Kαθίσταται πλέον σαφές ότι τα στοιχεία που έδιναν οι ίδιοι οι εγκλωβισμένοι στον Έβρο, υπό την καθοδήγηση των διακινητών, αποσκοπούσαν μόνο και μόνο στο να δημιουργήσουν συνθήκες έντασης.
Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, απαντώντας στην αξιωματική αντιπολίτευση, επισήμανε ότι οι συντεταγμένες που δόθηκαν από τρίτους σε νησίδα στον Έβρο είναι έξω από την ελληνική επικράτεια, σύμφωνα με επίσημη γνωμάτευση της Γεωγραφικής Υπηρεσίας του Ελληνικού Στρατού, για αυτό και δεν μπορούσε να επιχειρήσει εκεί η Ελληνική Αστυνομία. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη συμπλήρωσε πως «όταν οι παράτυποι μετανάστες βρέθηκαν σε ελληνικό έδαφος διασώθηκαν από την Ελληνική Αστυνομία και πλέον ακολουθούνται όλες οι προβλεπόμενες από τους νόμους μας και το διεθνές δίκαιο διαδικασίες. Αυτή είναι η αλήθεια και η πραγματικότητα, όσο και αν ο κ. Τσίπρας αρνείται να την αναγνωρίσει. Αν ο κ. Τσίπρας θέλει να ανοίξουμε τα σύνορα της Ελλάδας και να μπαίνει ελεύθερα χωρίς έλεγχο οποιοσδήποτε, όπως επί των ημερών του, ας το πει ευθέως».
Έβρος: Δεν υπάρχει στο Κτηματολόγιο η περιοχή
Την ίδια ώρα, καταρρίπτεται πλήρως και η εθνικά επιζήμια ερώτηση που κατέθεσαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ για τη νησίδα στην οποία είχαν εγκλωβιστεί οι 38 μετανάστες στον Έβρο, ζητώντας διευκρινίσεις για το καθεστώς κυριαρχίας της. Οι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανέφεραν, μάλιστα, ότι έχει καταγραφεί στο Εθνικό Κτηματολόγιο.
Η περιοχή που επικαλούνται με συγκεκριμένο ΚΑΕΚ (Κωδικός Αριθμός Εθνικού Κτηματολογίου), όπως όμως αποκαλύπτεται, δεν περιλαμβάνει καμία τέτοια νησίδα στο Κτηματολόγιο. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος», ο ΚΑΕΚ 11035ΕΚ00075 αντιστοιχεί σε ειδική έκταση, που μπορεί να είναι δρόμος, αιγιαλός, παραλία, λίμνη, παρόχθια-παραλίμνια έκταση, ποταμός-ρέμα. Νομικοί και τοπογράφοι παρουσιάζονται έκπληκτοι και τονίζουν πως αν υπήρχε νησίδα στην περιοχή, τότε αυτή θα εμφανιζόταν ως περίκλειστο γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ που δεν θα περιείχε τα γράμματα «ΕΚ», τα οποία υποδηλώνουν την ύπαρξη ειδικής έκτασης.
Για όσους δεν γνωρίζουν, η ελληνοτουρκική μεθόριος στον Έβρο αγγίζει τα 203 χλμ. και ξεκινάει από το Τριεθνές, φτάνοντας έως τις εκβολές του Έβρου στο Θρακικό Πέλαγος. Το 1923 η υπογραφή της Συμφωνίας της Λωζάννης όρισε ότι ο ποταμός Έβρος θα αποτελέσει το φυσικό σύνορο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, με τη συνοριογραμμή να ακολουθεί τη μέση γραμμή, αφήνοντας στην Τουρκία την περιοχή του Κάραγατς.
