Ένας από τους πιο διαβόητους εγκληματίες στην ιστορία των ΗΠΑ. Πρώτης τάξεως ορνιθολόγος και συγγραφέας. Εξαιρετικά επικίνδυνος. Ψυχοπαθής. Αντιπαθητικός. Σεμνός. Αυτοδίδακτος ειδικός στα πτηνά.
Το πιο γνωστό παράδειγμα αυτοβελτίωσης στο σωφρονιστικό σύστημα των ΗΠΑ. Όλα τα παραπάνω, και ίσως άλλα τόσα, ήταν ένας άνθρωπος. Όχι πολλοί. Ένας. Ο Ρόμπερτ Στράουντ, η ζωή του οποίου, όχι άδικα, έγινε χολιγουντιανή ταινία γιατί αυτά μόνο στον κινηματογράφο συμβαίνουν.
Μια ζωή μέσα στην παρανομία
O Ρόμπερτ Στράουντ γεννήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 1890. Ο πατέρας του, Μπέντζαμιν, ήταν ένας βίαιος άνθρωπος και μέθυσος. Η μητέρα του, Ελίζαμπεθ, δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε… πρότυπο μάνας.
Το κλίμα μέσα στο σπίτι της οικογένειας, στο Σιάτλ των Ηνωμένων Πολιτειών, ήταν συνήθως εκρηκτικό με τους έντονους καυγάδες να σημαδεύουν την παιδική ψυχή του Ρόμπερτ ο οποίος, μόλις στα 13 του χρόνια, αποφάσισε να αφήσει πίσω του όλη αυτή την τοξικότητα και να ζήσει μόνος του.
Αν και τα μάτια του έχουν δει ήδη πολλά ο Ρόμπερτ δεν παύει να είναι ένα μικρό παιδί χωρίς καθοδήγηση. Κάπως έτσι το να πάρει τον… κακό δρόμο ήταν, περίπου, δεδομένο. Ο μικρός μπλέκεις με συμμορίες, γνωρίζει τον υπόκοσμο και τη «νύχτα», γυρνάει από πολιτεία σε πολιτεία και προσπαθεί να κερδίσει το ψωμί του κάνοντας διάφορες μικροαπατεωνιές.
Στα 18 του χρόνια, ωστόσο, αποφάσισε να… αναβαθμίσει τη δράση του. Στην Κόρντοβα της Αλάσκας γνωρίστηκε με μια 36χρονη πόρνη, την Κίτυ Ο’ Μπρέιν. Ο Ρόμπερτ Στράουντ ανέλαβε τον ρόλο του «νταβατζή» της νεαρής γυναίκας.
Στις 18 Ιανουαρίου 1909 η Κίτυ είχε πάει σε ένα μπαρ. Εκεί, συνευρεθεί με τον με τον μπάρμαν Τσάρλι βον Ντάμερ ο οποίος αρνήθηκε να την πληρώσει και επιπλέον αφού την ξυλοκόπησε της έκλεψε και ένα χρυσό μενταγιόν που φορούσε στο λαιμό της μέσα στο οποίο είχε τη φωτογραφία του γιου της.
Σε κακή κατάσταση η Κίτυ γύρισε στο σπίτι της. Εκεί τη βρήκε ο Ρόμπερτ Στράουντ. Όταν τη ρώτησε τι έγινε και ποιος της είχε συμπεριφερθεί έτσι, εκείνη του είπε όλη την ιστορία.
Ο Ρόμπερτ εξαγριωμένος πήγε στο μπαρ και, σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή της αστυνομίας, αφού πρώτα τον ξυλοκόπησε άγρια, στη συνέχεια πήρε πίσω το μενταγιόν της Κίτυ και ενώ ο Τσάρλι ήταν αιμόφυρτος στο έδαφος, έβγαλε το πιστόλι του και τον πυροβόλησε με αποτέλεσμα ο μπάρμαν να χάσει τη ζωή του.
Αμέσως μετά τη δολοφονία ο Ρόμπερτ Στράουντ παραδόθηκε στην αστυνομία. Συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε 12 χρόνια φυλάκιση αλλά αυτό ήταν μόνο η αρχή της ιστορίας. Μεταφέρθηκε στις φυλακές του νησιού ΜακΝιλ στην Ουάσινγκτον.
