Έπειτά από αίτημα της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) ζητεί να γίνουν αποδεκτές ακόμη 17 τροποποιήσεις στο νομοσχέδιο για το νέο «Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών».
Βάση όσων αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΔΕ, στο νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για τον «Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών» που έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, έχουν ενσωματωθεί πολλές από τις προτάσεις-τροποποιήσεις που συμφωνήθηκαν κατά την πρόσφατη συνάντηση του προεδρείου της Ένωσης με την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, ενώ θα αποσταλούν στο υπουργείο Δικαιοσύνης και οι επικαιροποιημένες θέσεις της ΕΔΕ επί του επίμαχου νομοσχεδίου.
Ποιες τροποποιήσεις έχουν γίνει δεκτές
Ειδικότερα, η ΕΔΕ στην ανακοίνωσή της αναφέρει τις θέσεις του προεδρείου της, που έγιναν αποδεκτές από το υπουργείο Δικαιοσύνης και είναι:
1) Ο όρος δικαστικές διακοπές αντικαθίσταται από τον όρο «περίοδος θερινών τμημάτων», αποδίδοντας ακριβέστερα την πραγματική λειτουργία των δικαστικών υπηρεσιών κατά το χρονικό διάστημα από 1η Ιουλίου έως 15 Σεπτεμβρίου, όπως είχε ζητηθεί από την ΕΔΕ (άρθρα 12 και 129 παρ. 7 ΣχΝ).
2) Η προθεσμία δημοσίευσης των δικαστικών αποφάσεων αυξάνεται από 6 σε 8 μήνες (άρθρα 59 παρ. 9 και 109 παρ. 2 ΣχΝ).
3) Απαλείφεται η πρόβλεψη για ορισμό πρωτοδίκη ως επίκουρου επιθεωρητή και ορίζεται πλέον ότι ο επιθεωρητής επικουρείται στο έργο του από δικαστικό υπάλληλο ΠΕ του νέου κλάδου Επικουρίας και Τεκμηρίωσης δικαστικού έργου (άρθρο 93 ΣχΝ).
4) Η εξαίρεση των κωλυμάτων εντοπιότητας επεκτείνεται και στις πόλεις του Αγρινίου, της Κομοτηνής και της Ρόδου (άρθρο 49 παρ. 5 και 6 ΣχΝ).
5) Διατηρείται η δυνατότητα διορισμού σε δημόσια θέση των δικαστικών λειτουργών που παύονται λόγω ανεπάρκειας ή αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων τους (άρθρο 126 ΣχΝ).
6) Απαλείφονται οι παρ. 3 και 8 του άρθρου 20 του αρχικού σχεδίου, που προέβλεπαν την επαναφορά του θεσμού του ορισμού προεδρεύοντος δικαστή δύο φορές τον χρόνο και αναβολή των υποθέσεων σε σύνθεση που μετέχει ο ίδιος προεδρεύων δικαστής.
7) Η θητεία των ανακριτών ορίζεται 3ετής με δυνατότητα παράτασής της για 2 ακόμα έτη (άρθρο 30 ΣχΝ). Παραμένει ωστόσο εκκρεμές το ζήτημα καθορισμού μικρότερης θητείας (2 ετών) για τα μικρότερα δικαστήρια (δηλ. εκτός των Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά) και της κατάργησης της δυνατότητας κατά κανόνα ορισμού Προέδρων Πρωτοδικών ως ανακριτών, όπως αναφέρεται και στη δεύτερη ενότητα.
8) Απαλείφθηκε η πρόβλεψη για αναγνώριση αρμοδιότητας του τριμελούς συμβουλίου να συγχωνεύει ή να καταργεί ανακριτικά τμήματα και πλέον κατά το αίτημα του Προεδρείου της ΕΔΕ το ζήτημα αυτό εξακολουθεί να ανήκει στην αρμοδιότητα της Ολομέλειας του οικείου Δικαστηρίου (άρθρο 17 ΣχΝ).
9) Η έναρξη ισχύος των διατάξεων που προβλέπουν την υποχρεωτική παρακολούθηση επιμορφωτικών σεμιναρίων, ως προϋπόθεση για την προαγωγή, ορίζεται στις 16.9.2026 (άρθρο 131 περ. γ΄).
10) Σε σχέση με την υποχρέωση διαμονής του δικαστικού λειτουργού στην έδρα του δικαστηρίου, όπου υπηρετεί, προστίθεται διευκρινιστική διάταξη, κατά την οποία επιτρέπεται η απομάκρυνσή του κατά τις ημέρες που δεν έχει υπηρεσιακή απασχόληση (άρθρο 47 παρ. 3 και 4 ΣχΝ).
