Ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας σε άρθρο του στο περιοδικό «Επίκαιρα» εκφράζει την πεποίθηση πως οι εξελίξεις στην Ευρώπη μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία συνθέτουν πλέον ένα σημαντικά διαφοροποιημένο σκηνικό, το οποίο απαιτεί την εγρήγορση της ευρωπαϊκής και της διεθνούς κοινότητας για την αντιμετώπιση των συνδεόμενων με αυτό σοβαρότατων προκλήσεων και των δυνάμεων του αναθεωρητισμού.
«Και είναι αυτές ακριβώς οι προκλήσεις του αναθεωρητισμού που συνδέονται ευθέως και με τα εθνικά μας συμφέροντα. Όπως κατέδειξα με τις τρεις επισκέψεις μου στην Ουκρανία μετά τη ρωσική εισβολή, το συγκεκριμένο αφήγημα και ο συγκεκριμένος τρόπος σκέψης μπορούν να μετατρέψουν σε “πυριτιδαποθήκη” και την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου» υπογραμμίζει ο Νίκος Δένδιας.
Αναφερθείς στην Τουρκία, ο Νίκος Δένδιας τονίζει πως η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πρωτόγνωρο ως προς τη διάρκεια και την έντασή του κρεσέντο αμφισβητήσεων και προκλήσεων, το οποίο πόρρω απέχει από κάθε έννοια καλής γειτονίας.
Σε αυτήν τη διελκυστίνδα, ο υπουργός Εξωτερικών διαμηνύει σε όλους τους τόνους πως «αντιπαρατάσσουμε με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα την τεκμηριωμένη παράθεση επιχειρημάτων, τα οποία εδράζονται στο Διεθνές Δίκαιο και το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και επαναλαμβάνουμε ότι η εθνική κυριαρχία και η εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας δεν αποτελούν αντικείμενο συζήτησης και δεν επιδέχονται την παραμικρή αμφισβήτηση».
Στο άρθρο του, ο Νίκος Δένδιας ξεδιπλώνει το πλέγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και σκιαγραφεί τις προκλήσεις για το 2023. «Η εξωτερική πολιτική της χώρας μας διέπεται διαχρονικά από αρχές και συνυφαίνεται με τη σταθερότητα, την ασφάλεια, τον σεβασμό της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών, την προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο και στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας» τονίζει ο Νίκος Δένδιας.
Σε αυτό το πλαίσιο, προτάσσει ότι «για την προάσπιση των εθνικών αξιών και συμφερόντων μας, για την αλληλεπίδραση με το περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον μας και για την πραγμάτωση των στόχων μας, έχουμε επιλέξει και για τη νέα χρονιά την άσκηση εποικοδομητικής και γόνιμης εξωτερικής πολιτικής, η οποία εξακτινώνεται σε αλληλοεξαρτώμενα πεδία δράσης».
Ειδικότερα, αναλύει ότι πρώτο πεδίο αποτελεί η παρουσία της Ελλάδας στην Ευρώπη, όχι μόνο στο πλαίσιο της ΕΕ, αλλά και σε διμερές επίπεδο, με χώρες της ηπείρου, με τις οποίες την συνδέουν δεσμοί φιλίας και συνεργασίας.
Αναφερθείς στις εξελίξεις στην Ευρώπη μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, επισημαίνει ότι παράλληλα προς τις εξελίξεις στα πεδία των μαχών, η ενεργειακή και η επισιτιστική κρίση μπορεί να λειτουργήσουν ως επιταχυντές εξελίξεων σε παγκόσμιο επίπεδο, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα μας, κυρίως σε ό,τι αφορά το πεδίο της ενέργειας και τη δυνατότητα της Ελλάδας να συμβάλει στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
Ένα δεύτερο πεδίο, κατά τον υπουργό Εξωτερικών, είναι η στρατηγική σχέση συνεργασίας της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, δίνοντας έμφαση στην από κοινού προάσπιση των αξιών της ελευθερίας και της δημοκρατίας, στη συμμετοχή της χώρας μας σε αμυντικούς και άλλους διεθνείς οργανισμούς και στην αξιοποίηση της γεωπολιτικής σημασίας της για την προώθηση και εμπέδωση της ασφάλειας και της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή.
Τρίτο πεδίο, μία περιοχή με την οποία η χώρα μας διατηρεί στενούς ιστορικούς και πολιτιστικούς δεσμούς, ήδη από την αρχαιότητα, είναι η Μέση Ανατολή, Κόλπος, Βόρεια Αφρική. Σε αυτό το σημείο, κάνει ειδική αναφορά στην κατάσταση στη Λιβύη. «Παραμένει ένα ζήτημα για την επίλυση του οποίου θα εργαστούμε με ειλικρίνεια και αλληλοκατανόηση με την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εθνικές εκλογές στη χώρα αυτή» διαμηνύει.
Ως τέταρτο πεδίο ορίζει τα Δυτικά Βαλκάνια. «Στην περιοχή των οποίων η Ελλάδα επιδιώκει τη διατήρηση σχέσεων καλής γειτονίας, την εμπέδωση της σταθερότητας και της ασφάλειας, τη διαμόρφωση συνθηκών ανάπτυξης» αναφέρει και τονίζει ότι για την επίτευξη αυτών των στόχων, η Ελλάδα προκρίνει και υποστηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων.
Το πέμπτο πεδίο των δράσεων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής συνθέτουν χώρες της Ασίας, όπως η Ινδία, η Ιαπωνία, το Βιετνάμ, η Ινδονησία, «με τις οποίες η Ελλάδα μοιράζεται κοινές θέσεις στη θεώρηση των διεθνών εξελίξεων», καθώς και η Αυστραλία, η ήπειρος που φιλοξενεί σημαντική και δυναμική παρουσία της ελληνικής ομογένειας.
Επίσης, προσδιορίζει πως οι σχέσεις της Ελλάδας με την αφρικανική ήπειρο και κυρίως με την υποσαχάρια Αφρική, συνιστούν ένα ακόμη πεδίο ενδιαφέροντος της χώρας μας, «αφού οι προερχόμενες από την περιοχή μεταναστευτικές ροές και η πιθανότητα ανάδυσης εστιών τρομοκρατίας αποτελούν σημαντικές προκλήσεις, στην αντιμετώπιση των οποίων μας η χώρα μας μπορεί να έχει σημαντικό ρόλο».
Σημαντική, τέλος, θεωρεί και τη ενεργό παρουσία της Ελλάδας σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς, «στους οποίους η χώρα μας αρθρώνει συγκροτημένο και πειστικό λόγο, διατυπώνει καίριες προτάσεις και αναζητεί καινοτόμες λύσεις για την αντιμετώπιση παγκόσμιων προκλήσεων και την εμπέδωση της διεθνούς συνεργασίας».
Επιπροσθέτως, υπογραμμίζει την αποφασιστικότητά του ότι «το 2023 θα συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας ώστε η Ελλάδα στην ψηφοφορία του 2024 να εκλεγεί μη Μόνιμο Μέλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για την περίοδο 2025-2026».
Καταληκτικά, ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρει πως σε ένα διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον το οποίο μεταβάλλεται με ταχύτατους ρυθμούς, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας θα συνεχίσει να αποτυπώνει και το 2023 τη διαρκή ώσμωση ανάμεσα στις εθνικές, περιφερειακές και διεθνείς εξελίξεις και τις προκλήσεις που τις καθορίζουν.