Ομάδα Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, προερχόμενων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ), απέστειλαν επιστολή στο «Law & Order», με την οποία αναπτύσσουν αναλυτικά τις θέσεις και τα αιτήματά τους σχετικά με τη θεσμική και υπηρεσιακή αναγνώριση της πορείας τους στο Σώμα.
Στην επιστολή αποτυπώνεται το πλαίσιο της εκπαίδευσης, της πολυετούς εμπειρίας και της διοικητικής ευθύνης που φέρουν οι απόφοιτοι του ΤΕΜΑ, καθώς και το ζήτημα της υπηρεσιακής και μισθολογικής συνέπειας, ενόψει και της επικείμενης πρότυπης δίκης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Η επιστολή
«Στην Ελληνική Αστυνομία συνυπάρχουν διαφορετικές διαδρομές, εμπειρίες και αφετηρίες, που όλες οδηγούν στον ίδιο προορισμό: την καθημερινή υπηρεσία προς τον πολίτη και τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης.
Μέσα σε αυτό το πολυσύνθετο και απαιτητικό περιβάλλον, οι Αξιωματικοί που προέρχονται από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία έμπειρων στελεχών, καθώς συνδυάζουν πολυετή εμπειρία στο πεδίο με την ευθύνη της διοίκησης.
Οι απόφοιτοι του ΤΕΜΑ προέρχονται, κατά κύριο λόγο, από Αστυφύλακες που προήχθησαν στον βαθμό του Αρχιφύλακα μέσω αξιοκρατικών προαγωγικών εξετάσεων και, στη συνέχεια, στον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου, ύστερα από πέντε έτη προϋπηρεσίας στον βαθμό του Αρχιφύλακα ή δύο έτη, εφόσον κατείχαν πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης (ΑΕΙ-ΤΕΙ).
Επιπλέον, για την εισαγωγή τους στο ΤΕΜΑ απαιτείται προϋπηρεσία τουλάχιστον τριών ετών στον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου και ηλικία τουλάχιστον 32 ετών. Η αυστηρή και αντικειμενική αυτή διαδικασία εξασφαλίζει ότι στο Σώμα εντάσσονται στελέχη με εμπειρία, ωριμότητα και υψηλή επαγγελματική κατάρτιση.
Σημαντικό είναι ότι οι Αξιωματικοί απόφοιτοι του ΤΕΜΑ, πέραν των αντικειμενικών κριτηρίων των προαγωγικών εξετάσεων και της διοικητικής εμπειρίας σε κάθε βαθμό, διαθέτουν συνολική προϋπηρεσία στο Σώμα, η οποία τους έχει προσφέρει τη γνώση και την πείρα που απαιτείται για την πρόληψη καταστάσεων, την αντιμετώπιση κρίσεων και τη διασφάλιση της αποτελεσματικότερης λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης.
Η εμπειρία αυτή τους επιτρέπει να συνδυάζουν θεωρητική κατάρτιση, διοικητική ικανότητα και πρακτική γνώση των υπηρεσιακών διαδικασιών, προσφέροντας ουσιαστική προστιθέμενη αξία στο Σώμα.
Οι Αξιωματικοί απόφοιτοι του ΤΕΜΑ καταλαμβάνουν θέσεις Υποδιευθυντών Διευθύνσεων και Υποδιευθύνσεων, Διοικητών και Τμηματαρχών Υπηρεσιών, αναπληρωτών αυτών, επιτελών σε όλα τα επίπεδα της οργανωτικής δομής των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, εποπτών, προέδρων ή μελών επιτροπών του Αρχηγείου, επιβεβαιώνοντας την ηγετική και οργανωτική τους παρουσία σε όλο το φάσμα της Υπηρεσίας.
Η Πολιτεία τους διακρίνει και τους τιμά με την απόδοση ξίφους, την παρουσία ένοπλου τιμητικού αγήματος της Σχολής Αξιωματικών και την όρκισή τους σε επίσημη τελετή ενώπιον της Πολιτικής και Φυσικής Ηγεσίας.
Συχνά, η θέση του Υπασπιστή του Αρχηγού του Σώματος και άλλων ανωτάτων Αξιωματικών ανατίθεται σε απόφοιτο του ΤΕΜΑ, γεγονός που αναδεικνύει την εμπιστοσύνη στην ικανότητά τους και την ισότιμη συνύπαρξή τους με τους αποφοίτους της Σχολής Αξιωματικών.
Σημαντικό επίσης είναι ότι οι απόφοιτοι του ΤΕΜΑ, κατά την αποφοίτησή τους, εντάσσονται στην επετηρίδα των Αξιωματικών του Σώματος, ύστερα από τον τελευταίο απόφοιτο της Σχολής Αξιωματικών, όταν πρόκειται για το ίδιο ημερολογιακό έτος, και διαθέτουν ενιαία επετηρίδα, η οποία δεν ανατρέπεται μέχρι και την αποχώρησή τους από το Σώμα.
Δηλαδή, ο αρχηγός της εκπαιδευτικής σειράς του ΤΕΜΑ τοποθετείται πάντοτε μετά τον τελευταίο απόφοιτο της Σχολής Αξιωματικών του ίδιου ημερολογιακού έτους, ενώ ο αρχηγός της επόμενης εκπαιδευτικής σειράς της Σχολής Αξιωματικών είναι υφιστάμενος του τελευταίου αποφοίτου του ΤΕΜΑ του προηγούμενου ημερολογιακού έτους.
Η διάταξη αυτή διασφαλίζει την ιεραρχική θέση των αποφοίτων του ΤΕΜΑ, χωρίς να υπονομεύεται η αξία της Σχολής Αξιωματικών.
Στο ΤΕΜΑ εισάγεται επίσης χαμηλόβαθμο αστυνομικό προσωπικό που έχει επιτύχει διεθνείς αθλητικές διακρίσεις, συμβάλλοντας στη διεθνή αναγνώριση της χώρας μας και στην προβολή της Ελλάδας σε παγκόσμιο επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό, το ΤΕΜΑ συνδυάζει εμπειρία, γνώση και εξειδικευμένη διάκριση, δημιουργώντας στελέχη που υπηρετούν και τιμούν την Πολιτεία.
Στην υπηρεσιακή πράξη, οι Αξιωματικοί του ΤΕΜΑ συνεργάζονται ισότιμα με συναδέλφους προερχόμενους από τη Σχολή Αξιωματικών και άλλες εκπαιδευτικές διαδρομές, συνεισφέροντας στη λειτουργία των Υπηρεσιών με πνεύμα συναδελφικότητας και κοινής αποστολής. Δεν εκπροσωπούν μια αντίθετη λογική, αλλά μια συμπληρωματική εμπειρία, η οποία λειτουργεί γεφυρωτικά ανάμεσα στη διοίκηση και στο προσωπικό πρώτης γραμμής.
Οι Αξιωματικοί απόφοιτοι του ΤΕΜΑ ζητούν από την Πολιτεία να αναγνωρίσει τη θέση τους στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας βάσει της προσωπικής τους αξίας και ικανότητας. Πρόκειται για αναγνώριση που στηρίζεται στην πολυετή εμπειρία, στην επαγγελματική αφοσίωση και στην αποτελεσματική συνεισφορά τους στην αστυνομική αποστολή.
Το ζήτημα που έχει ανακύψει δεν αφορά σύγκριση ή ανταγωνισμό μεταξύ κατηγοριών, ούτε αμφισβήτηση της αξίας οποιασδήποτε Σχολής ή υπηρεσιακής διαδρομής. Αφορά την ανάγκη θεσμικής συνέπειας ανάμεσα στα καθήκοντα που ασκούνται και στον τρόπο με τον οποίο αυτά αποτυπώνονται υπηρεσιακά και μισθολογικά. Μια συνέπεια που, όταν αποκαθίσταται, ενισχύει το αίσθημα δικαιοσύνης για όλους και περιορίζει τις εσωτερικές ανισότητες.
Η αναγνώριση της υπηρεσιακής εξέλιξης των αποφοίτων του ΤΕΜΑ μπορεί να ιδωθεί και ως επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό της Ελληνικής Αστυνομίας.