Η Συνθήκη της Λωζάννης όρισε Τριμερή Επιτροπή για τον καθορισμό των ελληνοτουρκικών συνόρων, που αποτελούνταν από τον Ολλανδό συνταγματάρχη Μπάκερ ως πρόεδρο και τους επικεφαλής των αντιπροσωπειών Ελλάδας και Τουρκίας, τον ταγματάρχη Εμμανουήλ Μινωτάκη (αδερφό του Αλέξη Μινωτή) και τον συνταγματάρχη Χαϊρουλάχ Μπέη αντίστοιχα, ως μέλη. Το σημαντικότερο πρόβλημα που είχε να αντιμετωπίσει η Τριμερής Επιτροπή ήταν η τύχη του σημερινού δέλτα του ποταμού Έβρου.
Το βάθος και τα τοιχώματα της κοίτης του Έβρου μεταβάλλονται ανάλογα με τις μετατοπίσεις της άμμου και την ισχύ των ρευμάτων και, κατά συνέπεια, δημιουργούνται νησάκια και διχαλώσεις. Κυρίως στις εκβολές του ποταμού δημιουργούνται δύο βραχίονες που σχηματίζουν το μεγάλο και εύφορο δέλτα με την εύφορη νησίδα Γκιαούρ Αντά. Η τύχη της νησίδας αυτής, που αγγίζει τα 100.000 στρέμματα, κρίθηκε τελικά υπέρ της Ελλάδας, αν και υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από την τουρκική πλευρά, που προσκόμισε ψευδείς οθωμανικούς τίτλους ιδιοκτησίας. Σημαντικό ρόλο έπαιξε τότε η σθεναρή αντίδραση του ταγματάρχη Εμμανουήλ Μινωτάκη. Οι εργασίες της Τριμερούς Επιτροπής ολοκληρώθηκαν τελικά το φθινόπωρο του 1926 και υπογράφηκε και η σχετική συμφωνία.
Έβρος: Η αλλοίωση και τα πλημμυρικά φαινόμενα
Το Τριεθνές, εκεί όπου ενώνονται τα σύνορα Ελλάδας, Βουλγαρίας και Τουρκίας στο βόρειο άκρο του Έβρου, βρίσκεται στην περίφημη νησίδα «Α» του ποταμού, την οποία μοιράζονται οι τρεις χώρες.
Η νησίδα έχει έκταση 340 στρεμμάτων, εκ των οποίων τα 170 ανήκουν στην Τουρκία, τα 85 στην Ελλάδα και τα 85 στη Βουλγαρία. Η νησίδα «Α» με την πυκνή βλάστηση είναι προσβάσιμη μόνο από στρατιωτικές περιπόλους των τριών χωρών. Βορειοδυτικά, στο τμήμα του ποταμού που αποτελεί φυσικό σύνορο της Ελλάδας με τη Βουλγαρία, υπάρχουν ακόμη δύο νησίδες, η «Β» και η «Γ», εντός της ελληνικής επικράτειας. Το 1952 στη νησίδα «Γ» προκλήθηκε ένα από τα πλέον σοβαρά διασυνοριακά επεισόδια με τη Βουλγαρία, που είχε ως αποτέλεσμα θανάτους και τραυματισμούς. Ανάλογο επεισόδιο είχε λάβει χώρα και το 1948 και τούτο διότι όταν οριοθετήθηκαν τα σύνορα δεν είχαν σχηματιστεί οι σημερινές νησίδες, οι οποίες πρωτοεμφανίστηκαν μετά το 1932.
Η χώρα μας ζήτησε τότε τον καθορισμό σταθερών σημείων για τον ορισμό των συνόρων, πράγμα όμως που δεν έγινε, με αποτέλεσμα να ακολουθήσουν και άλλα σοβαρά μεθοριακά επεισόδια. Τα επόμενα χρόνια οι συχνές πλημμύρες του Έβρου είχαν ως αποτέλεσμα την αλλοίωση του γεωφυσικού τοπίου, αλλά και την καταστροφή πολλών συνοριακών οροσήμων που είχαν τοποθετηθεί με τη χάραξη του 1926. Όλα αυτά αποτέλεσαν πολλές φορές αντικείμενο συζήτησης και διαβουλεύσεων μεταξύ των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, τα οποία παρ’ όλα αυτά δεν προχώρησαν ποτέ λόγω της έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες.