Ιδιοκτήτης εργοστασιακής μονάδας και η πρώην σύντροφός του καταδικάστηκαν σε συνολική ποινή φυλάκισης 8 ετών ο καθένας, καθώς κρίθηκαν ένοχοι για συμμετοχή σε συμμορία που κρατούσε παράτυπους μετανάστες κλειδωμένους στις εγκαταστάσεις του εργοστασίου στη Θεσσαλονίκη, απαιτώντας εκβιαστικά «λύτρα» από τους συγγενείς τους για την απελευθέρωσή τους.
Μετά την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης οδηγήθηκαν στις φυλακές.
Η υπόθεση αποκαλύφθηκε τον Αύγουστο του 2018 στη δυτική Θεσσαλονίκη, όταν κάτοικος της περιοχής παρατήρησε ύποπτες κινήσεις στο εργοστάσιο. Κατά την αστυνομική επέμβαση στους χώρους του εντοπίστηκαν συνολικά επτά μετανάστες.
Πέρα από το ζευγάρι των κατηγορουμένων, στη δικογραφία περιλαμβάνονταν ακόμη τρία (άγνωστα) πρόσωπα.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, η κατηγορούμενη γυναίκα είχε ρόλο «φύλακα», παρέχοντας στους μετανάστες τροφή και στέγη. Η ίδια αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή, υποστηρίζοντας ότι το επίμαχο διάστημα απουσίαζε από τη Θεσσαλονίκη.
Υποστήριξε επίσης ότι είχε δώσει τα κλειδιά του εργοστασίου σε άτομο που είχε την ευθύνη για τη φροντίδα του περιβάλλοντος χώρου.
«Πλήρη άγνοια» δήλωσε και ο τότε σύντροφός της, ιδιοκτήτης του εργοστασίου, σημειώνοντας ότι βρισκόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα σε νησί, όπου δραστηριοποιείτο επαγγελματικά.
Οι ισχυρισμοί τους δεν έγιναν αποδεκτοί από το δικαστήριο, το οποίο τους έκρινε ενόχους, μεταξύ άλλων, για συμμετοχή σε εγκληματική συμμορία και παροχή καταλύματος σε παράτυπους μετανάστες με σκοπό την κερδοσκοπία, αναγνωρίζοντάς τους πάντως το ελαφρυντικό της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς.