Μπογιές πέταξαν άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου στο κτήριο όπου στεγάζεται το Γαλλικό Προξενείο, στη Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με ανάρτηση σε σελίδα του ευρύτερου αντιεξουσιαστικού χώρου, η παρέμβαση έγινε από την ομάδα δράσης & αλληλεγγύης Ανάρες ως ένδειξη αλληλεγγύης στο κύμα διαμαρτυριών που έχει ξεσπάσει το τελευταίο διάστημα στη Γαλλία.
Η σχετική ανακοίνωση αναφέρει τα εξής:
Παρέμβαση με χρώματα στο Γαλλικό Προξενείο στη Θεσσαλονίκη από την ομάδα δράσης & αλληλεγγύης Ανάρες.
Τι είναι αυτό που βρέθηκε σε κίνηση στη Γαλλία τους περασμένους μήνες; Κάτω από τους σωρούς ψηφιακών μεσολαβήσεων, θεαματικών εικόνων και βίντεο που κατακλύσαν το ίντερνετ το τελευταίο διάστημα, μένει να αναζητηθεί και να συντεθεί μια ευκρινέστερη και συλλογική αφήγηση για τον βαθμό που ο κοινωνικός ανταγωνισμός κλόνισε βίαια και ξαφνικά, στον βαθμό που μπορούσε, ένα ολόκληρο καπιταλιστικά προηγμένο ευρωπαϊκό κράτος για ακόμα μια φορά. Όσα καταφέραμε να διακρίνουμε μέσα από τους φλεγόμενους δρόμους, όμως, μάς φάνηκαν εξίσου όμοια και ανοίκεια. Μια χλιαρή και άνευρη αρχική φάση αντίθεσης το χειμώνα -που βρήκε τα ριζοσπαστικά προλεταριακά στοιχεία απομονωμένα από την συνδικαλιστική ηγεσία και χτυπημένα από τους μπάτσους με εξαίρεση την εκτροπή της 7ης Μάρτη- στο νέο νόμο έδωσε τη θέση της απότομα σε μαζικά και συγκρουσιακά χαρακτηρηστικά όταν η γαλλίδα πρωθυπουργός ενεργοποίησε τον νόμο παράκαμψης του Κοινοβουλίου, 49.3 στις 16/3. Οι κατασταλτικοί μηχανισμοί έκτοτε μπήκαν σε πλήρη λειτουργία και, σε συνδυασμό με τη μαζική παρουσία αλλά και με την ευλαβή γραφειοκρατική νομιμότητα των μεγάλων εθνικών συνδικάτων που ήθελαν να διασφαλίζουν την ομαλή έκβαση των πορειών, ολόκληρη η πολιτική ατμόσφαιρα φαινόταν να κινείται προς μια προ-εξεγερσιακή τροχιά η οποία εν δυνάμει θα μπορούσε να προκαλέσει κρίση κυβερνησιμότητας. Οι τακτικές των μαχητικών κομματιών αυτής της αναμέτρησης είχαν ξεκάθαρες αναφορές σε προηγούμενους συγκρουσιακούς κύκλους αγώνων, όπως τη μάχη ενάντια στο εργατικό νομοσχέδιο (Loi Travail) με το κίνημα Nuit Debout το 2016 -όταν άλλωστε η έκτακτη παράγραφος του 49.3 είχε ξαναενεργοποιηθεί- ,το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων του 2018 και τις πρόσφατες μεγαλειώδεις περιβαλλοντικές κινητοποιήσεις. Το πολυτασικό κομμάτι των ριζοσπαστών με τη βοήθεια της συνδικαλιστικής βάσης αξιοποίησε όλη τη χωροταξική αντίληψη της κοινωνικής-ταξικής πάλης της προηγούμενης δεκαετίας, ξεκινώντας από το να στήνει πύρινα οδοφράγματα από τα συσσωρευμένα απορρίμματα των απεργών οδοκαθαριστών/ριών στα καλογυαλισμένα κέντρα των μεγαλουπόλεων, να κατανοεί τις πόλεις και τα λιμάνια σαν ένα δίκτυο εμπορικών κόμβων μπλοκάροντας και απονεκρώνοντάς τες, μέχρι να μεταφέρει τη μάχη στην ύπαιθρο ενάντια στα φαραωνικά έργα ανάπτυξης της αγροτικής βιομηχανίας όπως στο Σαιν-Σολέν. Οι δυνάμεις της αντιεξέγερσης και οι γραφειοκράτες εκπρόσωποι αυτού του θνήσκοντος και γηράσκοντος κόσμου είχαν να αντιμετωπίσουν με ωμή καταστολή και (ιδεολογική και πρακτική) απομόνωση τόσο τα εξεγερτικά στοιχεία των πορειών κατα τη διάρκεια της μέρας, όσο και τις δεκάδες αυθόρμητες, αποκεντρωμένες και αδιαμεσολάβητες πορείες των βραδινών ωρών που άφηναν στο διάβα τους καμένα δημαρχεία,τραυματίες μπάτσους και τη ρημαγμένη πρόσοψη της κοινωνικής ειρήνης.Η απόπειρα αποσύνδεσης αυτών των δύο όψεων της ίδιας πάλης,ο διαχωρισμός των διαδηλωτών σε ειρηνικούς-νόμιμους και ταραξίες-παράνομους, οι θλιβερές εκκλήσεις της σοσιαλδημοκρατίας (είτε τύπου Μελανσόν, είτε Μπογιάρ,είτε των εθνικών συνδικάτων),ακόμα και το ξέσπασμα που έλαβε μέρος ύστερα από την πρόσφατη φαινομενική επικράτηση του εκλογικού ψευδοδιπόλου Μακρόν-Λεπέν υπέρ του πρώτου κάνουν ξεκάθαρο πως μια νέα γενιά προλετάριων δεν αναζητά εκπροσώπηση αλλά στόχους για την επόμενη εξόρμηση. Εν όψει του επικείμενου αντιμεταναστευτικού νόμου(Loi Asile et Immigration)-περιττό να θυμήσουμε σε όσους βλέπουν μονάχα γαλλικούς λαούς ότι για τις χιλιάδες παρανομοποιημένες μετανάστριες χωρίς χαρτιά η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης δεν είναι καν ζήτημα επικαιρότητας- είναι επιτακτικό και εκρηκτικό διακύβευμα το αν θα καταφερθεί η σύνδεση των ντόπιων με το πολυεθνικό προλεταριάτο των banlieue σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι έχει κατορθώσει ως τώρα, προκαλώντας αυτό που για τα κράτη αποτελεί την πραγματική τους κρίση, αυτή των αδιαμεσολάβητων εξεγερτικών αγώνων.
Δε διαθέτουμε τα ερμηνευτικά εργαλεία, ούτε και την επαρκή αντιπληροφόρηση ώστε να κατανοήσουμε ακόμα το μέγεθος της κοινωνικής/ταξικής σύγκρουσης που συντελείται την παρούσα φάση στη Γαλλία, πόσο μάλλον εξειδικευμένα στο αστικό ψηφιδωτό του Παρισιού, στο Σαιν-Σολέν, στη Νάντη και οπουδήποτε αλλού. Συνήθως σε ένα δεύτερο χρόνο μεταβολίζεται η ίδια η ρήξη, οι εικόνες, η επικοινωνία και οι πληροφορίες, ώστε να μπορέσει το μαχόμενο υποκείμενο να κωδικοποιήσει το πολιτικό επίδικο μιας γενικευμένης αναταραχής που συντελείται σε έναν άλλο χώρο μεν, εντός του πλαισίου της ταξικής σύγκρουσης δε. Κοινός μας τόπος με τα καταπιεσμένα υποκείμενα αυτού του κόσμου είναι μόνο το δίκαιο του εκάστοτε συλλογικού αγώνα ενάντια στον καπιταλιστικό όλεθρο και το κράτος. Μοιραζόμαστε το πάθος, την οργή, τα όνειρα και την αλληλεγγύη μας. Στο “δικό μας” πολιτικό σκηνικό, παρατηρούμε πυροτεχνηματικές απόπειρες (δολοφονία Φραγκούλη από μπάτσο και επακόλουθη 6 Δεκέμβρη, μαζική κρατική δολοφονία στα Τέμπη) να αποβληθεί από πάνω μας η ρετσινιά μίας συνεχιζόμενης ήττας που έχει επιβληθεί κοινωνικά με όρους κληρονομικού χρέους. Βιώνουμε ταυτόχρονα πολλαπλά κινηματικά ιστορικά χαμηλά αλλά και πληθώρα κατασταλτικών ιστορικών υψηλών. Η 