Φορώντας την κουκούλα από το μπουφάν του, έχοντας σκυμμένο το κεφάλι και με χειροπέδες, όπως προβλέπεται άλλωστε σε τέτοιες περιπτώσεις, ο 58χρονος κατηγορούμενος για την μεγάλη κλοπή τεσσάρων τραπεζικών θυρίδων στο Ψυχικό, οδηγήθηκε χθες το μεσημέρι στα δικαστήρια για να δώσει εξηγήσεις στον ανακριτή που είχε αναλάβει την έρευνα για τη συγκεκριμένη υπόθεση. «Φορτωμένος» με βαριές κατηγορίες που μέχρι στιγμής τον θέλουν μοναδικό δράστη της μεγάλης κλοπής, ο κατηγορούμενος πέρασε την πόρτα του ανακριτικού γραφείου, όπου λίγο νωρίτερα, χθες, είχε βρεθεί η σύζυγός του γνωστή τηλεπερσόνα, η οποία είχε προσέλθει στα δικαστήρια προκειμένου να καταθέσει ως μάρτυρας υπεράσπισης του.
Ο 58χρονος έδινε επί ώρες τις δικές του εκδοχές επί των γεγονότων, προσπαθώντας να αντικρούσει ένα – ένα τα στοιχεία που συνέλεξαν σε βάρος του οι αστυνομικές αρχές και αρνούμενος τις κατηγορίες. Δεν κατάφερε όμως να πείσει καθώς αμέσως μετά την απολογία του κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα. Πλέον ο κατηγορούμενος με τους συνηγόρους του προετοιμάζει τις επόμενες κινήσεις του και ήδη έχει ανατεθεί σε πραγματογνώμονα-γενετιστή ή ανάλυση όλων των εργαστηριακών δεδομένων που οδήγησαν στη σύλληψή του. Οι ειδικός πραγματογνώμονας θα εξετάσει τα στοιχεία αυτά και ακολούθως αναμένεται να αποτυπώσει συμπεράσματά του σε τεχνική έκθεση που θα συντάξει.
Στο πλαίσιο εξάλλου της ανάκρισης και μετά την απολογία του 58χρονου καταθέσεις αναμένεται να δώσουν και οι μισθώτριες των θυρίδων που εκλάπησαν και φυσικά τα στελέχη της τράπεζας, που όπως έχουν την ευθύνη για την ασφαλή φύλαξή τους.
Τί «έκαψε» τον κατηγορούμενο
Πάντως, το στοιχείο εκείνο που έκαψε τον κατηγορούμενο και το οποίο συνδυαστικά και με άλλα δεδομένα, καθόρισαν την κρίση ανακριτή και εισαγγελέα, ήταν ο εντοπισμός δείγματος dna σε μια από τις θυρίδες που «ανοίχτηκαν».
Αναφερόμενος, ο 58χρονος στην ύπαρξη αυτού του στοιχείου υποστήριξε ενώπιον του ανακριτή πως γενετικό υλικό που εντοπίστηκε δεν ανήκει μόνο σε αυτόν αλλά σε ακόμα δυο άτομα, την ιδιοκτήτρια της θυρίδας και σε ένα ακόμα πρόσωπο, το οποίο δεν έχει ταυτοποιηθεί. «Σας δηλώνω κατηγορηματικά ότι ουδέποτε έχω έρθει σε άμεση επαφή με το εσωτερικό της θυρίδας με αριθμό (…). Μόνη εύλογη εξήγηση της ανεύρεσης του βιολογικού υλικού στο συγκεκριμένο σημείο, και μάλιστα αναμεμιγμένο με βιολογικό υλικό τουλάχιστον άλλων δύο ατόμων, είναι δια τρίτου προσώπου μεταφορά αυτού από το σημείο όπου πρωτογενώς εναποτέθηκε από εμένα» αναφέρει στο υπόμνημα που κατέθεσε στον ανακριτή ο κατηγορούμενος και προσθέτει: «Είναι αυτονόητο ότι στο χώρο του θησαυροφυλακίου, ερχόμαστε άπαντες σε άμεση σωματική επαφή με κοινές επιφάνειες, όπως η πόρτα εισόδου του θησαυροφυλακίου, τα κοινόχρηστα καθίσματα και το κοινό στο τραπέζι όπου εναποτίθενται τα κουτιά και το περιεχόμενο των θυρίδων. Ειδικά, δε, η επίμαχη θυρίδα βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο τραπέζι και τα καθίσματα όπου κάθονται οι μισθωτές. Πρέπει να αναφερθεί ότι σε περιβάλλον προστατευμένο από καιρικές συνθήκες, υγρασία κλπ όπως ακριβώς ο κλειστός χώρος του θησαυροφυλακίου, το βιολογικό υλικό διατηρείται αναλλοίωτο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, ακόμα και για χρόνια».
