Η ιστορία του Χρήστου Κεντήρα είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο, που παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα την υπόθεση λεωφορειοπειρατείας πριν από 22 χρόνια. Σαν σήμερα, στις 4 Νοεμβρίου 2000, ο 48χρονος φανοποιός Χρήστος Κεντήρας έκανε δύο φόνους και απήγαγε 35 ανθρώπους που βρίσκονταν σε πούλμαν, πριν βάλει τέλος στη ζωή του.
Ο Χρήστος Κεντήρας ήταν ένας 48χρονος φανοποιός με καταγωγή από τη Νίκαια. Είχε αφήσει την Αθήνα και ζούσε 25 χρόνια μαζί με την γυναίκα και τον γιο του στην Τακτικούπολη Τροιζηνίας, ένα μικρό χωριό 200 κατοίκων απέναντι από τον Πόρο. Ήταν ιδιόρρυθμος χαρακτήρας και αρκετά ερχόταν σε διενέξεις με τους κοντινούς του ανθρώπους ήταν πολύ συχνές. Είχε τσακωθεί με το γιο του, είχε έρθει σε ρήξη με όλους τους συγγενείς, ενώ με τη γυναίκα του βρισκόταν σε διάσταση κι έμεναν χωριστά. Έξω από το φανοποιείο που διατηρούσε στην Τακτικούπολη είχε κρεμάσει μία ταμπέλα με την οποία αυτοαποκαλούταν «ο παράξενος».
Η κατάστασή του χειροτέρεψε όταν άρχισε να υποψιάζεται ότι η σύζυγός του είχε εραστή με την κάλυψη της μητέρας της. Μάλιστα, θεωρούσε πως ο εραστής της, ήταν ο ο φίλος του Σταμάτης Τακτικός. Είχε προσλάβει ακόμα και ντετέκτιβ προκειμένου να υποκλέψει τις τηλεφωνικές της συνομιλίες και να επιβεβαιώσει τους φόβους του. Όπως δήλωναν οι συγχωριανοί του εκ των υστέρων, ήταν φανερό ότι αντιμετώπιζε έντονα ψυχολογικά προβλήματα και μεταπτώσεις στην συμπεριφορά του, όμως κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει τι επρόκειτο να συμβεί.
Νωρίς το πρωί του Σαββάτου 4 Νοέμβρη του 2000, ο Κεντήρας πήγε στο σπίτι της πεθεράς του στην Τακτικούπολη και με μια καραμπίνα σκότωσε την 77χρονη, ρίχνοντάς της τρεις φορές. Αμέσως μετά μπήκε στην πόλη του Γαλατά, πήγε στο σπίτι του Τακτικού και σκότωσε κι αυτόν με τον ίδιο τρόπο.
Σε κατάσταση αμόκ, μπήκε στο αυτοκίνητό του και άρχισε και πάλι να οδηγεί με κατεύθυνση την Κόρινθο. Στις 9:30 σταμάτησε έξω από τη Μονή Αγνούντος στην Επίδαυρο. Βγήκε από το όχημα και το περιέλουσε με βενζίνη βάζοντάς του φωτιά. Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, δεν ήθελε το αυτοκίνητο να έρθει στα χέρια του γιου του, μετά την σύλληψή του.
Εκείνη τη στιγμή, ένα λεωφορείο της Panolympia Express πλησίαζε στο σημείο. Ο Κεντήρας του έκλεισε το δρόμο, επιβιβάστηκε σε αυτό και υπό την απειλή της καραμπίνας ανάγκασε τον οδηγό να κάνει αναστροφή. Επιβάτες του πούλμαν ήταν ένα γκρουπ 33 Ιαπώνων τουριστών, μαζί με έναν Έλληνα ξεναγό. Όπως ήταν αναμενόμενο επικράτησε πανικός. Ο οδηγός προσπάθησε να μείνει ψύχραιμος και να ακολουθήσει κατά γράμμα τις εντολές του 48χρονου απαγωγέα. Έτσι, άρχισαν να κατευθύνονται προς Αθήνα.
Η κινηματογραφική καταδίωξη
Η αστυνομία δεν άργησε να ενημερωθεί για τη λεωφορειοπειρατεία. Πριν το λεωφορείο φτάσει στον Ισθμό, είχε ήδη περικυκλωθεί από περιπολικά. Ωστόσο, οι αστυνομικοί δεν μπορούσαν να επέμβουν καθώς ο δράστης κρατούσε 35 ανθρώπους ως όμηρους. Πριν από τα διόδια της Ελευσίνας, ο Κεντήρας διέταξε τον οδηγό να κάνει για ακόμη μια φορά αναστροφή υπό το φόβο ότι θα έπεφταν σε μπλόκο. Έτσι, το λεωφορείο και μαζί του όλα τα περιπολικά πήραν ξανά το δρόμο της επιστροφής, προς την Κόρινθο.
Μετά την αναχώρησή του από τα διόδια της Ελευσίνας ο δράστης, που δήλωσε ότι κουβαλάει και ένα πιστόλι των 9 mm, φέρεται να πυροβόλησε χωρίς να τραυματίσει, τον αστυνομικό της Άμεσης Δράσης Δημήτρη Γιοβανίδη, ο οποίος επιχείρησε να προσεγγίσει με την υπηρεσιακή μοτοσικλέτα του το λεωφορείο, από δική του πρωτοβουλία και χωρίς να έχει λάβει σχετική εντολή.
Ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης βρισκόταν στο Καλπάκι Ιωαννίνων, όταν τα γεγονότα τον αιφνιδίασαν. «Έχω δώσει τις κατάλληλες εντολές. Προσπάθεια όλων μας είναι να διασωθεί η ζωή των ομήρων και να κλείσουμε την υπόθεση με το καλύτερο αποτέλεσμα. Οι ενέργειες της Αστυνομίας θα είναι θετικές και σύντομες», ήταν η δήλωση του τότε πρωθυπουργού.
Οι διαπραγματεύσεις με τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο
Ανάμεσα στην αυτοκινητοπομπή βρισκόταν κι ένα όχημα που μετέφερε τον επικεφαλής της αστυνομίας μαζί με έναν ειδικευμένο ψυχίατρο που θα βοηθούσε στη διαπραγμάτευση. Ο Χρήστος Κεντήρας όμως, είχε άλλα σχέδια. Δεν ήθελε να διαπραγματευτεί με τις αρχές. Αντιθέτως, ήθελε να βγει στην τηλεόραση για να «αποκαταστήσει την τιμή του» δημόσια.
Μετά από μερικές αποτυχημένες απόπειρες να μιλήσει με δημοσιογράφους κι ενώ το πούλμαν πλησίαζε την Επίδαυρο, ήρθε τελικά σε επαφή με τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο.
Ο δημοσιογράφος, που βρισκόταν στο Αίγιο, άρχισε κατευθείαν τις επαφές με τον απαγωγέα. Τον έπεισε να συναντηθούν στην Κόρινθο προκειμένου ο Κεντήρας να δώσει τη συνέντευξη που ήθελε. Η εξέλιξη αυτή άλλαξε τελείως τα σχέδια της αστυνομίας, η οποία είχε ήδη στήσει επιχείρηση στον Γαλατά Τροιζηνίας και περίμενε τον 48χρονο.
Ο δημοσιογράφος αφού έκλεισε το «ραντεβού» με τον Κεντήρα ειδοποίησε τους αστυνομικούς τι επρόκειτο να συμβεί. Ο διοικητής της αστυνομίας θεώρησε ότι η μόνη λύση ήταν να συνεργαστούν. Έτσι, ο Τριανταφυλλόπουλος επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο που βρίσκονταν ο επικεφαλής της επιχείρησης και ο ειδικός ψυχίατρος.
Εν τω μεταξύ, η είδηση της απαγωγής των τουριστών είχε φτάσει, όχι μόνο στα ελληνικά, αλλά και στα διεθνή ΜΜΕ. Τα κανάλια έπαιζαν εικόνες από την αυτοκινητοπομπή, η οποία πλησίαζε την πρωτεύουσα. Το απίστευτο θρίλερ είχε γίνει πρώτο θέμα και οι τηλεοράσεις μετέδιδαν λεπτό προς λεπτό τις εξελίξεις.
Ο τραγικός επίλογος στη ΓΑΔΑ
Το σημείο συνάντησης άλλαξε και πλέον το λεωφορείο κατευθυνόταν στα γραφεία του τηλεοπτικού σταθμού όπου εργαζόταν ο δημοσιογράφος. Με τη βοήθεια των διαπραγματευτών της αστυνομίας, ο Κεντήρας είχε δεχθεί να ελευθερώσει τους ομήρους υπό τον όρο να μιλούσε με τον Τριανταφυλλόπουλο. Στο μεταξύ, η κατάσταση μέσα στο πούλμαν ήταν πολύ πιο ήρεμη από ό,τι θα περίμενε κανείς.
«Οι τουρίστες στην αρχή ήταν φοβισμένοι, αλλά μετά σιγά σιγά άρχισαν να χαλαρώνουν. Ήταν άψογοι, δεν κουνήθηκαν από τις θέσεις τους. Όταν μάλιστα σταματήσαμε έξω από το κανάλι και ο δράστης μου έδωσε την καραμπίνα, γύρισε προς τους επιβάτες και υποκλίθηκε. Εκείνοι με τη σειρά τους άρχισαν να τον χειροκροτούν». Έτσι περιέγραψε αργότερα τις τελευταίες στιγμές της περιπέτειάς τους ο οδηγός, Γεώργιος Τσάκωνας.
Πράγματι, έξω από το κτίριο του τηλεοπτικού σταθμού, το πούλμαν σταμάτησε και ο 48χρονος απαγωγέας αποβιβάστηκε άοπλος. Οι αστυνομικοί τήρησαν την υπόσχεσή τους και τον άφησαν να μιλήσει με τον Τριανταφυλλόπουλο. Έπειτα τον μετέφεραν στα Γραφεία της Ασφάλειας Αττικής, όπου τον ανέκριναν. Την επόμενη μέρα και αφού ο δράστης είχε εξεταστεί, έπρεπε να ακολουθήσει η διαδικασία των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Έτσι, ο Κεντήρας οδηγήθηκε στη Γ.Α.Δ.Α.
Ήταν 8:40 το πρωί και ο 48χρονος φανοποιός με τη συνοδεία αστυνομικών ανέβηκε στον έβδομο όροφο του κτιρίου. Σε μία στιγμή απροσεξίας τους, ο δράστης ξέφυγε από τους αστυνομικούς που τον κρατούσαν και άρχισε να τρέχει προς το μεγάλο παράθυρο του ορόφου. Ο Χρήστος Κεντήρας ήταν αποφασισμένος. Δίχως να το σκεφτεί, άνοιξε το τζάμι και πήδηξε στο κενό. Ο θάνατος του ήταν ακαριαίος.