Σαν σήμερα: Έντεκα χρόνια πέρασαν, από τότε που τον Αύγουστο του 2013, αποκαλύφθηκε ένα από τα πιο φρικτά εγκλήματα που έγιναν στην Ραφήνα.
Η έντονη δυσοσμία που προερχόταν από τους κάδους απορριμμάτων απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους στη Ραφήνα, στη συμβολή των οδών Πράσινου Λόφου και Στεφοπούλου, αποκάλυψε ένα άγριο έγκλημα εκείνο το ζεστό απόγευμα του Αυγούστου.
Ένας κάτοικος της περιοχής που πλησίασε με περιέργεια διαπίστωσε σοκαρισμένος ότι από μια σακούλα που βρισκόταν έξω από τον κάδο ανακύκλωσης προεξείχε ένα ανθρώπινο πόδι από τον αστράγαλο! Αμέσως ειδοποίησε την Αστυνομία και λίγο αργότερα έφταναν στην περιοχή οι αξιωματικοί του τμήματος ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας. Μέσα σε έναν ταξιδιωτικό σάκο υπήρχαν και τα υπόλοιπα έξι τεμαχισμένα μέλη του πτώματος, που, με την πρώτη ματιά ανήκε σε ηλικιωμένη γυναίκα. Ο τρόμος απλώθηκε πάνω από τη Ραφήνα, την ώρα που τα ευρήματα μεταφέρονταν στο νεκροτομείο.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ιατροδικαστή, ο δολοφόνος είχε χρησιμοποιήσει ένα πριόνι, έναν μπαλτά και ένα τσεκούρι, προκειμένου να τεμαχίσει το πτώμα της άτυχης γυναίκας, αφού την είχε σκοτώσει με μαχαιριές στο λαιμό. Η μανία του μαρτυρούσε άτομο με έντονη ψυχική διαταραχή και, ενδεχομένως, άμεση σχέση μαζί της. Το θρίλερ φαινόταν άλυτο, καθώς στην περιοχή της Ραφήνας δεν είχε αναφερθεί καμία εξαφάνιση τον τελευταίο καιρό, ενώ και τα στοιχεία της δολοφονημένης γυναίκας παρέμεναν άγνωστα.
Η Αστυνομία, με την επιστημονική μέθοδο της ανασύνθεσης και τη συνδρομή ανθρωπολόγου, ιατροδικαστών και της Σήμανσης, δημοσιοποίησε δύο ηλεκτρονικά επεξεργασμένες φωτογραφίες της, γνωστοποιώντας ότι ήταν ύψους 1,60 μ., παχύσαρκη, με κοντά βαμμένα καστανοκόκκινα μαλλιά και είχε υποβληθεί σε σοβαρή γυναικολογική επέμβαση.
Το «κουβάρι» άρχισε να ξετυλίγεται όταν η κόρη της 84χρονης Ασημένιας Λαγούδη, που είχε για πολλές ημέρες να ακούσει νέα της, την αναζήτησε στο σπίτι της, στην οδό Αγίου Λουκά στα Πατήσια, αλλά δεν την βρήκε.
Η γυναίκα πανικοβλήθηκε όταν είδε ψαγμένα συρτάρια και ντουλάπια σε όλο το διαμέρισμα. Φαινόταν ότι η μητέρα της είχε πέσει θύμα ληστείας, αλλά η ίδια ήταν άφαντη κι έτσι δήλωσε στην Αστυνομία την εξαφάνισή της. Πού να φανταστεί ότι την είχε σκοτώσει ο ίδιος της ο γιος!…
Τα στοιχεία της 84χρονης γυναίκας ταυτοποιήθηκαν και οι έρευνες των αξιωματικών της Ασφάλειας για την εξιχνίαση του θρίλερ δεν βάδιζαν πλέον στα «τυφλά».
Πράγματι, μέσα σε δύο 24ωρα, στις 16 Σεπτεμβρίου του 2013, κατάφεραν να λύσουν το μυστήριο. Ανάμεσα σε αυτούς που κλήθηκαν να καταθέσουν ήταν και ο 28χρονος εγγονός της ηλικιωμένης γυναίκας, Φώτης Λυρόπουλος.
Συζούσε με τη φίλη του και τα δύο παιδιά της στην Αρτέμιδα, σε διαμέρισμα που ανήκε στη γιαγιά του, λίγα χιλιόμετρα από το σημείο όπου είχε βρεθεί διαμελισμένη η άτυχη γυναίκα. Τα δακτυλικά του αποτυπώματα, όπως ανακοίνωσε η Αστυνομία, βρέθηκαν τόσο στις σακούλες, όσο και στο διαμέρισμα του θύματος στα Πατήσια, αλλά ο ίδιος αρνιόταν πεισματικά ότι είχε οποιαδήποτε σχέση με το έγκλημα. Μετά από εξαντλητική ανάκριση, ομολόγησε. Για τους αξιωματικούς της Ασφάλειας απέμενε, πλέον, να «φωτίσουν» και το κίνητρό του.
