Να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα σε ένα έγκλημα που έχει αφήσει άφωνη την κοινή γνώμη, επιχειρεί, μέσω της προανακριτικής του απολογίας ο 32χρονος πιλότος που έπειτα από ένα ρεσιτάλ θεατρινισμού και υποκρισίας, διάρκειας περίπου 40 ημερών, αποφάσισε να ομολογήσει στις αρχές ότι εκείνος σκότωσε την άτυχη Καρολάιν, χωρίς όπως υποστηρίζει να έχει συνειδητοποιήσει εξαρχής τι είχε κάνει.
Μόνο που τα στοιχεία της δικογραφίας δεν αφήνουν περιθώρια για δικαιολογίες. Είχε αφαιρέσει -όπως αποδείχθηκε- ώρες πριν το έγκλημα το τσιπάκι από την κάμερα ασφαλείας του σπιτιού τους στα Γλυκά Νερά (η τελευταία εγγραφή ήταν στις 12:26 τα ξημερώματα), ενώ ο θάνατος της 20χρονης επήλθε, σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση, στις 4 με 5 τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου και συμπεραίνεται ότι «δεν επήλθε ακαριαίως αλλά ήταν αγωνιώδης».
Λίγο ώρες, δε, πριν η Καρολάιν αφήσει την τελευταία της πνοή, αναζητούσε, όπως προέκυψε, στη πλατφόρμα booking ξενοδοχεία. Οι αναζητήσεις αυτές της 20χρονης έλαβαν χώρα μεταξύ 12:37 και 12:38, το βράδυ της 11ης Μαΐου. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι στο κινητό τηλέφωνο του κατηγορούμενου έχουν καταγραφεί βήματα στο διάστημα που έλεγε στους αστυνομικούς ότι ήταν δεμένος από τους ληστές δήθεν που μπήκαν στο σπίτι.
Παρά τα παραπάνω στοιχεία ο 32χρονος δείχνει να επιχειρεί να ανατρέψει τουλάχιστον με την προανακριτική του απολογία τη θέση ότι είχε προσχεδιάσει το έγκλημα λέγοντας πως όλα έγιναν μέσα σε πέντε λεπτά, έχοντας αγκαλιάσει την Καρολάιν και χωρίς -όπως λέει- να έχει συνειδητοποιήσει μέχρι τότε τι είχε κάνει.
«Όλο αυτό πρέπει να κράτησε γύρω στα πέντε λεπτά από την ώρα δηλαδή που την αγκάλιασα μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα, αλλά κατάλαβα ότι όλο αυτό που έκανα ήταν μάταιο. Κατέβηκα αμέσως στο σαλόνι να δω αν η μικρή ήταν καλά, είδα ότι κοιμόταν και ανέβηκα πάλι στην κρεβατοκάμαρα. Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί…», είπε στην προανακριτική του απολογία και συνέχισε: «Τότε λοιπόν σκέφτηκα να κάνω μία τελευταία προσπάθεια μήπως μεγαλώσει η Λυδία τουλάχιστον με τον πατέρα της. Σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της (της Καρολάιν), αλλά κάτι τέτοιο μου ήταν αδύνατον να κάνω. Μόνο που την κοίταζα, έκλαιγα. Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε. Θα έλεγα στην αστυνομία ότι μπήκαν ληστές μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό. Δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα ότι για να φανεί πιο αληθοφανές και να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές, θα έπρεπε να κάνω κακό στο σκύλο. Κανένας δεν θα πίστευε ότι εγώ θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί. Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου στα κάγκελα της σκάλας. Δεν θυμάμαι την χρονολογική σειρά».
Επίθεση στην Καρολάιν
Στην απολογία του ο 32χρονος δεν διστάζει να επιρρίψει ευθύνες στην άτυχη κοπέλα προβάλλοντας στους αστυνομικούς τον εξής ισχυρισμό: «Η Καρολάιν είχε το εξής χαρακτηριστικό: Μπορεί να ήμασταν όλη την εβδομάδα μια χαρά και από τη μία στιγμή στην άλλη μπορεί να γύρναγε ένας διακόπτης και να γινόταν επιθετική απέναντι μου ή απέναντι σε οποιοδήποτε την είχε πειράξει εκείνη τη στιγμή. Μετά από μία ώρα που θα της περνούσαν τα νεύρα, ήταν όλα μια χαρά εγώ προσπαθούσα να διαχειριστώ αυτές τις εξετάσεις της. Της πρότεινα να πάμε σε μία ψυχολόγο, εκείνη συμφώνησε και έτσι Ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε στην κυρία (…) για συνεδρίες».
Στην εκδοχή που παρουσιάζει ο κατηγορούμενος για τα όσα έλαβαν χώρα πριν το έγκλημα, παρουσιάζει και πάλι την Καρολάιν ως υπεύθυνη για το σκηνικό έντασης που δημιουργήθηκε μεταξύ τους το μοιραίο βράδυ. Αναφέρει χαρακτηριστικά. «Ενώ ήμουν με τη Λυδία και έπαιζα μαζί της στον καναπέ πήγε να πέσει (από τον καναπέ) και τότε έκανα μία κίνηση να την αρπάξω για να μην πέσει. Η αλήθεια είναι ότι η κίνηση μου αυτή ήταν λίγο άγαρμπή και η Λυδία φοβήθηκε και άρχισε να κλαίει. Η Καρολάιν ήρθε προς το μέρος μας και ξεκίνησε να μου φωνάζει. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς μου είπε εκείνη τη στιγμή, φεύγοντας όμως από το καθιστικό για να ανέβει στην κρεβατοκάμαρα θυμάμαι ότι μου είπε: «Δεν πάτε να ψοφήσετε και οι δύο». Φυσικά και δεν έδωσα καμία σημασία, γιατί ήξερα ότι δεν ήταν ο εαυτός της και ότι το είπε πάνω στα νεύρα της. Την τελευταία φορά που ανέβηκα με τη μικρή στην αγκαλιά μου η Καρολάιν προσπαθούσε να κοιμηθεί. Πήγα λοιπόν και έβαλα την μικρή δίπλα της για να κοιμηθούμε όλοι μαζί. Άφησα την Λυδία και η Καρολάιν άνοιξε τα μάτια της άρχισε να μου φωνάζει επειδή της έφερα τη μικρή και δεν την άφηνε να κοιμηθεί. Η μικρή ξύπνησε. Τότε η Καρολάιν πάνω στα νεύρα της έπιασε το μωρό με τα δυο της χέρια και το πέταξε με δύναμη μέσα στο λίκνο. Λέγοντας κάτι του στυλ «σου είπα ότι δεν την θέλω εδώ». Πήρα αγκαλιά το μωρό και είπα στην Καρολάιν είσαι με τα καλά σου; Χτυπάς τη μικρή και αυτή μου απάντησε κάτι του στύλ: «Ότι γουστάρω θα κάνω, ότι θέλω θα κάνω». Πήρε την μικρή κάτω και κοιμήθηκε στον καναπέ. Το σκεφτόμουν και έλεγα από μέσα μου αν το έκανε αυτό τώρα που είμαι και εγώ μπροστά, αν λείπω, τι θα της κάνει, θα την σκοτώσει θα; Αυτό δεν μπορούσε να μου φύγει από το μυαλό. Ανέβηκα ακόμη μία φορά στην κρεβατοκάμαρα για να κάνω μία τελευταία προσπάθεια. Ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Της είπα να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω και αυτή μου απάντησε «όχι μην φέρεις την μικρή δεν σας θέλω». Και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει επάνω για να κοιμηθεί. Κάποια στιγμή όπως τιναζόταν το πρόσωπο της, ήταν στο μαξιλάρι εννοώ, δηλαδή, ότι το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι, εγώ συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν σταμάτησε να κουνιέται».
Η συγκρουσιακή χέση του ζευγαριού μέσα από τις σημειώσεις της 20χρονης
«Σκέφτομαι να φύγω. Να πάω στην αδελφή μου, δεν ξέρω αν μπορώ να συνεχίσω με το Μπάμπη. Τον αγαπάω τόσο που δεν μπορώ να τον αφήσω και ας μου κάνει κακό αυτή η σχέση». Αυτές τις αμφίσημες σκέψεις για την σχέση της με τον άντρα της, κατέγραφε στο ημερολόγιο της η 20χρονη, περιγράφοντας συνεχώς σκηνικά συγκρούσεων και έντασης με τον καθ’ ομολογία δολοφόνο της και πατέρα του παιδιού της. Σημείωνε χαρακτηριστικά: «Είμαι 18 χρονών και θέλω να προσπαθήσω να κάνω μωρό! Δεν το χω πει ακόμα στον Μπάμπη. Γιατί σήμερα τσακωθήκαμε και του είπα για να τον πληγώσω πως κάποιες φορές πιστεύω πως δεν πειράζει που χάσαμε το μωρό μας γιατί δεν χρειάζεται να βλέπω την οικογένειά του. Το μετάνιωσα την ώρα που το είπα. Όταν βγαίνω εκτός εαυτού δεν με ενδιαφέρει πόσο θα τον πληγώσω. Βασικά θέλω να τον πληγώσω όσο περισσότερο μπορώ». Πιστεύω πως είναι επειδή νιώθω η ίδια τόσο πληγωμένη, πολλές φορές βγάζω όλο το θυμό και τη θλίψη στον Μπάμπη. Δεν του αξίζει να του φέρομαι έτσι αλλά μερικές φορές δεν καταλαβαίνει τι χρειάζομαι και πως το μόνο που χρειάζομαι είναι να είναι δίπλα μου».
Η 20χρονη καταλάβαινε πως δεν είναι καλά, αποδίδοντας ότι τις συνέβαινε στις ορμόνες της. «Δεν είμαι καλά. Είμαι πολύ στεναχωρημένη, προφανώς δεν θα έκανα ποτέ κακό στο μωρό μου. Η αγάπη μου για αυτό είναι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο. Είμαι τόσο επηρεασμένη από τις ορμόνες μου που ο Μπάμπης θα έπρεπε να το ξέρει» αναφέρει στο ημερολόγιό της και συνεχίζει: «Ντρέπομαι να του το πω. Ξέρω ότι θα με στηρίξει αλλά εγώ δεν μπορώ να του το πω. Δεν είμαι καλά αλλά προσπαθώ για το μωρό μου. Δεν θέλω να νιώθει πως η μαμά του δε το θέλει και δεν το αγαπάει. Τα ορμονικά μου προβλήματα είναι δικά μου. Το ότι επηρεάστηκε ο Μπάμπης αυτό δε σημαίνει ότι αφορά εκείνον».
Οι εντάσεις μεταξύ του ζευγαριού πάντως είχαν ξεκινήσει από το 2019 με την Καρολάιν να σημειώνει: «Τον χτύπησα, τον έβρισα και έσπασε τη πόρτα. Το μόνο που ήθελα ήταν να με ρωτήσει αν ήμουν καλά όταν ξύπνησα. Ξύπνησα τόσο αδύναμη και κουρασμένη. Σκέφτομαι να φύγω. Να πάω στην αδελφή μου, δεν ξέρω αν μπορώ να συνεχίσω με το Μπάμπη. Τον αγαπάω τόσο που δεν μπορώ να τον αφήσω και ας μου κάνει κακό αυτή η σχέση».
Διαβάστε και:
«Φοβόμουν ότι η Καρολάιν θα έκανε κακό στο παιδί μας» – Πώς ο πιλότος περιγράφει το φονικό λεπτό προς λεπτό