Ο 58χρόνος προβάλλει ως πιθανότερη εκδοχή η μισθώτρια της συγκεκριμένη θυρίδας, βιολογικό υλικό της οποίας εντοπίστηκε στο μείγμα, πιθανότατα μετέφερε ακουσίως το βιολογικό υλικό του ιδίου από κάποια «κοινή» επιφάνεια επαφής, όπως για παράδειγμα το τραπέζι, στο σημείο που τελικά βρέθηκε το μείγμα DNA και όπου εκείνος δεν είχε πρόσβαση και επαφή. Κατά τον κατηγορούμενο ο ισχυρισμός αυτός επιβεβαιώνεται «από την ύπαρξη γενετικού υλικού τρίτου προσώπου, που επιβεβαιώνει περαιτέρω ότι το ανευρεθέν μίγμα προέρχεται εκ μεταφοράς και δεν προήλθε εκ πρωτογενούς επαφής».
Ένα ακόμη κρίσιμο σημείο της απολογίας του, ήταν όταν κλήθηκε από τον ανακριτή να δώσει απαντήσεις σχετικά με τα μέτρα προφύλαξης που φέρεται να ελάμβανε όταν επισκεπτόταν την τράπεζα. Ωστόσο, όπως λέει ο ισχυρισμός ότι τα φορούσε όλα αυτά για να μην αποκαλυφθεί «εντελώς αβάσιμος αφού αφενός μεν καταγράφεται η είσοδος στο χώρο του θησαυροφυλακίου κατόπιν επίδειξη της αστυνομικής ταυτότητας, αφετέρου την επίμαχη περίοδο δηλαδή τέλη Οκτωβρίου 2020 η χρήση χειρουργικής μάσκας και η λήψη αυξημένων μέτρων προστασίας σε χώρους διαρκούς προσέλέσυσης κοινού ήταν υποχρεωτική και επιβεβλημένη στο πλαίσιο των μέτρων της πολιτείας για την αποφυγή διάδοσης του ιού COVID-19».
Τέλος, ο 58χρονος δίνει τις δικές του απαντήσεις και στο θέμα των κλοπιμαίων και επισημαίνει παρά τις έρευνες των αστυνομικών τίποτα δεν εντοπίστηκε. Υπογραμμίζει χαρακτηριστικά: «σύμφωνα με κατάθεση αστυνομικού υπήρξα στόχος παρακολούθησης από την αστυνομία με απολύτως αρνητικό αποτέλεσμα, καθώς το μόνο που διαπίστωσαν οι αστυνομικοί ήταν η καθημερινή μετάβαση μου από την μόνιμη κατοικία μου στην βάρη προς το κομμωτήριο της συζύγου μου στο Χαλάνδρι και προς λοιπές επαγγελματικές υποχρεώσεις. Δεν διαπιστώθηκε τίποτα άλλο, ούτε ύποπτα ραντεβού, ούτε ύποπτες επαφές, ούτε παράλογα έξοδα, ούτε προσπάθεια απόκρυψης ή αποθήκευση αντικειμένων, ούτε φυσικά προσπάθεια διαφυγής μου ή προπαρασκευής αυτής».