Σοβαρά ζητήματα αντισυνταγματικότητας εντόπισαν οι δικαστές μέλη του Δ’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) στην πώληση του 50% του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΔΑΠ, αλλά και της ΕΥΑΘ στην «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ» (ΕΕΣΥΠ).
Ωστόσο, το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ με δυο αποφάσεις του (1223/2020 και 1224/2020) (πρόεδρος η αντιπρόεδρος Μαρία Καραμανώφ και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Όλγα Παπαδοπούλου), παρέπεμψε το όλο θέμα προς οριστική κρίση στην Ολομέλεια του ΣτΕ, λόγω και της σοβαρότητάς του.
Οι δικαστές μέλη του Δ’ Τμήματος απεφάνθησαν ότι είναι βάσιμες οι προσφυγές κατοίκων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης που ζητούν να ακυρωθεί, ως αντισυνταγματικό, το νομοθετικό πλαίσιο (4389/2016, κ.λπ.) με το οποίο, μέσω του ΤΑΙΠΕΔ μεταβιβάζονται οι μετοχές της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ στην ΕΕΣΥΠ.
Στις προσφυγές τους οι πολίτες αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι οι ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ πρέπει να διατηρήσουν το ιδιοκτησιακό και πραγματικό έλεγχο των επιχειρήσεων τους, προκειμένου να αποφευχθούν σημαντικές ανατιμήσεις στη χρήση του νερού και για να διασφαλιστεί η κρατική εγγύηση της ποιοτικής, ασφαλούς, συνεχούς, αδιάλειπτης και καθολικής πρόσβασης σε αυτές, αλλά και για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ επαναλαμβάνοντας παλαιότερες αποφάσεις της Ολομέλειας, αναφέρει ότι δεν μπορεί να ιδιωτικοποιηθούν οι δύο κρατικές εταιρείες ύδρευσης. Συγκεκριμένα, οι σύμβουλοι Επικρατείας επικαλούμενοι την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ του 2014 που είχε κρίνει αντισυνταγματική την μετατροπή της ΕΥΔΑΠ σε ιδιωτική επιχείρηση, έκρινε τώρα ότι η πώληση του 50,003% της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ (Θεσσαλονίκη) είναι αντίθετη στα άρθρα 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 του Συντάγματος, όπως βάσιμα προβάλουν οι κάτοικοι των Αθηνών και της συμπρωτεύουσας, όπως και το Σωματείο των εργαζομένων στην ΕΥΑΘ, που έχουν προσφύγει στο ΣτΕ.
Σε ό,τι αφορά στην ΕΥΔΑΠ οι σύμβουλοι Επικρατείας, ομόφωνα έκριναν ότι «ο έλεγχος της πλειοψηφίας του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΔΑΠ Α.Ε. δύναται να ασκείται όχι μόνο ευθέως από το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά και εμμέσως από αυτό, δια της παρεμβολής άλλου νομικού προσώπου». Αυτό, όμως, επισημαίνει το ΣτΕ «είναι επιτρεπτό μόνο υπό την προϋπόθεση ότι το παρεμβαλλόμενο νομικό πρόσωπο έχει συσταθεί για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος, υπόκειται, ως προς τις εξουσίες που διαθέτει σε σχέση με τη διαχείριση της ΕΥΔΑΠ [δια της κατοχής της πλειοψηφίας του μετοχικού της κεφαλαίου], στις ουσιαστικές δεσμεύσεις οι οποίες απορρέουν από το Σύνταγμα σε σχέση με την παρεχόμενη συγκεκριμένη υπηρεσία κοινής ωφέλειας και, επιπροσθέτως, το Ελληνικό Δημόσιο, αφενός, κατέχει το μετοχικό του κεφάλαιο και, αφετέρου, ελέγχει πλήρως τα όργανα διοίκησής του, δια του διορισμού, ιδίως, των μελών του Διοικητικού του Συμβουλίου».