Εκεί ο Ρόμπερτ Στράουντ «ξεδίπλωσε» κάθε πτυχή του βίαιου χαρακτήρα του. Αρχικά μαχαίρωσε έναν συγκρατούμενο του επειδή του πήρε το φαγητό. Επιτέθηκε και ξυλοκόπησε άγρια μια ηλικιωμένη ο οποίος τον έπιασε στα «πράσα» να κλέβει μορφίνη από το φαρμακείο των φυλακών. Μαχαίρωσε έναν ακόμα συγκρατούμενο του με τον οποίο τα είχαν «σπάσει» στη διακίνηση ναρκωτικών μέσα στις φυλακές.
Αφού καταδικάστηκε σε επιπλέον έξι μήνες φυλάκιση, η διοίκηση των φυλακών αποφάσισε να τον στείλει στις φυλακές του Λέβενργουορθ. Η συμπεριφορά του δεν άλλαξε ούτε εκεί. Ο Ρόμπερτ Στράουντ εξακολουθούσε να είναι ένας εξαιρετικά βίαιος κρατούμενος που ήταν ο φόβος και ο τρόμος για όλους.
Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 26 Μαρτίου 1916, ο Ρόμπερτ Στράουντ βρισκόταν στο κυλικείο της φυλακής. Εκεί, ένας από τους φύλακες, του έκανε μια παρατήρηση και τον προειδοποίησε πως αν συνέχιζε να δημιουργεί πρόβλημα θα τον τιμωρούσε και έτσι θα έχανε το δικαίωμα του επισκεπτηρίου.
Τα αίματα «άναψαν» γιατί το επόμενο επισκεπτήριο του Στράουντ ήταν ο μικρότερος αδερφός του τον οποίο είχε να δει οκτώ ολόκληρα χρόνια. Ο σωφρονιστικός υπάλληλος επέμεινε. Τότε ο (εκτός ελέγχου) Ρόμπερτ Στράουντ έβγαλε ένα αυτοσχέδιο μαχαίρι που είχε κρυμμένο μέσα στα ρούχα του και το κάρφωσε στην καρδιά του φύλακα. Το 1918 μετά από τρεις δίκες, καταδικάστηκε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού.
Η μητέρα του Ρόμπερτ Στράουντ ξεκίνησε ένα σκληρό αγώνα για να καταφέρει να γλιτώσει τον γιό της από την κρεμάλα. Έφτασε μέχρι και τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Γούντροου Ουίλσον, τον οποίο παρακάλεσε να χαρίσει τη ζωή στον γιό της. Και τα κατάφερε.
Η ποινή του Στράουντ μετατράπηκε σε ισόβια αλλά με την προϋπόθεση να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του μακριά από τους υπόλοιπους κρατούμενους, σε καθεστώς πλήρους απομόνωσης στις φυλακές του Λέβενγουορθ.
«The Birdman of Alcatraz»
Μια ημέρα, την άνοιξη του 1920, κατά τη διάρκεια του προαυλισμού του ο Ρόμπερτ Στράουντ βρήκε στο προαύλιο της φυλακής τρία μικρά, τραυματισμένα, σπουργίτια. Ο διαβόητος κακοποιός εκμεταλλεύτηκε έναν νόμο που επέτρεπε στους κρατούμενους να φροντίσουν μικρά πτηνά στα κελιά τους, τα υιοθέτησε προκειμένου να τα φροντίσει μέχρι να γίνουν καλά.
Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο το ενδιαφέρουν τον Ρόμπερτ Στράουντ για τα πτηνά μεγάλωνε και έτσι ζήτησε να του φέρουν και μερικά καναρίνια! Στην πραγματικότητα άρχισε να τα εκτρέφει με σκοπό στη συνέχεια να τα πουλάει και έτσι να ενισχύει οικονομικά τη μητέρα του. Σταδιακά ο Ρόμπερτ Στράουντ άρχισε να παρατηρεί τον τρόπο ζωής των πτηνών και να καταγράφει τα πάντα σχετικά με αυτά.
Ο διευθυντής των φυλακών θεώρησε πως αυτό ήταν ένα εξαιρετικό παράδειγμα σωφρονισμού και συνέχισε να ενισχύει τις προσπάθειες του Ρόμπερτ Στράουντ ο οποίος έφτασε να μεγαλώσει πάνω από 300 καναρίνια.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Χωρίς να έχει σπουδάσει το αντικείμενο κατόρθωσε μόνο και μόνο παρατηρώντας τον τρόπο ζωής των πτηνών να γράψει ένα βιβλίο 60.000 λέξεων που συνεισέφερε τα μέγιστα στον τομέα της παθολογίας των πτηνών και ανακαλύπτοντας, μάλιστα, και μια πρωτοποριακή για την εποχή θεραπεία από την αιμορραγική σηψαιμία.
