Ήταν 7 Φεβρουαρίου 1929 και στο Λαύριο γραφόταν άλλη μία σελίδα της αιματηρής ιστορίας του εργατικού κινήματος της χώρας μας, αλλά και ειδικά στη συγκεκριμένη περιοχή. Οι εξελίξεις των γεγονότων που είχαν αφετηρία την 7-2-1929 κράτησαν για μέρες. Οι σκληρές συνθήκες εργασίας και οι χαμηλές αμοιβές ήταν οι αιτίες που ξέσπασε μεγάλη απεργία στα Μεταλλεία της περιοχής και η σκληρή στάση της χωροφυλακής, που είχε σαν συνέπεια το θάνατο του απεργού Γ. Συρίγου από πυροβολισμό ενωματάρχη, όξυνε τις καταστάσεις, τόσο στην εξέλιξη της απεργίας, όσο και στο κλίμα μέσα στην πόλη, αλλά και στα έδρανα της Βουλής.
Δημοσίευμα της 7-2-1929 για γεγονότα της προηγούμενης μέρας 6-22-1929 στην εφημερίδα Ριζοσπάστης αναφέρει την πραγματοποίηση μικτής γενικής συνέλευσης απεργών μεταλλωρύχων με τις υπόλοιπες ειδικότητες του προσωπικού των μεταλλείων και τελικό αποτέλεσμα τη γενίκευση της απεργίας, απόφαση που έγινε δεκτή «με ακράτητον ενθουσιασμόν».
Εφημερίδα Βραδυνή της 7-2-1929 και αναφέρεται σε γεγονός της ίδιας μέρας (έβγαιναν εκδόσεις στη διάρκεια της μέρας και τις απογευματινές ώρες) «Κατά τηλεγράφημα εκ Λαυρίου, προς το υπουργείο των Εσωτερικών, σοβαρά γεγονότα έλαβον σήμερον την πρωίαν. Ούτω ενώ πολλοί απεργοί επεχείρησαν να εισέλθουν εις τα εργοστάσια της Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων επυροβολήθησαν υπό αποσπάσματος χωροφυλακής. Αποτέλεσμα της συμπλοκής ήτο ο φόνος του εργάτου Γεωργίου Συρίγου υπό του ενωματάρχου Τόμπα και ο τραυματισμός πολλών άλλων εργατών. Η τάξις διασαλευθείσα προς στιγμήν αποκατεστάθη».
Το ΕΘΝΟΣ στις 7-2-1929 γράφει ότι ο πρόεδρος των μεταλλωρύχων Λαυρίου, παρουσιάστηκε στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Βουρλούμη και του είπε ότι την απεργία υποκίνησαν οι κομμουνιστές, ενώ και το θύμα προέρχεται από τις τάξεις τους. Στις μέρες που ακολούθησαν η συνέλευση των απεργών κήρυξε έκπτωτο τον πρόεδρο των μεταλλωρύχων.
Η ίδια εφημερίδα την επόμενη μέρα 8-2-1929 αναφέρει: «Ο αντιεισαγγελέας κ. Χυτήρης μετά του ανακριτού του 10ου τμήματος κ. Δημάκη, οίτινες ως γνωστόν ευρίσκονται από του απογεύματος της χθες εις Λαύριον προς διενέργειαν ανακρίσεων δια τας αιματηράς σκηνάς του Λαυρίου, ετηλεγράφησαν προς τον εισαγγελέα κ. Κιουρτσάκην, ότι εγένετο η κηδεία του θύματος των σκηνών Γ. Συρίγου, άνευ τινός επεισοδίου. Κατά το αυτό τηλεγράφημα, πλήρης τάξις επικρατεί εν τη πόλει. Η απεργία συνεχίζεται».
Στις 8-2-1929 η εφημερίδα Ριζοσπάστης αναφέρεται στις διεργασίες στους κόλπους των απεργών που τελικά συνεχίζουν παρά κάποιες προσπάθειες ορισμένων να τους πείσουν να σταματήσουν την απεργία. Συμπληρώνει ότι στάλθηκε στο Λαύριο ένα τάγμα χωροφυλακής και αναφέρεται και στη δολοφονία του εργάτη, μετά «από ομοβροντία πυροβολισμών».
Παράλληλα σειρά συνδικαλιστικών οργανώσεων βγάζουν ανακοινώσεις, το θέμα πάει στη Βουλή, ο υπουργός Εσωτερικών Κ. Ζαβιτσάνος δηλώνει ότι επιχειρήθηκε από τους απεργούς η αρπαγή του όπλου των ενωματάρχη και γι’ αυτό πυροβόλησε, ενώ η αντιπολίτευση ασκεί κριτική γιατί ενώ η απεργία ήταν γνωστή εδώ και μέρες και τα μεροκάματα των απεργών ιδιαίτερα χαμηλά, δεν εκδηλώθηκε συμβιβαστική παρέμβαση από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Απάντηση έδωσε ο αρμόδιος υπουργός Βουρλούμης που είπε ότι την απεργία την ξεκίνησε μειοψηφία των εργατών και ότι ως υπουργείο πήγαν (έστειλαν έναν υπάλληλο), αλλά η εταιρεία τους είπε πως δεν μπορούσε να δώσει αυξήσεις, αλλά της συνέστησαν να το πράξει πάση θυσία.
