Το θερμότερο καλοκαίρι όλων των εποχών θα είναι το φετινό σύμφωνα με τους ειδικούς οι οποίοι κάνουν λόγο για τις ακραίες συνθήκες που θα επικρατήσουν. Ειδικοί αναλύουν τους παράγοντες που επηρεάζουν το ευμετάβλητο στον καιρό και τις συνθήκες του και υπογραμμίζουν ότι η Ευρώπη θερμαίνεται ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Σύμφωνα με «Τα Νέα», τα στοιχεία δείχνουν ότι σε 11 χώρες κυρίως της Μέσης Ανατολής και της Νότιας Ασίας ο υδράργυρος έχει ήδη αγγίξει τους 50 βαθμούς Κελσίου, ενώ το υψηλότερο τίμημα το πληρώνουν τη οι φτωχότερες από αυτές, όπου η προσαρμογή στις ακραίες συνθήκες έχει άμεσα να κάνει με την επιβίωση. Κύματα καύσωνα έπληξαν την Ευρώπη νωρίτερα από ποτέ φέτος, με την Ελλάδα, την Κύπρο, την Τουρκία και την Ιταλία να έχουν ήδη πληγεί από υπερβολική ζέστη και σε ορισμένες περιοχές να έχουν καταγραφεί θερμοκρασίες κατά 10 βαθμούς πάνω από τον μέσο όρο της εποχής.
Μάλιστα, ο κίνδυνος να επικρατήσουν συνθήκες καύσωνα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού κάνει τους διοργανωτές να ιδρώνουν για την ασφάλεια των αθλητών.
Πού θα χτυπήσει;
Οι καιρικές συνθήκες στην Ευρώπη θεωρούνται ευμετάβλητες, οι μετεωρολόγοι προειδοποιούν ότι η ήπειρος μπορεί να βιώσει άλλο ένα ασυνήθιστα ζεστό καλοκαίρι, ίσως ακόμα και το πιο καυτό που έχει ει ποτέ καταγραφεί. Εκείνο που μετά βεβαιότητος επισημαίνουν οι ειδικοί είναι ότι ο καιρός σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο ποικίλλει πάρα πολύ, καθιστώντας δύσκολες τις και ακριβείς προβλέψεις για το πού θα «χτυπήσει» το πιο καυτό καλοκαίρι.
Σύμφωνα με μετεωρολόγο της υπηρεσίας πρόβλεψης Weather & Radar, πολύ θερμά σημεία θα εντοπιστούν πιθανότατα στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη, με τον Ιούνιο και τον Ιούλιο να έχουν μέσες βροχοπτώσεις και τον Αύγουστο να είναι πιο ξηρός και με πιο σταθερές καιρικές συνθήκες για μεγάλο μέρος της ηπείρου.
Μεταβατική φάση
Το ευμετάβλητο του καιρού της Ευρώπης φέρεται να επηρεάζεται από τη μεταβατική φάση μεταξύ των κλιματικών φαινομένων Ελ Νίνιο και Λα Νίνια. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, υπάρχει ένας παράγοντας που παίζει σημαντικό ρόλο στα ολοένα και πιο ζεστά καλοκαίρια της ηπείρου, και αυτός είναι η κλιματική αλλαγή που προκαλείται από τον άνθρωπο.
Η Ευρώπη θερμαίνεται διπλάσια από τον παγκόσμιο μέσο όρο από το 1991, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (WMO) και της Κλιματικής Υπηρεσίας της ΕΕ «Copernicus» (C3S). Είναι χαρακτηριστικό ότι 23 από τους 30 πιο έντονους καύσωνες της ηπείρου έχουν καταγραφεί από το 2000, οι πέντε τα τελευταία τρία χρόνια.
Ευρύτερα όμως, την τελευταία εβδομάδα ολόκληρος ο κόσμος έχ γνώρισε και εξακολουθεί να βιώνει ένα πολύ μεγάλης κλίμακας κύμα καύσωνα που θα μπορούσε εύκολα να συμβάλει στο να μετατραπεί το 2024 στην πιο καυτή χρονιά στην Ιστορία, μετά το περσινό ρεκόρ. Η Κίνα διέρχεται τον πιο ζεστό Ιούνιο που είχε ποτέ, με ορισμένες περιοχές να έχουν δει θερμοκρασίες άνω των 50 βαθμών. Σε περιοχή της Παραγουάης, στο νότιο ημισφαίριο, κατεγράφησαν σχεδόν 40 βαθμοί, ενώ στη Μέση Ανατολή οι ακραίες συνθήκες ζέστης προκάλεσαν θύματα, όπως στην περίπτωση της Μέκκας στη Σαουδική Αραβία, όπου περισσότεροι από 1.300 προσκυνητές έχασαν τη ζωή τους όταν συνωστίστηκαν με θερμοκρασίες γύρω στους 52 βαθμούς Κελσίου. Παρόμοια ήταν και η κατάσταση στο Κουβέιτ, το Ιράκ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με ρεκόρ θερμοκρασιών.
Και στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου 100 εκατομμύρια πολίτες δοκιμάστηκαν από θερμοκρασίες που κυμαίνονταν από 32 βαθμούς στη Νέα Υόρκη μέχρι πάνω από 45 στο Φοίνιξ.
Συστήματα προειδοποίησης
Στις πλουσιότερες και πιο ανεπτυγμένες περιοχές προωθούνται δράσεις προσαρμογής στις ακραίες συνθήκες και δίνονται κατευθύνσεις στους πολίτες ακόμα και μέσω συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης για να μπορούν να αντεπεξέλθουν.
Η ζέστη τις επόμενες μέρες προβλέπεται να συνεχιστεί στη Βόρεια Αφρική, όπου η Αλγερία και η Τυνησία θα πληγούν περισσότερο. Πρόβλημα θα αντιμετωπίσουν και χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ρουμανία, όπου εκφράζονται φόβοι για σοβαρές επιπτώσεις στη γεωργία και τις καλλιέργειες.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Scientific Reports υποστηρίζει ότι έως το 2050 η ζέστη και το θερμικό στρες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μείωση της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων κατά 14%, με αύξηση έως και κατά 1,36 δισεκατομμύριο των ανθρώπων που υπόκεινται σε σοβαρά επίπεδα επισιτιστικής ανασφάλειας.