11) Η θητεία των διοικήσεων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών, στα οποία διενεργούνται εκλογές, ορίζεται 3ετής και δεν προβλέπεται δυνατότητα επανεκλογής των ίδιων προσώπων στην ίδια θέση και στον ίδιο βαθμό (άρθρο 17 παρ. 5 ΣχΝ). Η πρόβλεψη αυτή είναι θετική κατά το μέρος που δεν προβλέπει δυνατότητα επανεκλογής του ίδιου προσώπου στην ίδια θέση και στον ίδιο βαθμό, ωστόσο κρίνεται προβληματική η αύξηση της θητείας των αιρετών διοικήσεων από 2 σε 3 έτη και θα επιδιωχθεί η διατήρηση της 2ετούς θητείας, που ισχύει και σήμερα.
12) Σε σχέση με τα δικαστήρια στα οποία δεν διενεργούνται εκλογές για την ανάδειξη μελών συμβουλίου διεύθυνσης, διευκρινίζεται ότι ο χρονικός περιορισμός άσκησης καθηκόντων διεύθυνσης προϋποθέτει σε κάθε περίπτωση ότι στο ίδιο δικαστήριο υπηρετεί δικαστικός λειτουργός με τουλάχιστον 3ετή δικαστική υπηρεσία (άρθρο 17 παρ. 10 ΣχΝ). Ωστόσο, δεν προβλέφθηκε μεταβατική διάταξη, ώστε για την εφαρμογή της νέας διάταξης να μην προσμετράται ο μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου ΚΟΔΚΔΛ χρόνος άσκησης καθηκόντων διεύθυνσης* η ικανοποίηση του αιτήματός μας αυτού θα επιδιωχθεί κατά τη διαδικασία της διαβούλευσης.
13) Σε σχέση με την επιθεώρηση των προέδρων και εισαγγελέων εφετών προβλέπεται ότι σε περίπτωση προσφυγής του επιθεωρούμενου (προέδρου ή εισαγγελέων εφετών) κατά της έκθεσης επιθεώρησης, ο πρόεδρος του Συμβουλίου Επιθεώρησης δεν μετέχει στο Συμβούλιο, εάν έχει συντάξει ο ίδιος την έκθεση, αλλά ο αναπληρωτής του (άρθρο 93 παρ. 12 ΣχΝ). Κατά το μέρος που προβλέπεται υποχρεωτική τακτική επιθεώρηση των προέδρων και εισαγγελέων εφετών οι σχετικές διατάξεις του ΣχΝ είναι προβληματικές και θα επιδιωχθεί κατά τη διαδικασία της διαβούλευσης η απάλειψη των νέων ρυθμίσεων, ώστε να διατηρηθεί το υφιστάμενο σήμερα καθεστώς στην επιθεώρηση των Προέδρων και Εισαγγελέων Εφετών.
14) Η προθεσμία υποχρεωτικής σύγκλησης της Ολομέλειας των δικαστηρίων και εισαγγελιών ορίζεται σε 15 ημέρες (αντί της αρχικής πρόβλεψης των 30 ημερών) και προστίθεται η περίπτωση που αυτή θα ζητηθεί από τον προϊστάμενο της γραμματείας μετά από απόφαση της υπηρεσιακής συνέλευσης (άρθρα 15 παρ. 2 και 16 παρ. 2 ΣχΝ).
15) Στις περιπτώσεις της αρμοδιότητας της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου προστίθενται και εκείνες των στοιχ. δ΄ και ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 10 νέου ΚΠΔ, δηλ. όταν το Τμήμα του Αρείου Πάγου αρνείται την εφαρμογή νόμου ως αντισυνταγματικού ή όταν πρόκειται να εκδώσει απόφαση αντίθετη με προηγούμενη θέση της Ολομέλειας ή Τμήματος του Αρείου Πάγου (άρθρο 27 παρ. 1 ΣχΝ).
«Τα εκκρεμή ζητήματα που θα επιλυθούν στη διαδικασία της διαβούλευσης»
Παράλληλα, η ΕΔΕ επισημαίνει τα 17 «βασικότερα εκκρεμή ζητήματα που θα επιδιώξει να επιλυθούν στη διαδικασία της διαβούλευσης», τα οποία είναι:
1) Η κατάργηση του συστήματος αρίθμησης-κατάταξης των υποθέσεων από το 1 έως το 5, ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη δυσχέρειά τους (άρθρα 19 παρ. 5 και 129 παρ. 8 ΣχΝ).
