Με έντονη συναισθηματική φόρτιση συνεχίστηκε η δίκη για την άγρια δολοφονία της Κυριακής Γρίβα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο.
Η μητέρα της, Δέσποινα Καλλέα, ντυμένη στα μαύρα, εμφανώς καταρρακωμένη, συστήθηκε ως η «μαμά της Κυριακής Γρίβα που δολοφονήθηκε έξω από το αστυνομικό τμήμα από αυτό το τέρας».
Η μάρτυρας προσκόμισε ως αποδεικτικά στοιχεία τα μηνύματα συγγνώμης από τον κατηγορούμενο προς εκείνη και την κόρη της, αλλά και μια φωτογραφία του μνήματος της άτυχης γυναίκας.
Μητέρα Κυριακής Γρίβα: «Σε αγάπησε πραγματικά της ανταπέδωσες την αγάπη σου με πέντε μαχαιριές»
«Αυτή είναι η φωτογραφία που είναι το παιδί μου… Θέλω να τη δώσω στα χέρια του κ. Δημητρίου και στο Θανάση», είπε με τρεμάμενη φωνή.
Στρέφοντας το βλέμμα της στον κατηγορούμενο, που καθόταν πίσω της σκυφτός, του την παρέδωσε.
«Κράτησε τη Θανάση… μην με φοβάσαι εμένα… Το βλέπεις Θανάση; Εκεί κατάφερες να πας τη θεραπεύτρια σου… Τις αναγνωρίζεις τις φωτογραφίες;
Δεν έκανε ρούπι από το πλευρό σου. Αυτή σε αγάπησε πραγματικά και εσύ δεν την αγάπησες ποτέ, της ανταπέδωσε την αγάπη σου με πέντε μαχαιριές», είπε ξεσπώντας σε λυγμούς.
Ο κατηγορούμενος κοίταζε επίμονα τη φωτογραφία στα χέρια του. Όταν προσπάθησε να την αφήσει στο πλάι, η μητέρα της Κυριακής τον διέκοψε με τρεμάμενη φωνή: «Μην την αφήνεις τη φωτογραφία, είναι ιερή, θέλω να την έχεις κάδρο εκεί που θα πας…».
Στη συνέχεια, στράφηκε προς τους δικαστές: «Αυτός ο τόπος είναι ο τόπος που πηγαίνω κάθε φορά που νιώθω την ανάγκη να αγκαλιάσω το παιδί μου. Εσείς όταν θέλετε θα πάρετε τηλέφωνο να τους μιλήσετε, θα τα αγκαλιάσετε θα τα φιλήσετε. Αλλά εγώ δεν ξέρω τι να σας πω…».
Περιγράφοντας την εφιαλτική σχέση της κόρης της με τον κατηγορούμενο, αναφέρθηκε στην κακοποιητική του συμπεριφορά: «Εύχομαι να καεί στην κόλαση με όλη μου την ψυχή», φώναξε με σπασμένη φωνή, για να απευθυνθεί ξανά προσωπικά στον κατηγορούμενο:
«Να μην βρεις τόπο να σταθείς. Το νινί μου είναι στον παράδεισο εκεί που δεν θα πας ποτέ. Είναι στον παράδεισο και σε περιμένει να σου δώσει το χέρι της για άλλη μια φορά. Μετάνιωσε κάθαρμα… ζήτα συγγνώμη…».
Ο κατηγορούμενος συνέχισε να σιωπά, με το κεφάλι σκυφτό, ενώ η μάρτυρας κατέρρεε μιλώντας για τον πόνο της: «Ποτέ δεν θα δω το παιδί μου, δεν θα το αγκαλιάσω. Αυτός μου τη στέρησε… Μην με φοβάσαι, είμαι καλός άνθρωπος μέσα στην ψυχή μου. Να δικαιωθεί η ψυχή του παιδιού μου. Τη Δευτέρα γιορτάζει και θέλω να της κάνω ένα δώρο… αυτός της στέρησε το δικαίωμα να γιορτάζει, να χαίρεται… να είναι ευτυχισμένη… πολλοί άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εδώ, εγώ, ο μπαμπάς της, η κόρη μου η μικρή…».
Στη μαρτυρία της, η μητέρα περιέγραψε πώς η βία κλιμακώθηκε σταδιακά, ενώ ο κατηγορούμενος προσπαθούσε να δικαιολογείται με συγγνώμες και μικροδώρα: «Σε καμία περίπτωση δεν έδειχνε ότι είναι ψυχολογικά, ψυχιατρικά διαταραγμένος, σε καμία περίπτωση…», τόνισε.
«Μου είχε εμπιστοσύνη και επειδή ήμασταν φίλες, μοιραζόμασταν τα πάντα… αυτό μου λείπει πιο πολύ, που μου έκανε αστεία, μοιραζόμασταν τα προβλήματά της», είπε, δακρυσμένη.
Η μάρτυρας αναφέρθηκε στο πρώτο ξέσπασμα βίας, που ξεκίνησε από μια σκηνή ζηλοτυπίας: «Αυτό δεν άρεσε στο δολοφόνο, σε αυτό το τέρας που κάθεται πίσω μου… Όταν γύρισαν σπίτι τη χτύπησε… η κόρη μου το θεώρησε κολακευτικό, «μαμά με ζηλεύει, με αγαπάει», μου είπε. Εκείνος της έλεγε: «Δεν θέλω άλλος να σε αγγίζει, είσαι δικιά μου και από εμένα δεν πρόκειται να σε πάρει κανένας, αποκλειστικά δικιά μου…».
