17.6 C
Athens
14.6 C
Thessaloniki
Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2024
More

    Παναγιωτόπουλος για Ουκρανία: «Έχουμε να κάνουμε με εισβολή, με πόλεμο»

    Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, αναφερόμενος στην θέση της Ελλάδας έναντι της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία είπε ότι «η εποχή των ‘ναι μεν, αλλά’ εδώ και κάποιες μέρες έχει εκλείψει για χώρες όπως η Ελλάδα, για χώρες που σέβονται τη Δημοκρατία, το Κράτος Δικαίου και μια διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες οι οποίοι πρέπει να διέπουν τη συμπεριφορά και την συνύπαρξη κυρίαρχων κρατών».
    Μέσα στο πλαίσιο της συζήτησης τριών κυρωτικών νομοσχεδίων στην Επιτροπή Εθνικής Άμυνας, επισήμανε ότι ο κόσμος έχει αλλάξει, έχει γίνει πολύ επικίνδυνος, «το περιβάλλον ασφαλείας έχει γίνει πολύ πιο επισφαλές και δυνητικά απειλητικό και για τη χώρα μας» για να προσθέσει πως σε αυτές τις περιπτώσεις, έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο να έχεις διαλέξει απερίφραστα το στρατόπεδο στο οποίο ανήκεις, αλλά στο πλαίσιο αυτής της σχέσης να είσαι συνεπής και συντεταγμένος με τους συμμάχους.
    Ο υπουργός συνέχισε αναφορικά με περιπτώσεις όπως αυτή της απροκάλυπτης εισβολής μιας χώρας σε μια ξένη χώρα, με την επιδίωξη να συντριβεί το θύμα της εισβολής με στρατιωτικούς όρους, με όρους ωμής στρατιωτικής ισχύος από τον επιτιθέμενο – λέγοντας πως δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για «ναι μεν αλλά».
    «Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για τήρηση προσωπικών ισορροπιών ή άσκηση υπολογισμών σχετικά με το αν φταίει κάποιος περισσότερο ή λιγότερο. Έχουμε να κάνουμε με εισβολή. Έχουμε να κάνουμε με πόλεμο…» είπε χαρακτηριστικά.
    Σχολιάζοντας την πρωινή συνεδρίαση στην ολομέλεια της Βουλής σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας την χαρακτήρισε «μια σοβαρή συζήτηση, μια συζήτηση με επιχειρήματα, μια συζήτηση από την οποία βγήκαν συμπεράσματα και μία συζήτηση από την οποία προέκυψε η σαφής θέση της χώρας», δεν παρέλειψε ωστόσο να αναφερθεί στις αντιρρήσεις που υπήρξαν, κάτι που όπως είπε, δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
    Υπεραμυνόμενος ο κ. Παναγιωτόπουλος, της απόφασης της χώρας μας για αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας και αμυντικού υλικού στην Ουκρανία, ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν έδρασε μονομερώς, παρά συντασσόμενη πλήρως με τους εταίρους και τους συμμάχους της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και συγκεκριμένα σύμφωνα με δύο αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας της ΕΕ, που αφορούν, τόσο στην παροχή βοήθειας γενικώς, όσο και στρατιωτικής βοήθειας, μέσω της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας ειρήνης της ΕΕ και βάσει αυτής της συστράτευσης της Ευρώπης ενώπιον του κινδύνου, «που δεν ήταν πλέον απλά κίνδυνος, αλλά έχει εκδηλωθεί, όσον αφορά την απόπειρα κατεδάφισης του συνολικού οικοδομήματος, της ασφάλειας της ΕΕ από τον Πούτιν». Στο πλαίσιο αυτό, η χώρα μας αποφάσισε να αντιδράσει και εξέπληξε, ενδεχομένως – όπως είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος – με την ταχύτητα της αντίδρασής της, ίσως και με την αποφασιστικότητα σε αυτήν. Παρατήρησε δε, πως γι’ αυτό και συνέδραμαν όλες οι χώρες με κάποιο τρόπο, οι περισσότερες με παροχή στρατιωτικής βοήθειας, μεταξύ των οποίων και χώρες που μέχρι τώρα διακρίθηκαν για την μάλλον ουδέτερη στάση τους, όπως η Σουηδία, η οποία και αυτή έγινε αντικείμενο των απειλών.
