18.8 C
Athens
19.7 C
Thessaloniki
Παρασκευή 26 Απριλίου 2024
More

    Δίκη για Μάτι: Νέες καταθέσεις-σοκ – «Γυρνούσα γύρω από την απανθρακωμένη μητέρα μου και δεν την έβλεπα – Θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί η τραγωδία»


    Συγκλόνισε σήμερα με την κατάθεσή του στη δίκη για το Μάτι ο 92χρονος Χρ. Πολίτης, ο οποίος βρήκε τη σύζυγό του απανθρακωμένη στη φονική πυρκαγιά και δε μπόρεσε, όπως είπε ούτε στη κηδεία της να πάει, καθώς νοσηλεύονταν επί μέρες, έχοντας υποστεί βαριά και εκτεταμένα εγκαύματα.

    «Δεν χάθηκε και κόσμος για τα υλικά αγαθά αλλά οι άνθρωποι δεν γυρίζουν πίσω. Αυτός είναι ο μεγάλος καημός που θα μπορούσε αυτό να έχει αποφευχθεί. Δεν βοηθηθήκαμε, δεν υπήρχε σχέδιο, το κράτος ήταν ανύπαρκτο. Έχω παράπονο. Ακόμη και σήμερα το κράτος θα μπορούσε να με βοηθήσει και όχι να μου ζητεί συνέχεια χαρτιά για το σπίτι μου τα οποία εγώ δεν είμαι σε θέση να βρω. Ευτυχώς δεν είμαι στο δρόμο έχω τα παιδιά μου….».


    Μάλιστα, ο 92χρονος άνδρας είχε και συνομιλία με έναν εκ των κατηγορουμένων ο οποίος ήταν τότε στέλεχος της πυροσβεστικής στη Νέα Μάκρη. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος τον είχε βοηθήσει να σωθεί από τις φλόγες. Ο κατηγορούμενος θυμήθηκε την περίπτωση του κ. Πολίτη όταν στο δικαστήριο κατέθεσε η κόρη του 92χρονου άνδρα και μιλούσε για τις προσπάθειες του πατέρα της να σωθεί αλλά και για το δικό της Γολγοθά όταν εντόπισε τη μητέρα της απανθρακωμένη και έψαχνε να μάθει τι θα γίνει με τη σορό της!

    Την ώρα που η συγκεκριμένη μάρτυρας, η κ. Καλλιόπη Πολίτη, ανέφερε στο δικαστήριο τα παραπάνω, ο κατηγορούμενος ακούστηκε να λέει στο δικαστήριο: «Εγώ τον συνέλεξα τον κ. Πολίτη. Με συγχωρείτε για τη διακοπή. Συγκινήθηκα τώρα. Ζει ε; Τον είχα μαζέψει εγώ, ήταν κρυμμένος και Φοβόταν…». Μάλιστα, ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος συνομίλησε λίγο μετά με τον κ. Πολίτη και την κόρη του, αφού και οι δυο ολοκλήρωσαν τις καταθέσεις τους.

    «Θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί…»

    Τώρα, κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του ο 92χρονος σήμερα κ. Πολίτης περιέγραψε: «Ήμουν στο σπίτι ήμουν με τη γυναίκα μου. Είχαμε γυρίσει από το μπάνιο και μάθαμε για πυρκαγιά στην Κινέττα. Κάποια στιγμή αντιληφθήκαμε ότι η φωτιά της Πεντέλης έφτασε στο Βουτζά και μετά από πέντε λεπτά σε εμάς. Ήμουν εγώ και η γυναίκα μου, η συγχωρεμένη η Ευγενία», είπε ο μάρτυρας εμφανώς συγκινημένος για να προσθέσει: «Αλλά και εμείς που μείναμε πίσω δεν είμαστε αλώβητοι… Ο άνθρωπος που σας μιλάει έχει εγκαύματα τρίτου βαθμού. Ήμουν καμένος ο μίσος…. Όταν έφτασε η φωτιά και καιγόμαστε η γυναίκα μου ήταν στο δίπλα σπίτι και δεν πρόλαβε να βγει. Η φωτιά μας είχε κουλουριάσει».