Επίσης στις 8-2-1929 η εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ αναφέρει: «Εις το υπουργείον των Εσωτερικών ελήφθη χθες τηλεγράφημα του Δημάρχου Λαυρίου, αγγέλλον ότι όμιλος απεργών μεταλλωρύχων, προσπαθήσας να φθάση μέχρι του τμήματος Καμινίων της Γαλλικής Εταιρείας προς επίθεσιν κατ’ απεργοσπαστών, ηνάγκασε τον επικεφαλής της αστυνομικής δυνάμεως ενωμοτάρχην να πυροβολήση κατά των απεργών, με αποτέλεσμα το φόνο του εργάτου Γ. Συρίγου. Εξ άλλου, τηλεγράφημα του αστυνόμου αναφέρει ότι οι απεργοί ελιθοβόλησαν προηγουμένως τον πυροβολήσαντα ενωμοτάρχην, ονόματι Τούμπαν».
Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ 9-2-1929: «Σήμερον την πρωίαν ελήφθη εκ Λαυρείου τηλεγράφημα των κ.κ. Χυτήρη αντιεισαγγελέως και Δημάκη ανακριτού, ότι η τάξος αποκατεστάθη τελείως, συνεχίζονται δε αι ανακρίσεις σχετικώς με τον φόνον του απεργού Συρίγου υπό του ενωματάρχου Τούμπα. Κατά το αυτό τηλεγράφημα, εγένετο και η κηδεία του θύματος άνευ ουδενός επεισοδίου».
Δημοσίευμα του Ριζοσπάστη στις 9-2-1929 κάνει λόγο για απόπειρα συγκάλυψης της δολοφονίας του απεργού καθώς ανακριτής και αντιεισαγγελέας ανακοίνωσαν ότι «εκ των μέχρι τούδε ανακρίσεων δεν διεπιστώθη εισέτι αν κατά τας λαβούσας χώραν εν Λαυρίω αιματηράς σκηνάς, επυροβόλησε η χωροφυλακή». Επίσης μετά τη νεκροψία βρέθηκε το βλήμα στην κοιλιά του θύματος και ήταν από όπλο μεγάλου διαμετρήματος «πεπλατισμένον, συμπεραίνεται δε εκ τούτου, ότι το θύμα ετραυματίσθη εξ αυτού, κατόπιν αποστρακισμού».
Στις 10-2-1929 ο Ριζοσπάστης αναφέρεται στη συνέχιση της απεργίας και δίνει σαν αριθμό 2.100 απεργούς «μέσα στους απεργούς βρίσκονται και οι φωρτοεκφορτωτές και έτσι έγινε αδύνατο το ξεφόρτωμα καρβούνου και το φόρτωμα μεταλλεύματος για το εξωτερικό. Ένα βαπόρι που βρισκόταν στο λιμάνι για να φορτώσει μετάλλευμα αναγκάστηκε να φύγει ξεφόρτωτο. Δύο βαπόρια με κάρβουνο προοριζόμενα για τα εργοστάσια του Μεταλλείου, μένουν στον Πειραιά και δεν έρχονται στο Λαύριο για να μην περιμένουν ξεφόρτωτα και ενισχύσουν έτσι το ηθικό των εργατών. Η απεργία στα εργοστάσια της εταιρείας όλο και γενικεύεται. Δεν υπάρχουν άλλοι απεργοσπάστες έξω από τους επιστάτες και τους εργοδηγούς που προδίνοντας τους εργάτες, έμειναν με την Εταιρεία και οι οποίοι όμως δεν μπορούν να κάνουν καμία παραγωγή. Όλες οι μπούκες των μεταλλείων είναι νεκρές. Οι φούρνοι σβυσμένοι δεν δουλεύουν καθόλου. Τα εργοστάσια μένουν ακίνητα. Το εργοστάσιο του ηλεκτρισμού δεν δουλεύει και έτσι όλες οι εγκαταστάσεις της Εταιρείας και ολόκληρη η πόλη είναι βυθισμένη στο σκοτάδι».
Αργότερα βγήκε βάρδια ασφαλείας για το εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού (το εντοπίσαμε σε δημοσίευμα της 16-2-1929) για να μην μείνει η πόλη στο σκοτάδι.
Στήριξη στους απεργούς έδωσε η Ενωτική Γενική Συνομοσπονδία που έστειλε χρήματα και αγοράστηκαν είδη πρώτης ανάγκης και ψωμί, ενώ δόθηκε και βοήθημα στη χήρα του Γ. Συρίγου.