Το βιβλίο του «Diseases of Canaries (1933)» και η μεταγενέστερη έκδοση του «Stroud’s Digest on the Diseases of Birds (1943)» τον έκαναν γνωστό και σεβαστό μέλος της κοινότητας των ορνιθολόγων.
Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως όλη αυτή η δημοφιλία του Ρόμπερτ Στράουντ δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα στη λειτουργία της φυλακής. Με δεδομένο πως όλα τα γράμματα έπρεπε να διαβάζονται, να αντιγράφονται και να εγκρίνονται από τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους, ο Ρόμπερτ Στράουντ έφτασε να χρειάζεται… γραμματέα! Παράλληλα, τα πτηνά του πετούσαν ελεύθερα μέσα στο κελί του (κάποια στιγμή η διεύθυνση των φυλακών αναγκάστηκε να του παραχωρήσει και δεύτερο κελί) με αποτέλεσμα αυτό να είναι εξαιρετικά βρώμικο.
Οι σωφρονιστικοί πίεζαν, ώστε, να τελειώνει αυτή η ιστορία και έπεισαν τον διευθυντή να απαγορέψει στον Ρόμπερτ Στράουντ κάθε σχετική δραστηριότητα. Τότε, ωστόσο, εμφανίστηκε η Ντέλα Μ. Τζόουνς μια ερευνήτρια πτηνών από την Ιντιάνα η οποία έμαθε για την ιστορία του Ρόμπερτ Στράουντ και τη δημοσιοποίησε στις εφημερίδες.
Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν τέτοια που 50.000 άνθρωποι έστειλαν επιστολές στον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Χέρμπερτ Χούβερ, και τον έπεισαν να κρατήσει ο Στράουντ τα πτηνά του. Και το πέτυχαν.
Και έτσι ο Ρόμπερτ Στράουντ συνέχισε το έργο του ενώ παράλληλα η Τζόουνς μετακόμισε από την Ιντιάνα στο Κάνσας (για να είναι κοντά στη φυλακή) και εκεί άνοιξε μια επιχείρηση που πουλούσε τα φάρμακα που είχε ανακαλύψει ο Στράουντ για τα πτηνά.
Για πολλά χρόνια, οι φύλακες στο Λέβενγουορθ προσπαθούσαν να βρουν έστω και ένα λάθος του Ρόμπερτ Στράουντ ώστε να τον στείλουν «πακέτο» στο Αλκατράζ. Και τελικά το βρήκαν στα τέλη του 1942 όταν ανακάλυψαν πως ένα μέρος από τον εξοπλισμό που είχαν παραχωρήσει στον Στράουντ εκείνος το χρησιμοποιούσε ως παράνομο αποστακτήριο για την παρασκευή αλκοόλ.
Τα πράγματα στο Αλκατράζ, ωστόσο, ήταν πιο σκληρά και έτσι ο Ρόμπερτ Στράουντ (ο κρατούμενος Νο. 594 στον περιβόητο «Βράχο») έχασε το δικαίωμα να έχει τα πτηνά μαζί του. Όλοι του οι κόποι στάλθηκαν στον αδερφό του και ο Στράουντ πέρασε έξι χρόνια στην απομόνωση και άλλα 11 στο νοσοκομείο του Αλκατράζ όπου ένας ψυχίατρος διέγνωσε πως ήταν ψυχοπαθής.
Όσο καιρό έμεινε στο Αλκατράζ, ο Ρόμπερτ Στράουντ έγραψε δυο βιβλία, ένα εκ των οποίων ήταν η αυτοβιογραφία του, ενώ έχοντας πρόσβαση στη βιβλιοθήκη της φυλακής ξεκίνησε να σπουδάσει νομικά.
Το 1963 συναντήθηκε με τον οσκαρικό ηθοποιό Μπαρτ Λάνκαστερ ο οποίος τον ενσάρκωσε στην ταινία «Ο βαρυποινίτης του Αλκατράζ (The Birdman Of Alcatraz)». Η διοίκηση του Αλκατράζ δεν του επέτρεψε ποτέ να δει την ταινία!
Ο Ρόμπερτ Στράουντ πέθανε στο ιατρικό κέντρο του Σπρίνγκφιλντ στις 21 Νοεμβρίου 1963. Ήταν 73 ετών και είχε περάσει 54 χρόνια στη φυλακή με τα 42 εξ αυτών σε καθεστώς πλήρους απομόνωσης.
Πηγή: reader