    Στη συνέχεια της κατάθεσής του ο κ. Πολίτης περιέγραψε στο δικαστήριο ότι άρχισε να κατευθύνεται προς τη θάλασσα και πως χρειάστηκε μια ώρα για να διανύσει με το αυτοκίνητό του μια διαδρομή που την έκανε μόλις σε πέντε λεπτά. «Έφτασα στη θάλασσα. Δεν ήταν δυνατό να κατέβω από τα σκαλάκια που υπήρχαν, προχώρησα και άλλο και κάποια στιγμή βρέθηκα στη θάλασσα. Εκεί με τη βοήθεια ενός ανθρώπου που τον ευχαριστώ, μπόρεσα να περάσω και βγω. Με πήρε ένα αμάξι της πυροσβεστικής με πήγε στη Ραφήνα και από εκεί στο Σισμανόγλειο, όπου έμεινα τρεις εβδομάδες. Δεν μπόρεσα να πάω στη κηδεία της γυναίκας μου. Δεν μπορώ να πω τίποτα περισσότερο από το μεγάλο πόνο», είπε ο μάρτυρας για να προσθέσει: «οι άνθρωποι δεν γυρίζουν πίσω και αυτός είναι ο μεγάλος καημός που θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί. Δεν βοηθηθήκαμε, δεν υπήρχε σχέδιο, το κράτος ήταν  ανύπαρκτο. Έχω παράπονο. Ακόμη και σήμερα το κράτος θα μπορούσε να με βοηθήσει και όχι να μου ζητεί συνέχεια χαρτιά για το σπίτι μου τα οποία εγώ δεν είμαι σε θέση να βρω. Ευτυχώς δεν είμαι στο δρόμο έχω τα παιδιά μου….».

    Είχε προηγηθεί η κατάθεση της κόρης του κ. Πολίτη στο δικαστήριο. Συγκεκριμένα η κ. Καλλιόπη Πολίτη ανέφερε ενώ συνομιλούσε με τους γονείς της στο τηλέφωνο (η ίδια δεν βρίσκονταν στη περιοχή) άκουσε τον πατέρα της να της λέει στο τηλέφωνο: «Βοηθήστε μας! Καιγόμαστε. Δε βρίσκω τη μαμά σου…». Όπως είπε η μάρτυρας ζήτησε από τους γονείς της να φύγουν από το σπίτι. «Η μητέρα μου προσπάθησε να φύγει, να πάρει το αμάξι. Είχε να διανύσει 70-80 μέτρα. Αυτό στάθηκε μοιραίο… Είπα στον πατέρα μου να πάει προς τη θάλασσα. Περπάτησε 1,5 χιλιόμετρο. Που να ήξερα; Έφτασε στη θάλασσα. Έχει πολλά εγκαύματα από τη θερμοκρασία. Στα 88 του είναι αδιανόητο πως τα κατάφερε. Σε όλη αυτή τη διαδρομή δεν συνάντησε κανέναν», κατάθεσε η κ. Πολίτη τονίζοντας πως παρά τα επανειλημμένα τηλεφωνήματά της για βοήθεια, σε Πυροσβεστική κ.ά. κανείς δεν απαντούσε.  «Παρακαλούσα να στείλουν κάποιον στη Λ. Μαραθώνος. Μετά κατάλαβα ότι είχαν αδειάσει τα πλοία. Είχε φωτιά και τους άφησαν να κατέβουν. Βρήκα έναν πυροσβέστη και προσπαθούσα να μου υποδείξει ένα δρόμο να φτάσω σπίτι. Συνάντησα τον αδελφό μου και μέχρι τις 10:00 το βράδυ κινούμασταν κοντά στο Κόκκινο Λιμανάκι. Είδα ένα νεκρό κάτω, νόμιζα ότι είχε λιποθυμήσει».