15ετής non-stop οικονομικό-κοινωνική καπιταλιστική κρίση (με πρόσφατο αποκορύφωμα τη διετία του Covid-19 ως υγειονομική της διαχείριση) έχει αποσυσπειρώσει, έχει εξατομικεύσει, έχει φοβίσει. Ωστόσο για τις καταιγίδες που πέρασαν και ήτανε πολλές, έρχονται απ΄ότι φαίνεται άλλες τόσες, το θέμα είναι προς τα που θα φυσάει και κατά πόσο θα μπαίνουν κάθε φόρα και πιο έντονα στο στόχαστρο τα ίδια τα κράτη και η σχέση εργασία-κεφάλαιο. Στην πολύ πρόσφατη κινηματική εμπειρία είδαμε δεκάδες χιλιάδες κόσμου να κατεβαίνει δρόμο. Νιώσαμε αυτοπεποίθηση και αλληλεγγύη όταν είδαμε τις κοινότητες των Ρομά να ορθώνουν ανάστημα μπροστά στο κράτος-δολοφόνο και την από τα γεννοφάσκια της αντιτσιγγανική, ελλαδοκεντρική κοινωνία. Είδαμε ετερόκλητη και αυθόρμητη οργή, διάθεση για ξεπέρασμα του φόβου και ανυποχώρητες διεκδικήσεις.
Βιώσαμε συνθέσεις και συνδέσεις. Όλα αυτά τα στοιχεία συμπληρωματικά το ένα στο άλλο αποτελούν ένα δυνατό πρωτογενές μείγμα. Από κει και πέρα δεν πρέπει να χάνουμε ούτε λεπτό από τα μάτια μας το ιστορικό νήμα της ταξικής σύγκρουσης, κύριος εκφραστής της οποίας είναι ο δρόμος. Στα Τέμπη παρατηρήσαμε διάθεση συνθηκολόγησης από το πρώτο δευτερόλεπτο από όλο το αριστερό φάσμα και πάνω απ΄το κουφάρι της κινηματικής σύγκρουσης είδαμε να στήνεται ένα ατελείωτο φεστιβάλ κομματικής κεφαλαιοποίησης της θλίψης και της οργής με στρατηγικό σχεδιασμό το προοδευτικό σβήσιμο της όποιας φλόγας εν΄όψει εκλογών. Οι ίδιες σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις, είτε με ροζ είτε με κόκκινο μανδύα(πχ ΣΥΡΙΖΑ, μέρα 25, ΚΚΕ και οι εξωκοινοβουλευτικές τους απολήξεις κ.α) που σε επίπεδο επικοινωνιακής πολιτικής και κοινωνικής απεύθυνσης (η κάθε μια με το δικό της υποτονικό slang) αναπαρήγαγαν με τον περίσσιο (σοσιαλ)σοβινισμό που τους διακατέχει τα “συγκρουστείτε σαν τους Γάλλους”, “θα γίνει της Γαλλίας”, ύψωσαν τα αιτήματα τους στον ουρανό(sic) και (χωρίς καμία διάθεση εφόδου) απαίτησαν έδω και τώρα έναν μετριοπαθέστερο και ορθολογικ;oτερο διαχειριστή της κρατικής κυριαρχίας. Επιβεβαίωσαν και θα επιβεβαιώνουν ξανά και ξανά ότι ο ουρανός τους πάλι από πάνω έχει κράτος και εθνολαικές κοινότητες.
Μέχρι εκεί μπορούν, μέχρι εκεί θέλουν, μέχρι εκεί είναι οι εργοστασιακές τους ρυθμίσεις. Είχαν δέκα άρθρα έτοιμα για κάθε απεργιακή σύγκρουση περί του πώς προβοκαρίστηκε και από ποιές σκοτεινές δυνάμεις η μνημειώδης ειρηνική διαμαρτυρία του λαού δίνωντας για χιλιοστή φορά διαπιστευτήρια υποταγής και άκρατου ρεφορμισμού. Ενώ ο κόσμος του αγώνα συγκρουόταν δυναμικά και με αυτοπεποίθηση με τους μπάτσους που ενίοτε απασφάλιζαν. Την ίδια στιγμή συντρόφια στη Γαλλία ήταν σε κώμα ή χάνανε την ορασή τους στη μάχη με τους εκεί ένστολους ρουφιάνους. Η προσήλωση και το πάθος αυτών που επιμένουν μαχόμενοι/ες αποτελούν για μας σημείο αναφοράς και δέσμευση. Δέσμευση για αγώνες από τα κάτω και μόνο.