Πρόκειται για στελέχη στα οποία η Πολιτεία έχει ήδη επενδύσει επί δεκαετίες, τόσο μέσω της αρχικής τους εκπαίδευσης όσο και μέσω της συσσωρευμένης υπηρεσιακής τους εμπειρίας. Η θεσμική αξιοποίηση αυτής της επένδυσης συνεπάγεται περιορισμένο δημοσιονομικό κόστος και εξυπηρετεί άμεσα το δημόσιο συμφέρον, ενισχύοντας τη διοικητική αποτελεσματικότητα και τη λειτουργική συνέχεια των Υπηρεσιών.
Σε σύνολο περίπου 1.300 αποφοίτων του ΤΕΜΑ, περισσότεροι από 650 έχουν καταθέσει αγωγές για ηθική βλάβη, γεγονός που καταδεικνύει την ευρεία αποδοχή και τη σοβαρότητα του ζητήματος. Το αίτημα για τη διεξαγωγή πρότυπης δίκης έγινε δεκτό και η εκδίκαση έχει προσδιοριστεί για τις 20 Απριλίου 2026, ενώπιον επταμελούς σύνθεσης του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Οι απόφοιτοι του ΤΕΜΑ εκπροσωπούνται στη διαδικασία αυτή από τον καθηγητή Διοικητικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Πάνο Λαζαράτο, ο οποίος διαθέτει σημαντικές νομικές επιτυχίες.
Με έναν ευφυή νομικό ελιγμό, αντί να προσβάλει ευθέως τον νόμο με αίτηση ακύρωσης, κατεύθυνε την υπόθεση μέσω αγωγών κατά του Υπουργείου Οικονομικών, επιτυγχάνοντας την αποδοχή του αιτήματος για πρότυπη δίκη. Ο τρόπος με τον οποίο τεκμηριώνει τις απόψεις του στα Δικαστήρια προσδίδει πρόσθετο κύρος και βαρύτητα στην υπόθεση. Παράλληλα, το νομικό αίτημα φαίνεται πλέον να έχει εδραιωθεί και στη συνείδηση της συντριπτικής πλειοψηφίας του αστυνομικού προσωπικού, αντιμετωπιζόμενο ως θεσμικά ώριμη και εύλογη αποκατάσταση ισορροπίας.
Οι Αξιωματικοί προερχόμενοι από το ΤΕΜΑ δεν επιδιώκουν να ξεχωρίσουν από τους συναδέλφους τους ούτε να διεκδικήσουν προνόμια εις βάρος άλλων κατηγοριών. Στοχεύουν να συνεχίσουν να υπηρετούν δίπλα τους, μέσα σε ένα πλαίσιο δικαιοσύνης, αναλογικότητας και αμοιβαίου σεβασμού.
Η ενίσχυση της θεσμικής ισορροπίας και της υπηρεσιακής εξέλιξης, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και τη μικρή δημοσιονομική επιβάρυνση, μπορεί να αποτελέσει κοινό τόπο για όλες τις κατηγορίες προσωπικού και να συμβάλει σε μια Ελληνική Αστυνομία πιο ενωμένη, πιο αποτελεσματική και πιο αξιόπιστη απέναντι στην κοινωνία.
Ευελπιστούμε στη δημοσίευση της παρούσας επιστολής μας.
Ό,τι χρειαστείτε, είμαστε στη διάθεσή σας».
Σας υπενθυμίζουμε ότι από τις 9 Δεκεμβρίου 2025 το «Law & Order» έχει αναλύσει πλήρως το ανωτέρω ζήτημα, με την αρχική μας τοποθέτηση να ξεκινά με τη φράση «οι Αξιωματικοί ΤΕΜΑ γράφουν ιστορία…», αναδεικνύοντας τη σημασία και τις νομικές διαστάσεις της υπόθεσης.
Παράλληλα, ήδη από τις 3 Οκτωβρίου 2025, πρώτο το «Law & Order» είχε αποκαλύψει την κίνηση αυτή και τη δίκαιη προσφυγή εκατοντάδων Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας στα αρμόδια Διοικητικά Δικαστήρια κατά του μισθολογίου τους, καταγράφοντας έγκαιρα τις εξελίξεις γύρω από το ζήτημα.