Σε μείζον πρόβλημα τείνει να εξελιχθεί το ζήτημα με τις σορούς που παραμένουν στα αζήτητα και εν τέλει άταφες, στη Θεσσαλονίκη, με τους εμπλεκόμενους φορείς γύρω από αυτό το ζήτημα να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για ένα θέμα, το οποίο λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις
Το πρόβλημα αφορά είτε σε σορούς θανόντων αγνώστων στοιχείων, είτε γνωστών στοιχείων άνευ συγγενικών προσώπων. Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία αζήτητων σορών με συγγενείς που αδυνατούν να πληρώσουν την ταφή ή αδιαφορούν για τον ενταφιασμό του εκλιπόντος.
Ωστόσο το ζήτημα δεν σταματά εκεί, αφού για τις σορούς αγνώστων στοιχείων, το νομικό κενό που υπάρχει σε ό,τι αφορά στην παραλαβή και τη μεταφορά της σορού στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία, αποτελεί τροχοπέδη για την περάτωση της διαδικασίας από τα γραφεία τελετών, με τους ανθρώπους του κλάδου να εκφράζουν τον έντονο προβληματισμό τους για την κατάσταση αυτή. Καλούν την πολιτεία να θεσπίσει επιτέλους νόμο για αυτές τις περιπτώσεις.
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως σε ό,τι αφορά στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία των Διαβατών, 35 σοροί παραμένουν άταφες. Τρεις μάλιστα από αυτές, είναι άταφες από το 2021.
«Το νομικό κενό με τις σορούς αγνώστων στοιχείων ή χωρίς συγγενείς που εντοπίζονται»
Όπως λέει στο thestival.gr ο Γιάννης Γκουσμπουνάρης, ιδιοκτήτης γραφείου τελετών στη Θεσσαλονίκη, τα γραφεία τελετών πλέον δεν αναλαμβάνουν τη μεταφορά μιας σορού αγνώστων στοιχείων στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία, αν και στο παρελθόν ήταν πολλά εκείνα που το έπρατταν.
«Πήγαιναν και περισυνέλεγαν τα άτομα αγνώστων στοιχείων, που ήταν σε προχωρημένη σήψη και χωρίς συγγενείς. Αλλά κάπου κουράστηκαν», σημειώνει χαρακτηριστικά και εξηγεί σχετικά με τη διαδικασία:
«Μεταβαίνει η Αστυνομία στο σημείο που εντοπίζεται η σορός, κάνει την έρευνά της, αναζητά συγγενείς, δεν υπάρχουν συγγενείς. Το ΕΚΑΒ όμως δεν μεταφέρει αυτά τα περιστατικά. Μόνο αν είναι τροχαίο. Αναγκαστικά η Αστυνομία πρέπει να βρει ένα γραφείο τελετών να μεταφέρει τη σορό. Γιατί δε μπορεί η Αστυνομία, από τη στιγμή που τελειώνει η προανάκριση, έρχεται η Σήμανση και βγάζει φωτογραφίες, να παραμείνει στο σημείο με τις ώρες. Πρέπει να απομακρυνθεί η σορός και να μεταφερθεί σε κάποιο ψυγείο, στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Ειδοποιεί η Αστυνομία ένα γραφείο τελετών και πάει μεταφέρει τη σορό στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Αλλά τα περισσότερα γραφεία σταμάτησαν να κάνουν αυτό το πράγμα γιατί ήταν αγγαρεία. Δεν πληρώνονταν ενώ είχαν έξοδα μεταφοράς για τα άτομα, τον σάκο που θα βάλουν, τα εργατικά, τα καύσιμα και είπαν φτάνει. Υπάρχουν βέβαια και σήμερα ορισμένα γραφεία που ίσως κάνουν μια τέτοια εξυπηρέτηση».