Επίσης η εφημερίδα αναφέρει ότι στην πόλη βρίσκεται ο διοικητής της χωροφυλακής Αττικοβοιωτίας που έκανε ενέργειες για να λήξει η απεργία, ενώ συνεχίζονταν οι ανακοινώσεις σωματείων για τη δολοφονία του εργάτη Συρίγου. Σε δημοσίευμα της 12-2-1929 διαβάζουμε ότι οι επαγγελματίες της πόλης ανακοίνωσαν ότι τάσσονται στο πλευρό των απεργών.
Τελικά παρά τους «εξοστρακισμούς» βλήματος από όπλο μεγάλου διαμετρήματος και την υποτιθέμενη απόπειρα απεργών να πάρουν το όπλο του ενωματάρχη, στις 12-2-1929 στη Βουλή (δημοσίευμα της 13-2-1929 στο Ριζοσπάστη) ο υπουργός Εσωτερικών Ζαβιτσάνος, ανακοίνωσε την απομάκρυνση του ενωμοτάρχη και το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας έστειλε εκπρόσωπό του στο Λαύριο για να πείσει την Εταιρεία «προς αποδοχήν των αιτημάτων των απεργών», που τις προηγούμενες μέρες ήταν «μειοψηφία κομμουνιστών» και οι πολλοί δεν απεργούσαν, σύμφωνα με τις ίδιες κυβερνητικές πηγές.
Την ίδια μέρα 13-2-1929 (δημοσίευμα την επόμενη 14-2-1929 στο Ριζοσπάστη) οι συγκεντρώσεις των απεργών και η απεργία, συνεχίζονται, βγαίνουν ψηφίσματα σε βάρος της χωροφυλακής ότι συνεχίζει να προκαλεί για να προκληθεί νέα αιματοχυσία και αναφέρονται τα αιτήματα.
Αυτά είναι: Αύξηση του μεροκάματου κατά 30%. Το σημερινό μεροκάματο δεν υπερβαίνει τις 28 δραχμές. Πλήρη εφαρμογή του οκταώρου που σήμερα παραβιάζεται συστηματικά, οι δε υπερωρίες δεν πληρώνονται κατ’ εξαίρεση, όπως πρέπει να γίνεται. Ίδρυση Ταμείου Συντάξεων. Το ταμείο αλληλοβοήθειας που υφίσταται και προικοδοτείται από τους εργάτες, να περάσει στα χέρια τους και όχι να το νέμεται ανεξέλεγκτα η Εταιρεία όπως σήμερα. Ίσο μεροκάματο για τις γυναίκες και τους νέους και τους ανήλικους. Πλήρη αποζημίωση των παθόντων.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Βουρλούμης πρότεινε στην Εταιρεία αύξηση 10% σε όσους παίρνουν ημερομίσθια έως 40 δραχμές και 5% για όσους παίρνουν πάνω από 40 δραχμές.
Επίσης ο εισπραττόμενος λιμενικός φόρος από το λιμάνι Λαυρίου να πηγαίνει κατά το ήμισυ υπέρ του ταμείου μεταλλωρύχων και το άλλο μισό σε βοηθήματα σε όσους έχουν ανάγκη. Πρότεινε στην Εταιρεία να κάνει αυξήσεις αφού η τιμή του μολύβδου βελτιώθηκε σημαντικά στη διεθνή αγορά. Οι δηλώσεις ότι θα τα πράξει όλα αυτά έγιναν δεκτές με επιφύλαξη από τους απεργούς που τις αντιμετώπισαν σαν προσπάθεια να τους ξεγελάσει και να κερδίσει χρόνο.
Την ίδια ώρα το Εργατικό Κέντρο Αθήνας με ανακοίνωσή του, αφού κατήγγειλε την επέμβαση της αστυνομίας και των συνδικαλιστικών στελεχών που επιχείρησαν να σπάσουν την απεργία, κάλεσε τις οργανώσεις – μέλη του να οργανώσουν έρανο «κατ’ εργοστάσια και επιχείρησιν, προς των αγωνιζομένων εργατών».
Αν προσέξει κανείς τα αιτήματα βλέπουμε εργασία γυναικών σε ένα δύσκολο κλάδο, έστω και αν δεν έμπαιναν στις μπούκες των μεταλλείων, αλλά ήταν σε άλλες δουλειές,, εργασία ανηλίκων, απλήρωτες υπερωρίες, παραβίαση οκταώρου, κακές συνθήκες εργασίας, αδιαφάνεια στη διαχείριση ταμείου και τόσα άλλα που εξηγούν γιατί κάποια στιγμή έπεσε και η σταγόνα που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει. Εργατούπολη το Λαύριο και μία μεγάλη απεργία ικανού αριθμού από το εργατικό δυναμικό της πόλης, δεν μπορούσε παρά να συμπαρασύρει όλη την περιοχή.
Δεν ήταν άλλωστε ούτε η πρώτη και κυρίως ούτε η τελευταία ανάλογη περίπτωση στην ίδια περιοχή. Αλλά γι’ αυτό θα επανέλθουμε…
Πηγή: ertnews.gr