Όπως προέκυψε από τις έρευνες, ο νεαρός, που ήταν χωρισμένος και πατέρας ενός παιδιού, επισκέφθηκε τη γιαγιά του στις 22 Αυγούστου 2013 και μετά από έντονη λογομαχία την μαχαίρωσε στο λαιμό. Την μετέφερε νεκρή στο μπάνιο και αφού κάπνισε ένα πακέτο τσιγάρα για να πέσουν οι σφυγμοί του, έφυγε. Την επόμενη ημέρα επέστρεψε στο διαμέρισμα και αφού τεμάχισε το πτώμα, το τοποθέτησε μέσα σε νάιλον σακούλες σκουπιδιών και έναν ταξιδιωτικό σάκο και τα έβαλε στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου του. Μόλις έπεσε το σκοτάδι, τα μετέφερε αρχικά στο σπίτι του στη Λούτσα και αργότερα στον κάδο απορριμμάτων στη Ραφήνα. Πίστευε ότι το πρωί θα περνούσε το απορριμματοφόρο και το έγκλημά του θα παρέμενε στο σκοτάδι…
Για να αποπροσανατολίσει τις έρευνες της Ασφάλειας και να τις οδηγήσει στην εκδοχή της ληστείας, ο 28χρονος, που εργαζόταν παλαιότερα ως τοπογράφος, έψαξε επιλεκτικά τους χώρους του διαμερίσματος και άρπαξε τα κοσμήματα της γιαγιάς του. Κάποια κομμάτια τα πούλησε σε διάφορα ενεχυροδανειστήρια, είπε η Αστυνομία. Τα υπόλοιπα βρέθηκαν στο σπίτι του, καθώς επίσης ένα τσεκούρι και ένα δίκαννο κυνηγετικό όπλο που κατείχε χωρίς άδεια.
Ο Λυρόπουλος οδηγήθηκε στον εισαγγελέα με βαριές κατηγορίες. Κατά την απολογία του στον ανακριτή απέδωσε το θάνατο της γιαγιάς του σε ατύχημα. Οι σχέσεις τους δεν ήταν καλές, επειδή, όπως είπε, κάθε φορά που τον έβλεπε τον επέκρινε για τη ζωή που έκανε, καθώς δεν είχε δουλειά και της ζητούσε χρήματα. Ισχυρίστηκε ότι κατά τη διάρκεια του τσακωμού τους, η 84χρονη γυναίκα έπεσε πάνω στο μαχαίρι με το οποίο καθάριζε ένα φρούτο. «Φοβήθηκα ότι θα με κατηγορήσουν για τον θάνατό της και την τεμάχισα προκειμένου να εξαφανίσω τα ίχνη της», είπε χαρακτηριστικά. Εισαγγελέας και ανακριτής συμφώνησαν στην προφυλάκισή του.
Το Μάρτιο του 2015 το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για ανθρωποκτονία από πρόθεση και ληστεία τελεσθείσα με ιδιαίτερη σκληρότητα και τον καταδίκασε σε δις ισόβια κάθειρξη και επιπλέον φυλάκιση 4 ετών για οπλοχρησία. Ο αδελφός του θύματος δήλωσε ικανοποιημένος από την ποινή που επιβλήθηκε στον δράστη. «Θόλωσα με την ψυχραιμία του και δεν ήθελα ούτε να τον βλέπω», είπε. «Λες και δεν ήταν τίποτα αυτό που έκανε. Η αδελφή μου τον είχε σαν παιδί της, τον ζούσε κι αυτός φέρθηκε σαν κτήνος…».
Λίγες ημέρες πριν καθίσει στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, ο Φώτης Λυρόπουλος έστειλε τρεις γραπτές δηλώσεις προς τον τύπο, στις οποίες ανέφερε ότι η δολοφονία της Ασημένιας Λαγούδη ήταν έργο μιας παραστρατιωτικής και παρακρατικής ομάδας, που άρχισε να δραστηριοποιείται κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, τα στελέχη της οποίας είχαν διεισδύσει στους ανώτερους πολιτικούς, επιχειρηματικούς, αστυνομικούς και στρατιωτικούς κύκλους, στρατολογώντας ενεργά και μη μέλη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
«Εγώ ο ίδιος δεν τέλεσα ποτέ αξιόποινη πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, εκτός βέβαια από το αδίκημα της απλής συμμετοχής σε αυτήν την ομάδα, στην οποία με δελέασαν να συμμετάσχω στον ρόλο που διαδραμάτισα, με αποτέλεσμα να αντιληφθώ με τι ανθρώπους συνεργαζόμουν πολύ αργά, όταν ήταν πλέον αδύνατον να αποχωρήσω ή να αποσχιστώ», έγραφε χαρακτηριστικά.
Πηγή: Irafina