Η γενικευμένη πολιτική αναταραχή ανά την υφήλιο την τελευταία πενταετία(Χιλή 2019, Γαλλια 2018 και 2023, Ιραν 2018-2022, ΗΠΑ 2020-2023, Κολομβία και Εκουαδόρ 2019, Σρι Λάνκα 2022) δείχνει μια πολύπλευρη βίαιη αμφισβήτηση των βασικών πυλώνων του καπιταλιστικού εθνικού κράτους(εθνοπατριαρχία, φυλή, ταξικός καταμερισμός), σε καθεμία περίπτωση με τα δικά της εγγενή όρια και δυναμικές. Με φόντο τον ανελέητο εσωτερικό κοινωνικό-ταξικό πόλεμο και την φυσική του συνέχεια ως εξωτερικό διακρατικό εμπορικό και ένοπλο,τα εθνικά κράτη βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση απέναντι στο παγκόσμιο προλεταριάτο όσο και μεταξύ τους ή με τις συμμαχίες τους.Δεν αποτελεί τυχαιότητα το γεγονός ότι το 2016 όπως και το 2023 το Γαλλικό κράτος, παρακάμπτει το κοινοβούλιο και επικαλείται την έκτακτη παράγραφο 49.3 για να νομοθετήσει σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής επί του εργασιακού ζητήματος.
Είναι εμφανέστατο-και στον αγώνα στη Γαλλία-πως το ζήτημα δεν είναι η κριτική στα δύο χρόνια αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης(που πέρασαν αναίμακτα εδώ οι “πρώτη φορά αριστερά”διαχειριστές της κρατικής εξουσίας) αλλά συνολικά τη καρδιά του καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης της ζωής,η εργασία. Δεν εντοπίζουμε σε αυτούς τους αγώνες-που πυροδοτούνται αρκετές φορές από φαινομενικά ασήμαντα αίτια όπως μια απλή αύξηση στα εισιτήρια του μετρό- καθεαυτούς τη ριζοσπαστική προοπτική αλλά μέσα στο ίδιο το ταξικό γίγνεσθαι που ξεδιπλώνεται κατά τη διάρκεια τους μέσω των διάφορων τακτικών που ακολουθούν οι προλετάριοι/ες που συμμετέχουν, τόσο ενάντια στη σφαίρα της παραγωγής-εργασίας, της κατανάλωσης και της διακίνησης του εμπορεύματος όσο και ενάντια στην καταστολή, την αφομοίωση και την εθνικοποίηση των ταξικών αιχμών.
Το πρόβλημα είναι το εξ΄ορισμού εξουσιαστικό σύστημα και η κυβερνησιμότητα που επιβάλλεται από το κράτος και τα αφεντικά, όχι οι νομοθεσίες και τα συντάγματα, ούτε τα πολιτικά πρόσωπα και οι χώρες. Ενάντια σε όσους, λοιπόν, παρακαλάνε για περισσότερο ή λιγότερο κράτος να αντιπροτάξουμε την καταστροφή της κρατικής οργάνωσης της εκμετάλλευσής μας, σε όσους ψάχνουν λαούς για να τους ψηφίσουν τις πολυεθνικές κοινότητες αγώνα, στους μεταρρυθμιστές της εργασίας την ανελέητη κριτική και το ξεπέρασμά της μέσα στη γενικευμένη ανθρώπινη δραστηριότητα και σε όσους θέλουν να υπάρχει για πάντα ο κόσμος της εργασίας για να είναι αιώνια στη θέση του “προστάτη¨ του,να αυτοκαταργηθούμε εν τέλει ως τάξη. “Να μην περιμενουμε τη σύνταξη για να ξεμπερδεύουμε με την εργασία και το κεφάλαιο” διαβάσαμε σε ένα κείμενο συντροφιών από τη Γαλλία και προσυπογράφουμε με τα δύο χέρια.