29.5 C
Athens
24.4 C
Thessaloniki
Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2024
More

    Χρίστος Μυλωνόπουλος: «Θέλουμε εικονικές ποινές; Το μέτρο ως γνώμων της καλής νομοθέτησης και η διάγνωσή του»


    Το σχέδιο νόμου του υπουργείου δικαιοσύνης για τον ποινικό κώδικα και την ποινική δικονομία μας ξαναθύμισε ότι η ποινική νομοθέτηση είναι τόλμημα.

    Η κατεδαφιστική κριτική που ενίοτε συνοδεύει τα ποινικά νομοσχέδια, ακριβώς επειδή οι ποινικοί νόμοι συνδέονται με οριακές στιγμές των πολιτών, καθιστά επιβεβλημένη νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα χωρίς συνθηματολογικούς αφορισμούς, ή ισοπεδωτικές  γενικεύσεις. Το έγκλημα δεν καταπολεμείται ούτε με λαϊκίζοντα τιμωρητισμό ούτε με μοντερνίζοντα συγχωρητισμό.

    Η βασική επιδίωξη του νέου ποινικού κώδικα του 2019 ήταν ο εξορθολογισμός των ποινών. Ο προϊσχύσας ΠΚ εξέφραζε ένα κατ’ εξοχήν εικονικό ποινικό σύστημα, όπου ακόμη και η πενταετής φυλάκιση μπορούσε να μετατραπεί σε χρηματική ποινή.


    Αυτή η γενικευμένη αίσθηση ατιμωρησίας ωστόσο, αντί να περισταλεί,  επιτάθηκε με το νέο ΠΚ, που έγινε στόχος σφοδρής αποδοκιμασίας  και υπέστη τρεις μείζονες τροποποιήσεις (ν. 4623/2019, ν. 4637/2019 και 4855/2021) με αποτέλεσμα τη δυσχέρεια στην εφαρμογή του και τη δριμεία δοκιμασία δικαστών, εισαγγελέων και δικηγόρων.

    Εν τούτοις ο εικονικός χαρακτήρας του ποινικού κώδικα και η αναποτελεσματικότητα του συστήματος διατηρήθηκε, αφού οι αθρόες αποφυλακίσεις  δεν είχαν ως γνώμονα μια έλλογη αντεγκληματική πολιτική αλλά υπαγορεύονταν από την αδήριτη ανάγκη αποσυμφόρησης των φυλακών.


    Η διατήρηση διατάξεων που απειλούν εικονικές ποινές μηδέποτε επιβαλλόμενες και μηδέποτε εκτελούμενες συνιστά μία ανυπόφορη υποκρισία που εκθέτει  την Πολιτεία ως αναξιόπιστη, διαβρώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών επί την ισχύ της εννόμου τάξεως και αποδυναμώνει την ασφάλεια δικαίου.

    Αν το κύμα συγχωρητισμού που διαπνέει  το ποινικό σύστημα είναι βάσιμο, θα πρέπει, για λόγους συνέπειας, να δεχτούμε  και την κατάργηση των εγκλημάτων που δεν πρέπει να τιμωρούνται με φυλάκιση και την αντικατάστασή τους από διοικητικές κυρώσεις.

    Και αυτό πράγματι συνιστά μέχρις ενός σημείου ένα βάσιμο αίτημα. Διότι υπάρχουν πράγματι ορισμένες πράξεις όπως π.χ. η αυτοδικία, που χρήζουν αποποινικοποιήσεως. Διότι και ο πληθωρισμός των ποινών αποτελεί ένα ακόμη άχθος του συστήματος που επιβαρύνει τα πινάκια χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα.

    Για όσες ποινικές διατάξεις όμως πιστεύουμε ότι έχουν πράγματι λόγο ύπαρξης, θα πρέπει να υποστηρίξουμε την ποινική φύση τους μέχρι τέλους. Οι ποινικές διατάξεις δεν έχουν ούτε διακηρυκτικό ούτε συμβολικό χαρακτήρα.  Τίθενται για να εφαρμόζονται και όχι για να αποτελούν πρόσχημα μιας θεατρικής δικαστηριακής διαδικασίας μετά το πέρας της οποίας ο ένοχος πληρώνει και επιστρέφει οίκαδε.

