Σε μια μεταβατική και ιδιαίτερα ταραγμένη πολιτικά περίοδο της Ελλάδας, η υπόθεση του «δράκου της Καλογρέζας» έκανε τεράστια αίσθηση στην κοινή γνώμη της εποχής.
Κυρίως γιατί τα θύματα των άγριων εγκλημάτων ήταν μικρά παιδιά, τα οποία ο δράστης παράσερνε σε ερημικές περιοχές και αφού τα βίαζε, στη συνέχεια τα βασάνιζε και τα σκότωνε.
Δράστης ήταν ο 36χρονος Δαμιανός Μαυρομάτης, ο οποίος είχε ως πεδίο δράσης την ερημική τότε περιοχή της Καλογρέζας. Ο Μαυρομάτης είχε ιδιαίτερα περιπετειώδη και δύσκολη ζωή στα παιδικά του χρόνια. Είχε γεννηθεί στο Ικόνιο της Μικράς Ασίας και από μικρός ήταν στους δρόμους, πωλώντας λεμονάδες στη Σμύρνη για να συντηρήσει την οικογένειά του. Όταν ο πατέρας του πέθανε από χολέρα, πήγε σε έναν παπουτσή για να μάθει την τέχνη. Η πτώση της Σμύρνης έφερε τον 18χρονο Δαμιανό στη Θεσσαλονίκη, όπου άρχισε την παράνομη δράση του με μια διάρρηξη που τον οδήγησε στη φυλακή για έναν χρόνο.
Η δράση του συνεχίστηκε με άλλες κλοπές και παράνομες πράξεις, που τον έφεραν για αρκετά χρόνια στη φυλακή. Από εκεί και πέρα αρχίζει ένα διαρκές πηγαινέλα σε ιδρύματα και ψυχιατρεία, από όπου κατάφερνε να δραπετεύει. Μέσα σε αυτή την πορεία είχε εθιστεί στο αλκοόλ και το χασίς, ενώ περιφερόταν στην περιοχή της Νέας Ιωνίας και της Καλογρέζας, όντας άστεγος και κάνοντας μικρά θελήματα. Η παρουσία του προκαλούσε συχνά τον φόβο αλλά και τη χλεύη των κατοίκων της περιοχής, όπου μικροί και μεγάλοι τον κορόιδευαν για τρελό, τον κυνηγούσαν και του πετούσαν πέτρες. Αν και ψυχικά ασταθής, οι κάτοικοι δεν τον αντιμετώπιζαν ως επικίνδυνο, ενώ εκείνος περνούσε τις ημέρες και τις νύχτες του σαν αγρίμι σε κάποιες σπηλιές που υπήρχαν στην περιοχή και είχαν δημιουργηθεί από την εξόρυξη άμμου για την παραγωγή τούβλων που γινόταν σε αυτά τα μέρη εκείνα τα χρόνια.
Το περιστατικό, όμως, που έδωσε άλλη τροπή στη ζωή και τη δράση του Δαμιανού Μαυρομάτη έγινε στις 27 Ιανουαρίου του 1936. Εκείνο το απόγευμα ο Βασίλης Ουραλίδης, κάτοικος της περιοχής, αναζητά με αγωνία την πεντάχρονη κόρη του, την Ουρανία, η οποία είχε εξαφανιστεί από προσώπου γης. Ο πατέρας της μικρής μαθαίνει από τα άλλα κορίτσια της παρέας ότι είχε απομακρυνθεί λίγη ώρα πριν με τον Δαμιανό. Όπως μαθεύτηκε αργότερα από την κατάθεσή του, ο Μαυρομάτης είχε πάει στην κηδεία του αφεντικού του και καθώς γύριζε συνάντησε την παρέα των μικρών κοριτσιών. Από αυτές ξεχώρισε την Ουρανία, στην οποία έδωσε καραμέλες και την πήρε μαζί του με την υπόσχεση ότι εκεί που θα την πήγαινε είχε πολλές ακόμα να της δώσει. Ο πατέρας της μικρής μαζί με άλλους κατοίκους της περιοχής βγαίνουν προς αναζήτηση του Μαυρομάτη, χωρίς όμως να καταφέρνουν να τον ανακαλύψουν στις πολλές σπηλιές και τρύπες που υπήρχαν στην περιοχή.