2) Η απάλειψη της πρόβλεψης για δυνατότητα προαγωγής σε αρεοπαγίτη εφέτη, που έχει συμπληρώσει 7 έτη στον βαθμό του εφέτη και σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου εισαγγελέα εφετών με προϋπηρεσία 7 ετών στον βαθμό του αντεισαγγελέα εφετών (άρθρο 89 παρ. 8 και 9 ΣχΝ).
3) Η απάλειψη της διάταξης, που προβλέπει ότι μεταξύ των κριτηρίων που θα λαμβάνονται υπόψη κατά την επιθεώρηση είναι και η αναίρεση ή εξαφάνιση αποφάσεων κατά παραδοχή ενδίκου μέσου (άρθρα 100 παρ. 8 και 102 παρ. 4 στοιχ. ζ΄ ΣχΝ), της διάταξης που υποβάλλει σε ειδικό έλεγχο από τον επιθεωρητή των αποφάσεων περί αναβολών (άρθρο 100 παρ. 6 τελ. εδ. ΣχΝ), καθώς και της πρόβλεψης για σύνταξη από τον πρόεδρο του Τμήματος γραπτής γνώμης με τα κριτήρια του άρθρου 102 για τους επιθεωρούμενους δικαστές του τμήματός του (άρθρο 100 παρ. 6 ΣχΝ). Γενικότερα, θα τεθεί το ζήτημα της επαναδιαμόρφωσης των κριτηρίων επιθεώρησης και η απάλειψη όσων δεν σχετίζονται με την ικανότητα και απόδοση των δικαστικών λειτουργών και δεν ανάγονται στα δικαιοδοτικά τους καθήκοντα.
4) Η απάλειψη της πρόβλεψης για τακτική επιθεώρηση των προέδρων και εισαγγελέων εφετών (άρθρο 93 παρ. 12 ΣχΝ).
5) Η πρόβλεψη μεταβατικής διάταξης σε σχέση με τα κωλύματα εντοπιότητας, τα οποία, ενόψει του ότι δεν θα ισχύουν από 16.9.2022, δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, κατά το μέρος που καταργούνται με το νομοσχέδιο, από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο που θα αποφασίσει το προσεχές διάστημα για τις τοποθετήσεις και μεταθέσεις δικαστικών λειτουργών, οι οποίες θα υλοποιηθούν από το επόμενο δικαστικό έτος.
6) Η θητεία των διοικήσεων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών, στα οποία διενεργούνται εκλογές πρέπει να παραμείνει 2ετής. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει οριστεί ότι τυχόν αλλαγή στον χρόνο θητείας των αιρετών διοικήσεων δεν θα επηρεάζει τη θητεία των σημερινών διοικήσεων, που θα εξακολουθήσει να διέπεται από το καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο της εκλογής τους.
7) Πρόβλεψη μεταβατικής διάταξης σε σχέση με τα δικαστήρια και τις εισαγγελίες, στις οποίες δεν διενεργούνται εκλογές για την ανάδειξη των μελών της διοίκησης, ώστε για την εφαρμογή της νέας διάταξης, που προβλέπει χρονικό περιορισμό άσκησης καθηκόντων διεύθυνσης (4 έτη), να μην προσμετράται ο μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου ΚΟΔΚΔΛ χρόνος άσκησης καθηκόντων διεύθυνσης.
8) Ο περιορισμός της αρμοδιότητας των Ανωτάτων Δικαστηρίων σε σχέση με την έγκριση των τροποποιήσεων των Κανονισμών Εσωτερικής Υπηρεσίας, με την πρόβλεψη ότι τα Ανώτατα Δικαστήρια θα μπορούν μόνο να αναπέμπουν το ζήτημα τροποποίησης του Κανονισμού στο οικείο δικαστήριο, χωρίς δυνατότητα συμπλήρωσης, τροποποίησης και ακύρωσης των αποφάσεων των Ολομελειών των δικαστηρίων (άρθρο 19 παρ. 7 ΣχΝ).
9) Η επαναφορά της πρόβλεψης του αρχικού σχεδίου για δυνατότητα συνυπηρέτησης δικαστικού λειτουργού με σύζυγο ή μέρος συμφώνου συμβίωσης δημόσιο υπάλληλο ή υπάλληλο ΝΠΔΔ (με μετάθεση ή απόσπαση), κατ’ αναλογία όσων ισχύουν και σε άλλους κλάδους εργαζομένων στο Δημόσιο και η επέκταση του δικαιώματος αυτού και σε εκείνους που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας (άρθρο 60 παρ. 5 ΣχΝ), που εντελώς αδικαιολόγητα απαλείφθηκε από το σχέδιο νόμου που δόθηκε στη διαβούλευση.