    Εννοείται με γνώμονα βεβαίως τα διδάγματα της αντεγκληματικής πολιτικής και όχι προς εξόντωση του δράστη: θα μπορεί π.χ. να χορηγείται αναστολή την πρώτη φορά, μερική έκτιση τη δεύτερη κλπ. Άλλωστε είναι πλέον κοινός τόπος ότι οι βραχυχρόνιες ποινές είναι οι πλέον αποτελεσματικές και συμβάλλουν περισσότερο από κάθε άλλη κύρωση στην ειδική πρόληψη.

    Στη βάση αυτή ορισμένες από τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στο υπό συζήτηση σχέδιο νόμου ανταποκρίνονται σε πάγια αιτήματα της επιστήμης και της πράξης. Η επαναφορά π.χ. της αυτεπάγγελτης δίωξης των περιουσιακών εγκλημάτων θα αποκαταστήσει μια  βαρέως άστοχη ρύθμιση της ισχύουσας νομοθεσίας. Πόσοι γνωρίζουν άρα γε, ότι αν το σκάνδαλο της Τράπεζας Κρήτης διαπραττόταν σήμερα, ο υπαίτιος της υπεξαίρεσης θα έπρεπε να υποβάλει μήνυση στον …εαυτό του για να διωχθεί;

    Σήμερα ο απατεώνας που μέσω υπολογιστή αποσπά από χιλιάδες χρήστες του διαδικτύου απειροελάχιστα ποσά ενώ ο ίδιος επιυθγχάνει τεράστια κέρδη μένει ουσιαστικά στο απυρόβλητο. Διότι ποιος έχει τη διάθεση να υποβάλει έγκληση για τα ελάχιστα λεπτά του ευρώ που απώλεσε; Ομοίως, η αύξηση του minimum της ποινής στην εξ αμελείας ανθρωποκτονία  στα δύο έτη υπενθυμίζει ότι η αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή δεν είναι πλέον ανεκτή από την έννομη τάξη.

    Ακόμη: η  κατάργηση της διπλής μείωσης της ποινής όταν συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις απαλλάσσει τον εφαρμοστή του δικαίου από αυτόχρημα τραγελαφικά αδιέξοδα.  Η νέα ρύθμιση του άρθρ. 5 παρ. 2 ΠΚ δίδει καθαρή λύση στο πολλαχώς στασιαζόμενο ζήτημα της ποινικής δικαιοδοσίας επί ελληνικών πλοίων που ναυλοχούν σε ξένο λιμένα, με αποτέλεσμα να εξασφαλίζεται η επιβολή του νόμου και επί πράξεων που διαφορετικά ενδεχομένως θα έμεναν ατιμώρητες.

    Από την άλλη πλευρά υπάρχουν διατάξεις που γεννούν έντονο προβληματισμό. Επανήλθε π.χ. η δυνατότητα επιβολής πλήρους ποινής στην απόπειρα, διάταξη που είχε επικριθεί ως αντισυνταγματική.   Συμπληρώθηκε εμβαλωματικά η διάταξη περί συμμετοχής αντί να διορθωθεί. Δεν αξιοποιήθηκε η δυνατότητα να λειτουργήσει πλήρως ο θεσμός της ποινικής διαπραγμάτευσης αφού εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις των άρθρ. 381, 405 ΠΚ που τον αδρανοποιούν σε σημαντικό βαθμό.

    Διευρύνθηκε δραστικά η αρμοδιότητα του μονομελούς  εφετείου για λόγους αναγόμενους  όχι σε κάποια  αστοχία της πολυμελούς σύνθεσης αλλά στην ανάγκη εξοικονόμησης δικαστών. Επανεισήχθη ο δραστικός περιορισμός των αναβολών και εξαγγέλθηκε πραγματική έκτιση ποινών χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψη η αδήριτη δύναμη της πραγματικότητας.

    Τελευταίο, αλλά λίαν σημαντικό: η οριζόντια αυστηροποίηση των ποινών οδηγεί σε ουσιαστικώς άνισες απαξιολογήσεις αλλά και σε επαύξηση της ευθύνης όλων των λειτουργών της Δικαιοσύνης για την πρόληψη αυθαιρεσιών.

    Υπάρχει λοιπόν ανάγκη μέτρου  τόσο κατά τη θέσπιση ποινικών κανόνων όσο και κατά την αξιολόγησή τους.

    Γράφει ο Χρίστος Χ. Μυλωνόπουλος, Καθηγητής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών-Δικηγόρος – Πρόεδρος Ινστιτούτου Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Ποινικού Δικαίου στην Καθημερινή

     

     



    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΡΟΗ ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ

    ΑΠΟΨΕΙΣ