Με άρθρο του στην Αυγή ο Γιώργος Κυρίτσης κατακεραυνώνει την επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ να υπερψηφίσει στη Βουλή την αγορά Rafale.
Στο δημοσίευμα ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ επιτίθεται στην κυβέρνηση με το επιχείρημα ότι «τα Rafale που αγοράζουμε σήμερα θα είναι αξιοποιήσιμα από την Πολεμική Αεροπορία ύστερα από τρία χρόνια το λιγότερο», ενώ παράλληλα ασκεί δριμεία κριτική και στο κόμμα του τονίζοντας ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση δεν παρασύρθηκε από αυτήν την ύποπτα αρπακολλατζίδικη πρακτική».
Ολόκληρο το άρθρο του Γιώργου Κυρίτση:
Με την αγορά 18 Rafale και τα υπόλοιπα αποσπασματικά και εμβαλωματικά που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση περί τις αγορές όπλων, η Ελλάδα επιστρέφει στο αμαρτωλό εξοπλιστικό παρελθόν, πρόσφατο και απώτερο. Στις περιόδους δηλαδή που η χώρα προμηθευόταν οπλικά συστήματα χωρίς κανέναν προγραμματισμό και χωρίς καμία αίσθηση κόστους, οικονομίας κλίμακας, τυποποίησης, διαθεσιμότητας.
Αυτό ακριβώς σηματοδοτεί και σε αυτό ακριβώς οδηγεί η εσπευσμένη αγορά μικρού αριθμού μαχητικών αεροσκαφών διαφόρων τύπων. Αεροσκαφών που, όποια και να είναι η θεωρητική μαχητική τους αξία, η εσπευσμένη αγορά τους σε μικρούς αριθμούς δημιουργεί θέματα αφομοίωσης, διαθεσιμότητας και εν τέλει επιχειρησιακής αξιοποίησης σε ωφέλιμο χρόνο.
Κοντολογίς τα Rafale που αγοράζουμε σήμερα θα είναι αξιοποιήσιμα από την Πολεμική Αεροπορία ύστερα από τρία χρόνια το λιγότερο, έχοντας στο μεταξύ απορροφήσει πόρους και ανθρώπινο δυναμικό απαραίτητους για τον ήδη υπάρχοντα αεροπορικό στόλο. Αυτό σημαίνει ότι στο προβλεπτό μέλλον και στα συγκεκριμένα άμεσα ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα δεν συμβάλλουν στην αποτρεπτική ικανότητα της Πολεμικής Αεροπορίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση δεν παρασύρθηκε από αυτήν την ύποπτα αρπακολλατζίδικη πρακτική. Προτίμησε, με τα περιορισμένα οικονομικά μέσα που διέθετε, να μειώσει την πολυτυπία και εκσυγχρονίσει τον υπάρχοντα (τεράστιο) στόλο μαχητικών F16 που διαθέτει η χώρα, επιδιώκοντας να τα διατηρήσει αξιόμαχα για τα επόμενα αρκετά χρόνια που θα κρατήσει η διαδικασία αντικατάστασής τους από έναν νέο τύπο μαχητικού.
Διότι τα σοβαρά κράτη δεν αγοράζουν πανάκριβα και κρίσιμα οπλικά συστήματα δι’ απλής δηλώσεως του πρωθυπουργού, αλλά μέσα από εξαντλητική αξιολόγηση και διαπραγμάτευση. Ειδικά μάλιστα χώρες που, όπως η Ελλάδα, βρίσκονται σε ασταθές διεθνές περιβάλλον και “ψωνίζουν όπλα χονδρική” δεν παρακαλάνε, αλλά τις παρακαλάνε και σε κάθε περίπτωση επιτυγχάνουν μεγάλο ποσοστό εγχώριας κατασκευής, τεχνογνωσία κ.λπ.
Χρησιμοποιούν μια τέτοια μεγάλη αγορά ως σκαλωσιά για να χτίσουν δίπλα της τη δική τους υποδομή στην κατεύθυνση της απεξάρτησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πρακτικής είναι η ίδια η γειτονική Τουρκία.
Στη Βουλή, στη -σημειωτέον κατεπείγουσα- συζήτηση για τα Rafale, οι ομιλητές από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ απαρίθμησαν και ανέπτυξαν πλήθος λόγους για τους οποίους η αγορά των γαλλικών μαχητικών πάσχει, τόσο επί της ουσίας όσο και στο επίπεδο της σύμβασης. Παρ’ όλα αυτά, η απόφαση ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ να υπερψηφίσει το νομοσχέδιο, επικαλούμενος την πατριωτική ευθύνη και για να μην έχουν να λένε η κυβέρνηση και τα φερέφωνά της. Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους όμως θα έπρεπε να κάνει ακριβώς το αντίθετο.