Ο γυναικοκτόνος δεν εργαζόταν
Η οικονομική εξάρτηση ήταν ολοκληρωτική, όπως περιέγραψε: «Η κακοποίηση κλιμακώθηκε σταδιακά… εκείνη να μην έχει χρήματα, να της παίρνει τις κάρτες. Εκείνος δεν εργαζόταν, πάντα το παιδί μου. Ο μόνος του σκοπός ήταν πώς θα πάρει χρήματα από οποιαδήποτε άλλη μορφή, χωρίς να δουλέψει… στο τέλος επιδίωκε να πάρει επίδομα αναπηρίας λόγω ψυχοπάθειας. Έψαχνε με κάθε τρόπο να βρει ψυχίατρο να του γράψει χαρτί να πάρει σύνταξη αναπηρίας».
Στην ερώτηση της προέδρου αν έκανε κατάχρηση ουσιών, απάντησε: «Για αλκοόλ ναι. Έπινε συχνά… η κόρη μου έλεγε «μαμά όταν πίνει δεν ξέρει τι κάνει, συμπεριφέρεται αλλοπρόσαλλα…». Κάθε φορά που την ξυλοκοπούσε συνέβαινε μια με μιάμιση φορά το μήνα… Συνήθως μας έφερνε πεσκέσια από το χωριό και δωράκια, όπως αυτό το βραχιόλι, και με αυτό τον τρόπο ζητούσε συγγνώμη με πολλά παρακάλια».
Η πρόεδρος ανέγνωσε απολογητικά μηνύματα του κατηγορούμενου. Η μάρτυρας επισήμανε ότι οι περισσότερες συγγνώμες απευθύνονταν στην Κυριακή και ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί η άρση απορρήτου του τηλεφώνου της.
«Τα ακούς Θανάση;», τον ρώτησε, καταγγέλλοντας ότι την ζήλευε αρρωστημένα. «Είναι εκδικητικός, χειριστικός. Της έλεγε τι θα φορέσει, αν είναι κοντή η φούστα, έντονο το κραγιόν, με ποιον μίλησε, γιατί άργησε… πολλές σκηνές», είπε, ενώ η πρόεδρος της ζήτησε να κοιτάζει την έδρα:
«Θέλω να τον βλέπω…», απάντησε, αναφέροντας ότι είχε γίνει ακόμα και αναγγελία γάμου στον «Ριζοσπάστη».
«Όταν έγινε η αναγγελία, είχε προηγηθεί ένας τσακωμός τους. Κάθε φορά που συνέβαινε ένας βιασμός, μια κακοποιητική συμπεριφορά, το τέρας αυτό με τα τατουάζ με τις σβάστιγκες και τα σατανιστικά σύμβολα, αυτό το τέρας έρχονταν με δώρα και συγγνώμες. Ξέρει να ζητάει συγνώμες και να χειρίζεται τους ανθρώπους».
Καταλήγοντας, τρέμοντας, κάλεσε όλο τον κόσμο να ανάψει ένα κερί για τη μνήμη της κόρης της: «Να της ανάψει όλος αυτός ο κόσμος ένα κερί, ο δρόμος της προς τον παράδεισο θα είναι φωτεινός…», είπε με τρεμάμενη φωνή.
Η ίδια υπογράμμισε ότι η ζωή της κόρης της έσβησε τη μέρα που πήρε την απόφαση να αλλάξει: «Την προηγούμενη μέρα είχαμε μιλήσει. Κάναμε σχέδια πώς θα φτιάξει το καινούργιο της σπίτι. Θα έμενε μόνη, το είχε πάρει απόφαση. Μου είπε «δεν μπορώ άλλο, έχω φτάσει στα όριά μου, δεν μπορώ άλλο να είμαι η καλή. Θέλω να σταθώ στα πόδια μου». Και με τις δικές μου προτροπές, της έλεγα «πού θα πάει αυτή η κατάσταση…».
Κυριακή Γρίβα: Η μήνυση για τον βιασμό από τον σύντροφό της
Κατά την έναρξη της δίκης υπήρξε έντονη αντιπαράθεση για τη μήνυση βιασμού που η οικογένεια ισχυρίζεται ότι είχε υποβάλει η Κυριακή, ενώ ήταν έγκυος, και μετά απέβαλε.
Η υπεράσπιση αρνήθηκε κατηγορηματικά: «Ουδέποτε καταγγέλθηκε βιασμός και γι’ αυτό δεν έφτασε στο ακροατήριο…», υποστήριξε, αναφέροντας πως η άμβλωση έγινε σε προγραμματισμένο ραντεβού στο Ιασώ.
Η πλευρά της οικογένειας αντέτεινε πως διαθέτει τον ιατρικό φάκελο, τονίζοντας ότι ο κατηγορούμενος είχε σπεύσει να υποβάλει μήνυση κατά της Κυριακής «για να καλυφθεί υπερασπιστικά».
«Αυτός είναι ο κρίσιμος λόγος που έβαλε τέλος στη σχέση η Κυριακή. Ήταν το κίνητρο του χωρισμού και στη συνέχεια της αφαίρεσε τη ζωή…», τόνισε η συνήγορος της οικογένειας.