    Επίσης κατέστησε σαφές ότι η Ελλάδα «έδωσε αυτά που μπορούσε και χωρίς περιστροφή» και απάντησε στις παρατηρήσεις ότι «το παρακάναμε» και ότι αποδυναμώθηκαν οι αμυντικές δυνατότητες της χώρας στα νησιά για να στείλουμε στην Ουκρανία στρατιωτική βοήθεια.
    Απαντήσεις
    Ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε συγκεκριμένα, ότι «κατά την χθεσινή έκτακτη συνάντηση των υπουργών Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο ύπατος εκπρόσωπος Τζοζέπ Μπορέλ, αναφέρθηκε σε αίτημα του υπουργού Εξωτερικών της Ουκρανίας για παροχή μαχητικών αεροσκαφών σοβιετικής τεχνολογίας. Έχουν κάποιες χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακόμα στα οπλοστάσιο τους, παλιά αεροσκάφη σοβιετικής τεχνολογίας. Στο πλαίσιο της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, με συστήματα με τα οποία οι Ουκρανοί είναι εξοικειωμένοι ως προς τη χρήση τους, προτάθηκαν και τα αεροσκάφη».
    Ο κ. Μπορέλ παράλληλα ωστόσο, ανέφερε πως το ζήτημα αυτό, μένει να επανεξεταστεί σε διμερή βάση, μεταξύ των Ουκρανών και των χωρών που έχουν ακόμα αυτά τα αεροσκάφη στα οπλοστάσια τους. Μέχρι τώρα, κανένα κράτος-μέλος που διαθέτει αυτή τη δυνατότητα, δεν έκανε καμία συνεννόηση με την Ουκρανία, γιατί ίσως η παροχή αεροσκαφών είναι πολύ διαφορετική υπόθεση από την παροχή κάποιων τυφεκίων από απόθεμα. Ό,τι έδωσε η Ελλάδα σε επίπεδο στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, δεν το έδωσε αποδυναμώνοντας κάποια αμυντική δομή της χώρας, δεν το έδωσε περνώντας το από κάποια Μονάδα πρώτης γραμμής, ούτε από κάποια Μονάδα στη δεύτερη γραμμή, έδωσε ένα ελάχιστο κομμάτι από τα αποθέματα αμυντικού υλικού και μέχρι εκεί. Ούτε αυτό ισχύει. Και βέβαια δεν υπάρχει περίπτωση, ελληνικά αεροσκάφη να εισφερθούν σε αυτή την υπόθεση, γιατί απλούστατα η Ελλάδα δεν χρησιμοποιεί παλαιάς σοβιετικής τεχνολογίας αεροσκάφη, βέβαια, αλλά και αυτοί που τα χρησιμοποιούν ακόμα, δεν νομίζω να υπάρξει περίπτωση να τα διαθέσουν, γιατί είναι περίπλοκη υπόθεση η διάθεση αεροσκαφών. Σε κάθε περίπτωση, επειδή η στρατιωτική βοήθεια χρηματοδοτείται από την ΕΕ και επομένως όσοι την παρέχουν (κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης) θα αποζημιωθούν γι’ αυτό, ίσως στο πλαίσιο αυτό να έπεσε και αυτή η πρόταση στο τραπέζι. Σε κάθε περίπτωση τελικά, δεν βλέπω πώς και με ποιο τρόπο και επομένως θεωρώ ότι δεν έχουν βάση τα σχετικά δημοσιεύματα, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα στείλει μαχητικά αεροσκάφη στην Ουκρανία».
