Επτά οδηγίες προς τους εισαγγελείς της χώρας για να …τρέξει η Δικαιοσύνη με το νέο δικαστικό έτος που ξεκινάει σε λίγες ημέρες, έδωσε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Βασίλειος Πλιώτας με εγκύκλιό του προς τους συναδέλφους του στα Εφετεία και τα Πρωτοδικεία της χώρας. Στόχος είναι το δικαστικό σύστημα να κερδίσει το έδαφος που έχασε λόγω …κορωνοϊού αλλά και να αποκατασταθεί «η εμπιστοσύνη των πολιτών στην έννομη τάξη και να ευελπιστεί ο κάθε διάδικος ότι θα απολαμβάνει της δικαστικής προστασίας που του οφείλεται και δικαιούται, με την επιθυμητή, ανεκτή τουλάχιστον στην παρούσα φάση, ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης…».
Αναλυτικά ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου με την εγκύκλιό του ζητεί από τους συναδέλφους του να ακολουθήσουν τα εξής βήματα και συγκεκριμένα:
1)Να επανελεγχθούν οι εκκρεμείς προς εκδίκαση ποινικές υποθέσεις και προεχόντως εκείνες των οποίων ματαιώθηκε η συζήτηση κατά την περίοδο των αναστολών λόγω της πανδημίας και να προσδιορίσετε κατά προτεραιότητα τόσο τις δικογραφίες αυτές, όσο και ανεξαρτήτως της προϋπόθεσης αυτής, τις δικογραφίες με κατηγορούμενους που τελούν σε προσωρινή κράτηση ή κρατούνται δύναμη απόφασης πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, καθώς και εκείνες που αφορούν σε εγκλήματα με κίνδυνο παραγραφής ή που με ειδικές προβλέψεις ορίζεται η κατά προτεραιότητα εκδίκαση τους.
2) Ο εισαγγελέας της έδρας του δικαστηρίου και πρωτίστως των δικαστηρίων κακουργημάτων θα πρέπει να έχει πλήρη και σαφή εικόνα των μεταγενέστερων δικασίμων από απόψεως προσδιορισμένων ήδη υποθέσεων, σοβαρότητα αυτών, αριθμού διαδίκων κλπ, Ώστε σε περίπτωση αναβολής σε ρητή δικάσιμο να θέτει τα δεδομένα αυτά υπόψη του δικαστηρίου για τον σχετικό ορισμό ώστε να διασφαλίζεται μία ασύμμετρη κατανομή των υποθέσεων και να αποφεύγονται οι αναβολές σε δικασίμους «υπερφορτωμένες», που θα οδηγήσουν σε νέες αναβολές, αφάνταστη ταλαιπωρία των διαδίκων. Αυτονόητα και εισαγγελείς προσδιορισμού των υποθέσεων, είτε ορίζοντας το πρώτον δικάσιμο είτε μετά από αναβολή, εφόσον, στη δεύτερη περίπτωση, το δικαστήριο δεν ανέβαλε σε ρητή δικάσιμο, θα λαμβάνουν υπόψη και τα αμέσως προηγούμενα στοιχεία και επισημάνσεις.
3) Να υπάρξει ιδιαίτερη μέριμνα ώστε να εκλείψουν οι αρνητικές περιπτώσεις αναβολών ή κήρυξης απαράδεκτης της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο ή στο δικαστικό συμβούλιο, ελλείψει κλητεύσεως, εμπρόθεσμου ή μη παντάπασι ή μη νόμιμου τοιαύτης, αναλόγως και κατά περίπτωση, των διαδίκων ή των μαρτύρων.
4) Να συμβάλλετε στη δικονομικά επιβαλλόμενη εξέλιξη της ποινικής διαδικασίας στο ακροατήριο με τη συστηματική σας προετοιμασία, την επιμέλεια άσκηση των καθηκόντων σας ως εισαγγελέων της έδρας, με την ουσιαστική συμμετοχή σας και ακόμη με προτάσεις αιτιολογημένες και τις ειδικές στην εν γένει ποινική διαδικασία, όταν τούτο επιβάλλεται.
5) Να εξετάσετε τυχόν προκύπτουσα ανάγκη αύξησης των δικασίμων των ποινικών δικαστηρίων και να ζητήσετε εφόσον κριθεί απαραίτητο και είναι εφικτό την σύγκληση της ολομέλειας του δικαστηρίου, για να αυξηθεί ο αριθμός των εκδικαζομένων υποθέσεων.
6)Να αξιοποιείτε, στο στάδιο της ποινικής προδικασίας, σε όλο το εύρος το δικονομικό μας οπλοστάσιο, ώστε να αποτρέπεται η παραπομπή κατηγορουμένου στο ακροατήριο μετά από υποβολή εγκλήσεων, μηνύσεων αναφορών και ανωνύμων καταγγελιών που δε στηρίζονται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμες στην ουσία τους ή ανεπίδεκτες δικαστικής εκτιμήσεως ή εμποδίζεται ακόμη και η δικονομική τους προώθηση.
7) Οι εισαγγελείς εφετών, τέλος, ενημερώνουν την εισαγγελία του Αρείου Πάγου άμεσα κάθε φορά και σε πρόωρο δικονομικό στάδιο, εφόσον κρίνουν ότι πρόκειται, στην περιφέρεια του εφετείου που υπηρετούν, για υπόθεση «εξαιρετικής φύσης», ώστε να εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 32 εδάφιο τελευταίο του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και να διατάσσεται η διεξαγωγή της ανάκρισης και η εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο κατά απόλυτη προτεραιότητα.