«Έχω βάλει από την τσέπη μου χρήματα, έχω χάσει χρήματα γι’ αυτά τα περιστατικά»
Το γραφείο του κ. Γκουσμπουνάρη είναι ένα από εκείνα που παρά την τρέχουσα κατάσταση, αναλαμβάνει μέχρι και σήμερα τη μεταφορά μιας σορού αγνώστων στοιχείων στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Ο ίδιος δηλώνει σχετικά: «Εγώ εξυπηρετώ χρόνια την Αστυνομία και τα νοσοκομεία σε τέτοια περιστατικά τα τελευταία χρόνια, για τη μεταφορά των σορών στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Έχω βάλει από την τσέπη μου χρήματα, έχω χάσει χρήματα γι’ αυτά τα περιστατικά. Αλλά ανταπόκριση δεν βρήκαμε πουθενά, ούτε από Δήμους, ούτε από Κοινωνικές Υπηρεσίες, ούτε από την Περιφέρεια, ούτε από πουθενά, αν και έχουμε παρακαλέσει πάρα πολλές φορές».
Ένα άλλο ζήτημα που προκύπτει με τις σορούς αγνώστων στοιχείων, είναι αυτό της ταφής. Σύμφωνα με τα όσα ισχύουν σήμερα, το ποσό που χορηγείται από το κράτος με ένταλμα του υπουργείου Δικαιοσύνης για τέτοιες περιπτώσεις είναι στα 350 ευρώ.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τον κ. Γκουσμπουνάρη, οι δήμοι δεν παραχωρούν χώρο στα κοιμητήρια αν δεν πληρωθούν τα τέλη ταφής.
Συνέπεια αυτής της κατάστασης, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ένα ικανός αριθμός σορών να παραμένει άταφος στα ψυγεία της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας των Διαβατών. «Επειδή τα περισσότερα περιστατικά τέτοιου χαρακτήρα βγαίνουν σε κέντρο και δυτική Θεσσαλονίκη, έχουμε συσσώρευση πτωμάτων στην Ιατροδικαστική των Διαβατών» σημειώνει και προσθέτει: «Η κάθε θέση είναι για ένα άτομο, όταν όμως η κάθε θέση έχει τρία άτομα, ε τι να λέμε».
Όπως λέει ο ιδιοκτήτης του γραφείου τελετών, ως επί το πλείστον πρόκειται για σορούς αγνώστων στοιχείων ή ανθρώπων που δεν είχαν συγγενείς.
Η προσπάθεια να λυθεί το πρόβλημα, η ίδρυση της Action R.I.P. και το ναυάγιο στις διαβουλεύσεις
Στις αρχές του 2020, περιγράφει ο κ. Γκουσμπουνάρης, με πρωτοβουλία του ίδιου αλλά και ιατροδικαστών, νομικών και άλλων ιδιοκτητών γραφείων τελετών ιδρύεται η Action RIP, μια Μη Κερδοσκοπική Αστική Εταιρεία. Σκοπός της; Η μέριμνα ταφής εγκαταλελειμμένων, σε νεκροτομεία-νοσοκομεία, σορών συνανθρώπων μας, από έλλειψη συγγενών-ενδιαφέροντος-χρημάτων.
«Απευθυνθήκαμε στο υπουργείο Δικαιοσύνης, και έτσι δημιουργήθηκε η Action RIP. Μας άκουσε ο υπουργός, του εξηγήσαμε τι συμβαίνει και έμεινε έκπληκτος. Όχι μόνο αυτός, αλλά και οι συνεργάτες του. Και είπαμε να συγκροτήσουμε μια ομάδα εργασίας, να γίνει μια νομοπαρασκευαστική», υποστηρίζει και προσθέτει πως παρά την προσπάθεια που έγινε από τους ιδρυτές της Οργάνωσης να αφυπνιστούν η Περιφέρεια, οι Δήμοι και τα νοσοκομεία, δεν υπήρξε αποτέλεσμα. «Από την Αυτοδιοίκηση δεν ανταποκρίθηκε κανένας, μόνο από τα νοσοκομεία που μας έπαιρναν τηλέφωνα για τέτοια περιστατικά», τονίζει.
Στη συνέχεια, περιγράφει πως αν και έγινε μια ύστατη προσπάθεια με το υπουργείο Δικαιοσύνης προκειμένου να συγκροτηθεί μια νομοπαρασκευαστική ομάδα, για να δημιουργηθεί νόμος και να καλυφθεί αυτό το νομοθετικό κενό και να μην μένουν άταφοι σοροί, εντούτοις δεν προχώρησε.
«Ξεκινήσαμε, δυστυχώς δεν μπορέσαμε να τα βρούμε στο οικονομικό. Γιατί για να πάει ένα γραφείο να παραλάβει τη σορό, θα στείλει δύο άτομα, θα βάλει σάκο, καύσιμα, πρέπει να αμειφθεί. Παρουσιάσαμε πρόταση και το ποσό, μπορούσε να εκταμιευθεί το ποσό, ακόμη και από τις περιουσίες αυτών των ατόμων (σ.σ.: Των ατόμων που φεύγουν από τη ζωή, άφησαν περιουσία αλλά δεν υπάρχουν συγγενείς), οι οποίες μετά τον θάνατό τους περνάνε στο κράτος. Μπορούσαν να το βρουν και από τη σχολάζουσα κληρονομιά. Είπαμε να βγάλουμε ένα ποσό γύρω στα 1.200 ευρώ για να μπορέσει κάποιο γραφείο να αναλάβει αυτή τη δουλειά, για να μην μένει άταφος κανείς. Δεν είναι μόνο στη Θεσσαλονίκη το πρόβλημα, αλλά και σε άλλες περιοχές», αναφέρει στο thestival.gr o κ. Γκουσμπουνάρης.
Όπως λέει στη συνέχεια, αν και το υπουργείο Δικαιοσύνης αποφάσισε τη συγκρότηση ομάδος με αντικείμενο τη ρύθμιση του νομικού πλαισίου για τις αζήτητες σορούς με ημερομηνία περάτωσης του έργου της την 31η Μαΐου του 2022, δεν έγινε τίποτα. Μάλιστα, τον περασμένο Δεκέμβριο, αναφέρει, μπήκε λουκέτο και στην Action RIP, με συνέπεια η συνολική προσπάθεια για την επίλυση του ζητήματος να ναυαγήσει.
Εξαπλώνεται το φαινόμενο να αφήνουν τις σορούς των συγγενών στα ψυγεία της Ιατροδικαστικής
Πέρα από τις σορούς αγνώστων στοιχείων αλλά και εκείνων που δεν υπάρχουν συγγενείς, υπάρχει και μια ακόμα περίπτωση σορών που καταλήγουν στα αζήτητα. Εκείνων που αν και υπάρχουν συγγενείς, δεν εκδηλώνουν κανένα ενδιαφέρον για την παραλαβή και τον ενταφιασμό της σορού του οικείου τους.
Όπως δηλώνει στο thestival.gr η ιατροδικαστής και προϊσταμένη της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης, Ελένη Ζαγγελίδου, «για τις σορούς αγνώστων στοιχείων και τις άπορες σορούς υπάρχει νομοθεσία. Αυτές ενταφιάζονται με έξοδα της Πολιτείας, αλλά όταν κάποιος είναι γνωστών στοιχείων και έχει οικογένεια, αυτή η ευθύνη πέφτει στους ώμους της οικογενείας».
Ωστόσο, σημειώνει πως «υπάρχει ένα νομοθετικό κενό σε σχέση με τις σορούς οι οποίες ναι μεν έχουν στοιχεία ταυτότητας, ναι μεν έχουν οικογένεια αλλά δεν τους θέλει κανείς. Δεν τους παραλαμβάνει. Οπότε αυτοί παραμένουν μέχρι να βρεθεί λύση σε αυτό το θέμα. Προσπαθούμε όσο περνάει ο καιρός να επικοινωνούμε με τον Εισαγγελέα, αλλά υπάρχει νομοθετικό κενό, γιατί υποτίθεται ότι μέχρι πριν από λίγο χρονικό διάστημα οι Έλληνες ενδιαφέρονταν για τους νεκρούς τους. Τώρα, δυστυχώς, λόγω των καιρών, αρχίζουν και υπάρχουν και αυτά τα φαινόμενα».
Όπως εξηγεί, για τις αγνώστων στοιχείων και τις άπορες σορούς, υπάρχει μέριμνα από την Πολιτεία και σύμφωνα με τη νομοθεσία ενταφιάζονται με έξοδα αυτής, εφόσον εξαντληθούν όλα τα περιθώρια για την αναγνώριση και την εύρεση οικείων προσώπων. «Αυτές βέβαια για όσο καιρό χρειαστεί για αυτή τη διαδικασία, παραμένουν σε εμάς», διευκρινίζει και συνεχίζει λέγοντας πως:
«Δυστυχώς στους μεν άπορους και στους αγνώστων στοιχείων υπάρχει, έστω και πολύ πεπαλαιωμένη, διαδικασία νομοθετική, αλλά για τους γνωστούς στοιχείων, δεν υπάρχει μέριμνα, γιατί μέχρι πρότινος δεν υπήρχε τέτοιο φαινόμενο. Είναι ένα από τα φαινόμενα που αντιμετωπίζουμε σιγά- σιγά για πρώτη φορά».
«Η κοινωνική ευαισθησία που αρχίζει να αναπτύσσεται τώρα στην υπηρεσία είναι ότι αρχίζουν να συσσωρεύονται σοροί που έχουν οικογένειες αλλά δεν τους παραλαμβάνουν. Και εδώ επειδή υπάρχει το νομοθετικό κενό, δεν είναι πολλά τα περιστατικά, αλλά δεν είναι απίθανο να αρχίσουν να αυξάνονται, προσθέτει η προϊσταμένη της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης.
«Είναι κρίμα να παραμένει μια σορός επειδή δεν έχει κανέναν, είναι δύο περιπτώσεις αυτοί, γνωστών στοιχείων αλλά δεν έχουν κανέναν στη ζωή και γνωστών στοιχείων που έχουν οικείους, αλλά δεν παραλαμβάνουν», τονίζει.
«Καλούμαστε πολλές φορές να λύσουμε κοινωνικά θέματα για τα οποία δεν έχουν προβλεφθεί αντίστοιχες διατάξεις»
Επισημαίνει δε πως όταν παρατηρείται συσσώρευση σορών, γίνονται ενέργειες για την αποσυμφόρηση της κατάστασης αυτής. Τονίζει ωστόσο πως η αναζήτηση χώρου στα κοιμητήρια για τους ενταφιασμούς αλλά και η συμμετοχή στην παράδοση της σορού στο γραφείο τελετών δεν θα έπρεπε να άπτονται των καθηκόντων της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας. «Κι εμείς κανονικά δεν θα έπρεπε να είμαστε αποδέκτες αυτών των ανθρώπων, αλλά και που αλλού να πάνε. Εμείς κανονικά δεν είμαστε κοινωνική υπηρεσία αλλά καλούμαστε πολλές φορές να λύσουμε κοινωνικά θέματα για τα οποία δεν έχουν προβλεφθεί αντίστοιχες διατάξει. Κανονικά δεν θα έπρεπε να ψάχνουμε αν υπάρχουν θέσεις σε νεκροταφεία», τονίζει χαρακτηριστικά.
«Δεν είναι το θέμα ο χώρος, το θέμα είναι ότι είναι απρεπές για έναν άνθρωπο να παραμένει σε ένα ψυγείο για 2-3 μήνες . Όπου βέβαια υφίσταται και τις σηπτικές αλλοιώσεις. Δεν υπάρχει σεβασμός ως προς τον άνθρωπο. Δεν είναι το θέμα ότι δεν έχουμε χώρο», δηλώνει επίσης η κ. Ζαγγελίδου.