη την κατηγορία και τι συνέβη στις δίκες».
Ο Άρειος Πάγος, με την απόφαση που εξέδωσε απέρριψε την αίτηση για επανάληψη της δίκης της καταδικασθείσας, σημειώνοντας μεταξύ άλλων, πως για υπάρξει νέα ακροαματική διαδικασία χρειάζεται να προσκομιστούν νέα στοιχεία για την υπόθεση που δεν υποβλήθηκαν στο δικαστήριο που έχει δικάσει την υπόθεση και ήταν άγνωστα στους δικαστές που εξέδωσαν την καταδικαστική απόφαση, ανεξάρτητα αν αυτά υπήρχαν πριν από την καταδίκη ή προέκυψαν μεταγενέστερα.