«Η κοινωνία έχει αφυπνιστεί και δεν θα είναι ποτέ ξανά η ίδια». Αυτό σχολίασε η Μαρία Καρυστιανού, μητέρα της Μάρθης που έχασε τη ζωή της στο δυστύχημα των Τεμπών, με αφορμή τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις της περασμένης Κυριακής (26/1).
Μιλώντας στην Karfitsa, η κα. Καρυστιανού, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της προς όλους όσοι βγήκαν στο δρόμο φωνάζοντας για τη δικαιοσύνη και είπε χαρακτηριστικά τα εξής:
«Θέλω να πω ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ. Ήταν πολύ συγκινητική αυτή η στήριξη του κόσμου. Μας γέμισε ελπίδα και κουράγιο για τον αγώνα που πρέπει να συνεχιστεί. Την Κυριακή βγήκαν όλοι ως απλοί άνθρωποι, ως γονείς, ως ενεργοί πολίτες που δε θέλουν να συμμετέχουν σε αυτό το φιάσκο πλέον, σε αυτή την απροκάλυπτη προσπάθεια να γλιτώσουν οι υπεύθυνοι του τραγικού εγκλήματος των Τεμπών».
Καρυστιανού: «Θέλουμε να έρθουν όλα στο φως»
«Με την αναλγησία του κράτους και την αδιαφορία για τη λειτουργία των σιδηροδρόμων συνεχίζεται μέχρι και τώρα. Γίναμε όλοι ένα, μια γροθιά και φωνάξαμε υπέρ της δικαιοσύνης, υπέρ της δημοκρατίας, υπέρ των δικαιωμάτων μας. Φωνάξαμε δυνατά ότι δεν ανεχόμαστε άλλο να μας κοροϊδεύουν, ότι είμαστε ενεργοί πολίτες που μας ενδιαφέρει να ζούμε σε ένα κράτος δικαίου. Τίποτα λιγότερο δεν ανεχόμαστε πλέον. Θέλουμε να έρθουν όλα στο φως. Θέλουμε μόνο την αλήθεια και ένα πολύ καλύτερο μέλλον με ασφάλεια για τα παιδιά μας».
Και συμπλήρωσε: «Πιστεύω ότι έγινε ένας “σεισμός” στο σύστημα και γνωρίζουμε πλέον ότι η κοινωνία δε θα είναι ποτέ ξανά η ίδια. Η κοινωνία δε θα πέσει σε ύπνωση. Έχει αφυπνιστεί και απαιτεί από ανθρώπους που είναι σε θέση ευθύνης και πληρώνονται για αυτές, να λειτουργούν με ευθύνη».
«Ακούω ακόμη τις φωνές και τα ουρλιαχτά»
Ο Αλέξανδρος Μούτσιανος, επιβάτης του έβδομου βαγονιού της μοιραίας αμαξοστοιχίας Intercity 62, συμμετείχε στις κινητοποιήσεις της Κυριακής από τη Θεσσαλονίκη και όπως αναφέρει στην Karfitsa, «η δύναμη των πολιτών μπορεί να ρίξει βουνά».
Δηλώνει συγκεκριμένα: «Οι κινητοποιήσεις ήταν τόσο μαζικές γιατί ο κόσμος δεν τους πιστεύει. Ο κόσμος άκουσε το ηχητικό που ήταν τρομερό. Δεν υπάρχουν λέξεις. Αυτά τα δύο χρόνια, το βράδυ του δυστυχήματος είναι συνέχεια στο μυαλό μου. Ακούω ακόμη τις φωνές και τα ουρλιαχτά».