10) Η θητεία των ανακριτών στα μικρότερα δικαστήρια (δηλ. εκτός των Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά), που πρέπει να παραμείνει 2ετής, καθώς η πρόβλεψη 3ετούς θητείας θα προκαλέσει δυσλειτουργίες και δεν θα δώσει τη δυνατότητα στους νεότερους πρωτοδίκες να αποκτήσουν εμπειρία σε όλες τις διαδικασίες. Παράλληλα, θα επιδιώξουμε την κατάργηση της δυνατότητας κατά κανόνα ορισμού προέδρων πρωτοδικών ως ανακριτών, αφού αναμένεται να δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία των δικαστικών συμβουλίων, στη σύνθεση των οποίων μόνο ένας πρόεδρος μπορεί να μετέχει και τα οποία πλέον θα λειτουργούν (σε σχέση με το ισχύον σήμερα καθεστώς) με μειωμένη σύνθεση, ενώ θα επέλθει αδικαιολόγητη επιβάρυνση των ανακριτών-πρωτοδικών, κάτι που θα καθυστερεί τον χειρισμό των ανακριτικών δικογραφιών (άρθρο 30 ΣχΝ).
11) Η ρύθμιση των υπηρεσιών στα Ειρηνοδικεία από τον διευθύνοντα το Ειρηνοδικείο της έδρας του Πρωτοδικείου και όχι από τον διευθύνοντα το Πρωτοδικείο (άρθρα 7 και 12 παρ. 3 ΣχΝ).
12) Η πρόβλεψη για υποχρεωτική συμμετοχή εκπροσώπων των Δικαστικών Ενώσεων σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές του υπουργείου Δικαιοσύνης (άρθρο 48 παρ. 2 ΣχΝ).
13) Η εισαγωγή του κριτηρίου ενός ελάχιστου αριθμού περαιωμένων πολιτικών υποθέσεων, ο οποίος εφόσον έχει συμπληρωθεί για το συγκεκριμένο δικαστικό έτος δεν θα κρίνεται αδικαιολόγητη η τυχόν καθυστέρηση ούτε θα αφαιρείται η δικογραφία από τον δικαστή που τη χειρίζεται.
14) Η προσθήκη στα κριτήρια για την ίδρυση, συγχώνευση ή κατάργηση δικαστηρίων ή την επέκταση ή τον περιορισμό της περιφέρειάς τους και εκείνου της ευχέρειας πρόσβασης των πολιτών στα δικαστήρια και η ταυτόχρονη κατάργηση του κριτηρίου του επιπέδου της επιχειρηματικότητας. Παράλληλα, θα ζητηθεί η απάλειψη της πρόβλεψης για δυνατότητα εν όλω ή εν μέρει μετατροπής των δικαστηρίων σε δικαστήρια τηλεματικής.
15) Η κατάργηση της δικαιοδοσίας του προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου να ασκεί πειθαρχική δίωξη (άρθρο 117 παρ. 1 ΣχΝ).
16) Η κατάργηση της υποχρέωσης του δικαστικού λειτουργού να διαμένει στην πόλη, όπου είναι η έδρα του δικαστηρίου στο οποίο υπηρετεί (άρθρο 47 παρ. 3 ΣχΝ).
17) Η κατάργηση της διάταξης που προβλέπει δυνατότητα του διευθύνοντος το δικαστήριο ή την εισαγγελία να αποφασίζει την περικοπή μισθού σε περίπτωση αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην έκδοση αποφάσεων και παράδοση δικογραφιών, ως μέτρο που συνιστά άσκηση οιονεί πειθαρχικής εξουσίας κατά παρέκκλιση από τα ουσιαστικά και δικονομικά εχέγγυα που κατοχυρώνονται στον ΚΟΔΚΔΛ για την εν γένει απόδοση πειθαρχικών ευθυνών σε δικαστικούς λειτουργούς (άρθρο 50 παρ. 3 και 4 ΣχΝ). Αντίστοιχα και για τους ίδιους λόγους πρέπει να καταργηθεί και η διάταξη του άρθρου 52 παρ. 12 ΣχΝ, που προβλέπει ότι δικαστικός λειτουργός δεν έχει δικαίωμα να κάνει χρήση κανονικής άδειας αν υπάρχει κίνδυνος ουσιώδους καθυστέρησης στην έκδοση αποφάσεων.