Με …δαγκωνιές στην ωμοπλάτη, χτυπήματα στο κεφάλι αλλά και σπάσιμο των γυαλιών οράσεως, «απάντησε» μια γυναίκα στον σύζυγό της, για τον οποίο δεν έτρεφε, όπως αποδείχθηκε, και τα πιο τρυφερά συναισθήματα, καθώς πίστευε για εκείνον ότι την παραμελεί και ότι είναι προσκολλημένος στην πατρική του οικογένεια, παρά το γάμο τους και την απόκτηση ενός παιδιού.
Το απίστευτο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας, που ως επί το πλείστον είναι συνυφασμένη με τον άντρα θύτη, έρχεται στο φως μέσα από απόφαση του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, όπου έφτασε η συγκεκριμένη υπόθεση για να εκδικασθεί σε τελευταίο βαθμό.
Ειδικότερα, η σύζυγος είχε κριθεί ένοχη από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο για ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη σε βάρος του άντρα της και καταδικάσθηκε σε φυλάκιση πέντε μηνών με τριετή αναστολή. Όπως, δε, προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας κακοποιούσε τον σύζυγό της μπροστά στο ανήλικο παιδί τους, επειδή θεωρούσε ότι ήταν προσκολλημένος στην πατρική του οικογένεια. Αρωγός της, ήταν ο αδελφός της, ο οποίος επίσης καταδικάσθηκε σε φυλάκιση τριών μηνών με τριετή αναστολή για απειλές που εκτόξευσε στον γαμπρό του.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην απόφαση του Αρείου Πάγου (1596/2019) ο έγγαμος βίος του ζευγαριού «δεν εξελίχθηκε ομαλά και ήδη από την αρχή της συμβίωσής δημιουργήθηκαν επεισόδια λόγω της προσκόλλησης του παθόντος στην πατρική του οικογένεια και της συνεχούς, και μετά το γάμο του, φροντίδας του προς αυτήν».
Η προσκόλληση αυτή του συζύγου την οικογένειά του προκάλεσαν την οργή και το θυμό της συμβίας του, η οποία εκδήλωνε «υποτιμητική και επιθετική συμπεριφορά προς αυτόν, άλλοτε λόγω, άλλοτε έργω, ακόμη και ενώπιον των συγγενών του και των φιλικών του προσώπων». Το αποκορύφωμα δε αυτής της συμπεριφοράς «ήταν το επίδικο επεισόδιο στο οποίο η κατηγορουμένη, μέσα στην οικία τους, στην οποία βρισκόταν και το ανήλικο τέκνο τους, επιτέθηκε στον παθόντα και του κατάφερε δύο δήγματα (δαγκωνιές) στα δεξιά και αριστερά της ωμοπλάτης και παράλληλα τον χτύπησε με τα χέρια σε διάφορα σημεία του σώματος και στο κεφάλι».
Στη συνέχεια, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην απόφαση του Αρείου Πάγου, «μετά από το επεισόδιο ο παθών πήγε στο πατρικό του σπίτι, όπου επισκέφθηκε την οικογενειακή γιατρό παθολόγο, η οποία επούλωσε και έδεσε την πληγή με γάζες που ο παθών άλλαζε κατά τις οδηγίες της και τον προμήθευσε με παυσίπονα για τον πόνο». Μάλιστα, «ο παθών προσπάθησε να κατευνάσει τα πνεύματα γι’ αυτό και μετά το επεισόδιο, πριν την πατρική του οικία, επισκέφθηκε την οικία της πεθεράς του, η οποία, όπως είπε ο ίδιος, ήταν πιο λογική και προσπαθούσε πάντα να ομαλοποιεί τις καταστάσεις. Η ενέργεια αυτή, από την πλευρά του παθόντος έγινε για να μη διαλύσει την οικογένειά του». Ωστόσο, όταν ο δυστυχής σύζυγος επέστρεψε στο σπίτι του, βρήκε την κλειδαριά του διαμερίσματος του αλλαγμένη με αποτέλεσμα να μη μπορεί να εισέλθει σε αυτό.
Μάλιστα, στην απόφαση του Αρείου Πάγου αναφέρεται πως πριν από το συγκεκριμένο περιστατικό είχαν προηγηθεί και άλλα τέτοια επεισόδια «με ύβρεις και χειροδικίες σε βάρος του παθόντος (όπως χαστούκια, σπάσιμο γυαλιών οράσεως κ.λπ.) από την πλευρά της κατηγορουμένης»!
Μετά την καταδίκη τους από το Εφετείο η σύζυγος και ο αδελφός της προσέφυγαν στο Άρειο Πάγο ζητώντας την αναίρεση της σχετικής απόφασης. Το Ανώτατο Ποινικό Δικαστήριο αναίρεσε εν μέρει την απόφαση, λόγω των νέων ευμενέστερων διατάξεων που εισήχθησαν με το νέο Ποινικό Κώδικα.