Ο νους τους πηγαίνει στο κακό, μια και είχαν κυκλοφορήσει φήμες ότι ο Μαυρομάτης είχε προσπαθήσει και πάλι πριν από λίγες ημέρες να απαγάγει ένα ακόμα κορίτσι, προτού τον σταματήσει ο πατέρας εκείνης της μικρής και τον ξυλοφορτώσει. Μετά από αρκετές ώρες αναζητήσεων, τελικά πέφτουν πάνω στον Μαυρομάτη ο οποίος κρατά στα χέρια του το άψυχο κορμάκι της 5χρονης μικρής, γεμάτο αίματα και σε κακή κατάσταση. Ορμούν επάνω του και αρπάζουν το παιδί, το στέλνουν σε ένα παρακείμενο φαρμακείο για τις πρώτες βοήθειες, το οποίο όμως τελικά υπέκυψε από την ακατάσχετη αιμορραγία που της είχε προκαλέσει ο δράστης.
Ο Μαυρομάτης πέφτει στα χέρια της Χωροφυλακής και καταφέρνει να ξεφύγει από το λιντσάρισμα των κατοίκων που έχουν σπεύσει στο σημείο εξαγριωμένοι και θέλοντας να τον κάψουν ζωντανό. Οδηγείται για ανάκριση στο τμήμα της Καλογρέζας. Εκεί παραδέχεται το έγκλημά του λέγοντας ότι διάλεξε τη μικρή γιατί ήταν η ομορφότερη και τη σκότωσε γιατί ήταν μεθυσμένος. Όμως η δολοφονική του μανία δεν είχε θύμα μόνο το μικρό κοριτσάκι. Όταν μαθεύτηκε το περιστατικό, οι κάτοικοι άρχισαν να αναζητούν στην περιοχή μήπως βρουν και άλλα ευρήματα. Και την Τετάρτη 29 Ιανουαρίου, σε μια βαθιά σπηλιά από όπου έβγαινε έντονη μυρωδιά πτώματος, ανακαλύπτουν ένα ακόμα πτώμα παιδιού.
Το μικρό αγόρι είναι δεμένο χειροπόδαρα και έχει έντονα τα σημάδια του βασανισμού. Ειδοποιείται η Χωροφυλακή, η οποία έπειτα από μικρή έρευνα επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για τον 8χρονο Στέλιο Βλαντή, ο οποίος είχε εξαφανιστεί στις 28 Νοεμβρίου του 1935. Οι ιατροδικαστές επιβεβαιώνουν ότι ο θάνατος είχε προέλθει από ασφυξία, όμως ο μικρός είχε κακοποιηθεί σεξουαλικά μετά τον θάνατό του. Ο Μαυρομάτης αρχικά αρνήθηκε τη συμμετοχή στον φόνο του 8χρονου αγοριού, όμως μετά την πίεση στην ανάκριση ομολόγησε κι αυτό το έγκλημά του. Μάλιστα μπήκε και σε φρικιαστικές λεπτομέρειες, λέγοντας ότι αφού σκότωσε το μικρό βασανίζοντάς τον, στη συνέχεια τον σκέπασε με ψόφια κοτόπουλα ώστε να μπερδέψει με τη μυρωδιά τους όσους έφταναν στην βαθιά σπηλιά.
Οι αποκαλύψεις σόκαραν το πανελλήνιο, με τις εφημερίδες να πληροφορούν καθημερινά το κοινό για τις φρικιαστικές λεπτομέρειες της δράσης του «δράκου της Καλογρέζας». Οι ειδικοί γιατροί που τον εξέτασαν διαπίστωσαν ότι έπασχε από «τοξικήν φρενίτιδαν» και «ψυχοπάθεια ερωτισμού», ενώ τον χαρακτήρισαν έκφυλο και ψυχοπαθή με νοσηρές διαστροφές. Η δίκη του έγινε στις 6 και 7 Οκτωβρίου του 1936 στο Κακουργιοδικείο των Αθηνών. Οι γονείς των δύο παιδιών ήταν βασικοί μάρτυρες κατηγορίας, ενώ και οι κάτοικοι της περιοχής κατέθεσαν εναντίον του αναφερόμενοι στη σκοτεινή του δράση. Ο ίδιος παρέμεινε σιωπηλός και αρνήθηκε να απολογηθεί. Κι ενώ όλα έδειχναν ότι θα οδηγηθεί στο εκτελεστικό απόσπασμα, οι ένορκοι έκριναν ότι έπραξε τους φόνους ευρισκόμενος σε σύγχυση. Καταδικάστηκε σε ισόβια και πέθανε μέσα στη φυλακή.
Πρόκειται για ένα από τα εγκλήματα που παρουσιάζονται στο βιβλίο «100 εγκλήματα στην Ελλάδα» που κυκλοφόρησε μαζί με το ΘΕΜΑ