    Νέα εθνική ανθεκτικότητα
    «Ο κόσμος έχει αλλάξει από τότε που έγινε η εισβολή στην Ουκρανία και εμείς οφείλουμε ως χώρα, με τις δυνάμεις που διαθέτουμε, να διαχειριστούμε τις κοσμοϊστορικές, δραματικές αλλαγές προς το χειρότερο και να αναπτύξουμε την ‘νέα εθνική ανθεκτικότητα’, αλλά με όρους ισχύος, μέσα από την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Γιατί τελικά, όταν υπάρχουν διάφοροι διεθνείς δρώντες, οι οποίοι προτάσσουν πάνω από κάθε σύστημα κανόνων, πάνω από κάθε Διεθνές Δίκαιο, πάνω από κάθε διεθνή τάξη βάση κανόνων (αυτό που ο πρόεδρος Μπάιντεν αποκάλεσε ‘Rules-Based International Order’) τότε ο μόνος τρόπος ανάσχεσης αυτών των φιλοδοξιών, των αναθεωρητικών, αυτών των διεθνών δρώντων (οι οποίοι σχεδόν όλοι, περιβάλλονται από έναν ‘αυταρχικό μανδύα’, αφού δεν πρόκειται για κανονικά δημοκρατικά κράτη με όρους δυτικής Δημοκρατίας) είναι διά της ισχύος και κυρίως δια της αποτροπής που εξασφαλίζουν οι Ένοπλες Δυνάμεις.
    Ίσως τώρα αντιλαμβανόμαστε όλοι το νόημα αυτών που κάνουμε με ένταση εδώ και δύο χρόνια, να αυξήσουμε τη συνολική αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, καλύπτοντας ενδεχομένως χαμένο έδαφος, καλύπτοντας προτεραιότητες, καλύπτοντας ανάγκες, με όρους κατεπείγοντος. Ίσως τώρα να είναι πιο κατανοητό – και η προσπάθεια, βέβαια, συνεχίζεται. Αλλά εντούτοις πρέπει να αντιληφθούμε, ότι πρέπει να προσαρμοστούμε σε μία νέα σκληρή πραγματικότητα: Ο πόλεμος ήρθε στην Ευρώπη, ήρθε στο ευρωπαϊκό έδαφος. Ναι, έχει ξανασυμβεί, βεβαίως, αλλά ήρθε στον 21ο αιώνα και στο ευρωπαϊκό έδαφος και τούτο συνέβη επειδή μια χώρα, δια αποφάσεως ενός ανδρός, αποφάνθηκε ότι μια άλλη χώρα γειτονική της, αποτελεί ιστορικό λάθος που υπάρχει και πρέπει απλά να πάψει να υπάρχει, να συντριβεί και τούτο πρέπει να γίνει με την ισχύ των όπλων, με εισβολή και πόλεμο.
    Αυτή η απόφαση και ό τι ακολούθησε, θα έλεγα πως λειτούργησε σαν ηλεκτροσόκ αφύπνισης, πρώτα απ’ όλα στην Ευρώπη, και φυσικά σαν πόλος επανασυσπείρωσης της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, του ΝΑΤΟ», κατέληξε στην τοποθέτησή του ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας.
    Σημειώνεται εξάλλου, πως ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας εξέφρασε τη θλίψη του για την απώλεια της Μαριέττας Γιαννάκου.
    «Ήταν μία δυνατή γυναίκα. Μια γενναία γυναίκα και η φωνή της ασφαλώς θα λείψει εκτός των άλλων και από τη διακοινοβουλευτική συνέλευση του ΝΑΤΟ, που είχε πραγματικά μεγάλη συμμετοχή και στιβαρή παρουσία».
    Τέλος, από την κοινοβουλευτική επιτροπή εγκρίθηκαν οι συμβάσεις:
    – «Κύρωσης της τεχνικής διευθέτησης στον τομέα της ακαδημαϊκής έρευνας μεταξύ του υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενου από τη Σχολή Εθνικής Αμυνας (ΣΕΘΑ), και του υπουργείου ‘Άμυνας της Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενου από το Στρατιωτικό Κέντρο Στρατηγικών Μελετών (CEMISS)»
    – «Κύρωσης της συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας σχετικά με την ανταλλαγή και αμοιβαία προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών» και
    – «Κύρωσης της συμφωνίας μεταξύ του υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας και του υπουργείου Άμυνας του κράτους του Ισραήλ σχετικά με τη συνεργασία στους τομείς της υδρογραφίας και της ωκεανογραφίας».



    ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΕΙΤΕ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΡΟΗ ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ

    ΑΠΟΨΕΙΣ