    Εν τέλει η μάρτυρας κατάφερε κάποια στιγμή να φτάσει στο σπίτι της: «Αναθάρρησα όταν είδα ένα σκυλί μας ζωντανό. Περάσαμε πολλές φορές δίπλα από τη μητέρα μου. Δεν την καταλάβαμε. Είχε απανθρακωθεί…. Κανείς δεν ήξερε που έπρεπε να πάμε τη μητέρα μου. Μέχρι τις 4 το πρωί δεν ήξερε κανείς τι πρέπει να κάνουμε. Αποφασίσαμε να φέρει τη σωρό ο αδελφός μου στο «Σισμανόγλειο» που ήταν ο πατέρας μου. Κανείς δεν παραλάμβανε τη σωρό. Ένας νοσηλευτής έβαλε υπογραφή ….Ήμασταν στη Λεωφόρο Μαραθώνος. Δεν περνούσε από το μυαλό μας ότι θα χαθούν ζωές. …. Όφειλε ο Δήμος να έχει καθαρίσει, όφειλαν να υπάρχουν πυροσβεστικά οχήματα εκεί. Μου έκανε εντύπωσε ότι επί της Μαραθώνος υπήρχε τηλεοπτικό συνεργείο, το σπίτι στο βάθος καιγόταν. Ο δημοσιογράφος έλεγε «καίγονται σπίτια» και κανείς δε σκέφτηκε ότι μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι μέσα».

    Καταθέτοντας στο δικαστήριο ο κ. Σάββας Παπαϊωάννου, ο οποίος έχασε τον αδελφό του και τη νύφη του στη πυρκαγιά, ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ο αδελφός μου είχε κινητικά προβλήματα. Δεν είχε καμία βοήθεια για τη διαφυγή του. Η κόρη του σώθηκε γιατί της είπε η μητέρα της να τρέξει. Η μητέρα της έμεινε πίσω για να βοηθήσει τον αδελφό μου. Ο αδελφός μου έχασε τη ζωή του αμέσως. Η σύζυγός του 20 μέρες μετά επειδή είχε εγκαύματα τρίτου βαθμού σε όλο το σώμα, και προδόθηκε από την καρδιά. Δεν υπήρχε ενημέρωση για εκκένωση ώστε να μπορέσει ο κόσμος να διαφύγει. Υπήρχε η πυρκαγιά στην Κινέττα. Δόθηκε έντοκη να φύγουν εναέρια για εκεί και η Ανατολική πλευρά της Αττικής έμεινε εύθραυστη και ανοχύρωτη. Ήταν κομβικό λάθος για αυτό η φωτιά στο Μάτι πήρε αυτήν την τροπή και κατάληξη. Οι φορείς δεν αντιμετώπισαν την κατάσταση ως έπρεπε».

    Τέλος, η μάρτυρας Αλεξάνδρα Νιτσοτόλη, η οποία έχασε την 65χρονη μητέρα της και την ημέρα εκείνη βρίσκονταν στο γραφείο της, ανέφερε στο δικαστήριο: «Μου τηλεφώνησε η μητέρα μου και μου είπε ότι είχε πιάσει φωτιά. Ήταν μόνη της και μου ζήτησε να γυρίσω γιατί ήταν μόνη της στο σπίτι.  Όταν μπήκα στη Μαραθώνος δεν είδα περιπολικά, πυροσβεστικά, σειρήνες. Δεν υπήρχε κινητοποίηση. Ούτε εναέρια μέσα άκουσα. Κάποια στιγμή μίλησα μαζί της και μου είπε: «κλείσε κλείσε να προλάβω να ντυθώ να φύγω». Αυτή ήταν η τελευταία συνομιλία που είχα με τη μαμά μου. Ο Γολγοθάς μου ήταν να συνεχίσω να ψάχνω να βρω τη μαμά μου. Τα τηλεφωνήματα ήταν συνεχή…Δεν μπορούσα να βρω πουθενά τη μαμά μου. …Είδα το αυτοκίνητο ολοσχερώς καμένο. Πλησίασα τρέμοντας…. Δεν ήταν στο σπίτι. Φύγαμε ξανά γιατί υπήρχαν και άλλες εστίες φωτιάς. Στη διάρκεια της νύχτας γυρίσαμε ξανά. Οι συγγενείς μου είχαν πάει σε όλα τα εφημερεύοντα νοσοκομεία. Μετά πήγα στο λιμάνι της Ραφήνας και περίμενα τις βάρκες μήπως βρω τη μητέρα μου. Το χάραμα πήγα στο σπίτι ξανά όπου είχα πάει άλλες τρεις φορές όλο το βράδυ. Εκεί βρήκα τη μαμά μου».


    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΡΟΗ ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ

    ΑΠΟΨΕΙΣ