Μια μεγάλη ανατροπή υπέρ των εργαζομένων στο Δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, φέρνει απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (4/2021).
Σύμφωνα με την απόφαση, οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα δικαιούνται στο ακέραιο αποδοχές δεδουλευμένων, ακόμη κι αν οι συμβάσεις τους είναι άκυρες.
Η απόφαση που εξέδωσε η πλήρης Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αφορά εργαζόμενους με κάθε μορφή σύμβασης εργασίας (έργου, ορισμένου χρόνου, stage, κ.ά.). Αναμένεται, δε, να προκαλέσει μπαράζ αγωγών στα δικαστήρια, καθώς βάσει αυτής οι εργαζόμενοι στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, μπορούν να διεκδικήσουν στο ακέραιο τις δεδουλευμένες αποδοχές τους, δεδομένου ότι οι περισσότεροι εξ αυτών, εφόσον οι συμβάσεις τους είχαν κριθεί άκυρες, ελάμβαναν μειωμένους μισθούς ή σε πολλές περιπτώσεις δεν τους καταβάλλονταν καν μισθοδοσία. Τώρα μπορούν να διεκδικήσουν τα χρήματα αυτά «πατώντας» στη νομολογία που δημιούργησε η συγκεκριμένη απόφαση του Ανώτατου Ποινικού Δικαστηρίου της χώρας.
Η συγκεκριμένη, όμως, απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου έχει ιδιαίτερη αξία και γιατί ξεκαθαρίζει τη νομολογία, καθώς για περίπου επτά χρόνια, εκδίδονταν από τα δυο εργατικά τμήματα του Αρείου Πάγου αποφάσεις για το ζήτημα αυτό που είχαν διαφορετικό περιεχόμενο.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι την υπόθεση αυτή από την πλευρά των εργαζομένων χειρίσθηκαν ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δημήτριος Βερβεσός και οι δικηγόροι Διονύσης Καλαματιανός και Δημήτριος Βασιλείου. Μάλιστα, γνωμοδότηση υπέρ των εργαζομένων είχε κάνει ο καθηγητής Εργατικού Δικαίου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Δημήτρης Ζερδελής.
«Ορθά η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου επισήμανε στην απόφασή της ότι το να πληρώνονται οι εργαζόμενοι κανονικά για όσο χρόνο εργάσθηκαν», αναφέρει σε δήλωσή του ο κ. Βερβεσός με αφορμή την έκδοση της απόφασης του Αρείου Πάγου και προσθέτει: «Αποτελεί στοιχειώδη κανόνα που απορρέει από τις θεμελιώδεις κοινωνικές αντιλήψεις περί ισότητας και επιείκειας. Το να αρνείται ο εργοδότης, με διάφορα προσχήματα, να καταβάλλει ό,τι θα κατέβαλλε κανονικά σε οποιονδήποτε άλλον εργαζόμενο για την εκτέλεση μιας εργασίας αποτελεί μία από τις χειρότερες μορφές εκμετάλλευσης. Δυστυχώς τέτοιες πρακτικές δεν ήσαν άγνωστες μέχρι σήμερα ούτε στον δημόσιο τομέα. Σήμερα ο Άρειος Πάγος έθεσε φραγμό σε παρόμοιες πρακτικές. Βεβαίως, η ανάγκη τήρησης της νομιμότητας είναι αυτονόητη. Η ανάγκη όμως αυτή δεν μπορεί να χρησιμεύει ως πρόσχημα για να πλουτίζει ο εργοδότης αδικαιολόγητα σε βάρος του εργαζομένου, ακόμη και όταν εργοδότης είναι το Δημόσιο».
Το όλο θέμα απασχόλησε την πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με αφορμή υπόθεση εργαζομένων στο νοσοκομείου Βόλου. Οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι εμφανίζονταν προσχηματικά ως μαθητευόμενοι (stagiers), ενώ στην πραγματικότητα -όπως είχε κρίνει εξάλλου και το Εφετείο Λάρισας- παρείχαν επί πολλά χρόνια κανονικά την εργασία τους όπως και υπόλοιποι συνάδελφοί τους που απασχολούνταν με (έγκυρη) σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.
Τι ίσχυε μέχρι σήμερα, τι έκριναν οι αρεοπαγίτες
Μέχρι σήμερα αποφάσεις που είχαν εκδοθεί από δικαστήρια είχαν δεχθεί ότι εργαζόμενοι με άκυρη σύμβαση εργασίας στο Δημόσιο δεν είχαν δικαίωμα να λαμβάνουν μισθό ή να λαμβάνουν κατώτατο μισθό. Και αυτό διότι, παρείχαν εργασία με σύμβαση που είχε κριθεί άκυρη. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις εργαζομένων που όχι μόνο έχασαν τη δουλειά τους επειδή η πρόσληψή τους δεν ήταν νόμιμη, αλλά δεν μπορούσαν να λάβουν και τα δεδουλευμένα τους παρά το γεγονός ότι το Δημόσιο ή οι λοιποί φορείς του Δημοσίου αποδέχονταν κανονικά την εργασία του. Έτσι, σε αρκετές περιπτώσεις εργαζόμενοι δουλεύουν για χρόνια απλήρωτοι, με το αιτιολογικό ότι οι συμβάσεις τους ήταν άκυρες, επειδή αυτές δεν είχαν, με ευθύνη του Δημοσίου, συναφθεί με τις νόμιμες προϋποθέσεις.
Τώρα, η πλήρης Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την απόφαση που εξέδωσε έκρινε ότι στις περιπτώσεις άκυρης σύμβασης εργασίας, αλλά και γενικότερα σύμβασης παροχής υπηρεσιών (συμβάσεις έργου, ορισμένου χρόνου, stage κ.λπ.), υφίσταται πλουτισμός του εργοδότη, καθώς ο εργαζόμενος του παρέχει την εργασία του. Ο πλουτισμός αυτός είναι μέρος της υπάρχουσας περιουσία του εργοδότη, ανεξαρτήτως του αν η σύμβαση εργασίας του εργαζομένου είναι έγκυρη ή άκυρη. Έτσι, ο εργοδότης εν προκειμένω το Δημόσιο, θα πρέπει να καταβάλει τα δεδουλευμένα στον εργαζόμενο, όπως τα καταβάλλει και στους εργαζόμενους με έγκυρη σύμβαση εργασίας.
Σύμφωνα με την απόφαση του Αρείου Πάγου, οι αμοιβές σε αυτές τις περιπτώσεις δεν μπορεί να είναι χαμηλότερες από τις αποδοχές που προβλέπουν οι ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις κ.λπ. ή την αμοιβή που ο εργοδότης καταβάλλει σε άλλον εργαζόμενο με έγκυρη σύμβαση. Κατά τους αρεοπαγίτες, τέλος, αν ο εργοδότης απασχολήσει άλλον εργαζόμενο ή όχι δεν ενδιαφέρει κανέναν, από την στιγμή που εκείνος πλούτισε από την εργασία του ατόμου που προσέλαβε και του παρείχε την εργασία του. Ως εκ τούτου, οφείλει να επιστρέψει τα χρήματα αυτά στον εργαζόμενο εν είδη δεδουλευμένων.
Μπορείτε να διαβάσετε το πλήρες κείμενο της απόφασης της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου στον ιστότοπο: https://eergd.gr/